Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

ο δρόμος για τ' αστέρια

Today's Soundtrack:
 The Beatles - «Let it be»
"and when the night is cloudy,
there is still a light that shines on me,
shine until tomorrow, let it be"

Φέτος υπήρχε - δεν υπήρχε δέντρο στο σπίτι ούτε που πρόσεξα. Στολίδια και λαμπιόνια; Χμ.. Είχε μελομακάρονα, σίγουρα, και κουραμπιέδες και κάθε λογής λιχουδιά, τουλάχιστον από τα Χριστούγεννα και μετά. Όρεξη δεν πολυ-υπήρχε. Όρεξη για φαγητό, για κουβέντες, για βόλτες.. Κάποτε αναρωτιόμουν μήπως μ' εμπόδιζαν τα στολίδια και τα φαγητά να "ανέβω" λίγο ψηλότερα, μα κατάλαβα φέτος ότι κι αυτή μια ψευτοδικαιολογία ήταν. Παρόλα αυτά ήταν όμορφες αυτές οι μέρες, μικρές, κλειστές, εσωστρεφείς. Τα Φώτα τωρα ξανά. Η πρωτοχρονιά παραδοσιακά δεν ακουμπάει.





«τό πάντων καινῶν καινότατον μυστήριον,
τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον»





«Δηλαδή τι ακριβώς γιορτάζουμε την πρωτοχρονιά.. », έλεγε πριν χρόνια, μια παραμονή -σαν σήμερα- ενός νέου χρόνου, ο αειθαλής Γιώργος Παπαστεφάνου στο Ράδιο Νοσταλγία,  « ..γιορτάζουμε το γεγονός ότι γερνάμε έναν ακόμη χρόνο; Ή μήπως την ελπίδα ότι η επόμενη χρονιά θα είναι καλύτερη από αυτή που πέρασε;»

Αν θα 'ναι καλύτερη ποιος ξέρει.. Την ελπίδα γιορτάζουμε. Την ελπίδα ότι δεν θα τα ξανακάνουμε τόσο θάλασσα, όσο τη χρονιά που πέρασε και μπερδεμένοι την αφήνουμε. Ότι δεν θα ξαναχάσουμε τις ευκαιρίες που άπληστα πετάξαμε, γυρνώντας το κεφάλι από την άλλη. Ότι δεν θα ξαναφήσουμε εγωισμούς και υποκρισίες να μπουν ανάμεσα στο φτωχό εαυτό μας και τους αγαπημένους μας. Την ελπίδα γιορτάζουμε, ότι και τη χρονιά που έρχεται δεν θα πάψουμε να ελπίζουμε, να πιστεύουμε, να προσευχόμαστε για το ελάχιστο ή το τεράστιο που θα ορίσει την ευτυχία μας.

Την ελπίδα γιορτάζουμε των ταπεινών μας αποφάσεων. Όχι ευχές, δε χρειάζονται ευχές, τζάμπα πάνε! Αποφάσεις χρειάζονται. Μια έστω, δυνατή όμως, μια γενναία απόφαση. Απόφαση διαρκείας.. Απόφαση που τα δυνατά μας θα βάλουμε να την υποστηρίξουμε όλη τη χρονιά που έρχεται.

Μα πες μου εσύ που όλα τα ξέρεις
ποιος είναι ο δρόμος για τ' αστέρια;

..αναρωτιέμαι κι εγώ σαν άλλος ποιητής. Και πολλοί θα αναρωτηθούν μαζί μου και φέτος. Μας πιάνει όλους μια υπαρξιακή αναζήτηση τέτοιες μέρες (τον υπόλοιπο χρόνο άραγε "κοιμόμαστε";). Το σίγουρο είναι ότι και φέτος, όπως και πάντα, λίγοι, πολλοί λίγοι θα βρουν αυτό που ψάχνουν. Καλη δύναμη.

* Αφιερωμένο στη φίλη μου Αν., που κάθε χρόνο σαν σήμερα, 30/12, έχει την ονομαστική της γιορτή και τα γενέθλιά της μαζί! Εκείνη πρόλαβε να πάρει τις αποφάσεις της προτού εκπνεύσει ο παρών Χρόνος. Εύχομαι ολόψυχα να 'ναι αυτός ο δικός της δρόμος για τ' αστέρια!
* Η φωτογραφία με τίτλο "Light of a new beginning" είναι από την ιστοσελίδα digitalblasphemy, που προβάλει πανέμορφες ψηφιακές συνθέσεις που μοιάζουν αληθινές φωτογραφίες. Θα τη βρείτε εδώ. Στη λεζάντα απόσπασμα λόγου του Αγ. Ιωάννη του Δαμασκηνού για την ενσάρκωση του Χριστού.

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

«εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου»


Είναι νύχτα, λίγο μετά τα Χριστούγεννα. Οι τελευταίοι επισκέπτες μόλις έχουν φύγει και προτού καλά-καλά επέλθει η φυσιολογική ησυχία στο φτωχό σπιτικό, έρχεται έκτακτη κλήση.. Μαζέψτε τα! Πρέπει να φύγετε.. κινδυνεύετε! Μη χάνετε χρόνο, δεν έχετε καιρό. Έχετε δρόμο πολύ μπροστά σας και η απόφαση πρέπει να παρθεί τώρα! Και πήραν την απόφαση και συμμαζεύτηκαν και έφυγαν. Και άφησαν πίσω τους μισή ζωή, χωρίς να σκεφτούν απώλειες, χωρίς να σκεφτούν πρόσωπα και τόπους, χωρίς να σκεφτούν όλα αυτά που τους κρατούσαν πίσω. Ακολούθησαν το δρόμο που τους χάραζε η ζωή..

Η φυγή στην Αίγυπτο. Μια από τις συγκλονιστικότερες παράπλευρες ιστορίες των Χριστουγέννων. Η αγία οικογένεια καθοδηγείται υπό αγγέλου, από τη Βηθλεέμ στην Αίγυπτο, προκειμένου να γλιτώσει τη σφαγή των νηπίων που ετοίμαζε ο Ηρώδης. Και φυσικά άκουσαν, έφυγαν, έμειναν μακριά και όταν κάποτε οι συνθήκες ξανάγιναν ευνοϊκές επέστρεψαν.


Πώς τα φέρνει έτσι η ζωή, χμ! Έρχεται πράγματι μια στιγμή κομβική στη ζωή μας, που μας καλεί σε φυγή. Σε αλλαγή. Τόπου, συνηθειών, προγράμματος, ανθρώπων.. Και δεν είναι εύκολο, πώς να 'ναι! Η καρδιά αντιστέκεται, σκοντάφτει στις πετρωμένες συνήθειες, θολώνει απ' τις θαμπές μνήμες, γλυκαίνεται στις γνώριμες απολαύσεις, καρδιοχτυπά στη θέα των αγαπημένων προσώπων. Πώς να φύγει.. πώς να ξεχάσει.. πώς ν' αφήσει πίσω; Εκεί είναι που χρειάζεται ένα άλμα λογικής, ένα άλμα πίστης. Να στρέψει κανείς το βλέμμα, όχι σ' αυτά που μένουν πίσω και δυσκολεύεται ν' αφήσει, αλλά σ' αυτά που ξανοίγονται μπροστά και περιμένουν. Άγνωστα, ναι, και το άγνωστο ψευτο-γιγαντώνει τη δυσκολία. Μα γι' αυτό χρειάζεται άλμα! Ένα μικρό αλματάκι, αποφασιστικό, καίτοι δύσκολο. Κι όλα μετά παίρνουν το δρόμο τους. Ένα δρόμο, που μπορεί τελικά να μας επιστρέψει ξανά πίσω στον αγαπημένο τόπο, υπό νέες ευνοϊκότερες συνθήκες.

* Θυμόμαστε και τιμούμε τη φυγή στην Αίγυπτο την 26η Δεκεμβρίου. Ο τίτλος είναι απόσπασμα της προφητείας του Ωσηέ (Ματθ. β' 15) για το συγκεκριμένο γεγονός, 800 περίπου χρόνια πριν την πραγματοποίησή του.
* Η εικόνα (15ος αι.) είναι από τη συλλογή του Μουσείου Μπενάκη.

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Το καλοκαίρι που χάθηκε στο χειμώνα


«Άντε και καλό χειμώνα», φώναξε η φίλη κουνώντας ζωηρά το δεξί της χέρι, αποχαιρετώντας την παρέα ένα ζεστό μεσημέρι του Σεπτέμβρη.

Χμ, αυτή είναι η "μιζέρια" μας, αυτή η on-off διάθεσή μας. Που μόλις τελειώνει το λαχταριστό καλοκαίρι και προτού καν πιάσουν οι πρώτες μπόρες του φθινοπώρου, ολισθαίνουμε ήδη στη γλιστερή τσουλήθρα του χειμώνα. Ο ήλιος σταματάει το χρόνο χαμογελώντας από ψηλά, ο ιδρώτας εξακολουθεί να ρέει αμείωτος σε κάθε ενέργεια, τα κοντομάνικα ακόμη μοιάζουν βαρύς ρουχισμός, αλλά η ευχή, ευχή.. καλό χειμώνα!


Χειμώνιασε,
όμως βαθιά μέσα στη γη
ο ήλιος του καλοκαιριού κοιμάται

Και πώς να μην είναι έτσι, πράγματι, όπως χαρακτηριστικά το λέει ο ποιητής. Μα όσο λιποψυχούμε το Σεπτέμβρη, που πια η μέρα αρχίζει και φθίνει, και χάνουμε την ουρά του καλοκαιριού, άλλο τόσο δεν αντιλαμβανόμαστε ότι και ο χειμώνας που διανύουμε θα πάρει την κάτω βόλτα, θα αρχίσει να μαζεύεται. Και μάλιστα αυτό ξεκινά από αύριο!

Προκαλώντας, λοιπόν, τη λογική του παγωμένου μυαλού μας, που αδυνατεί να ξεφύγει απ' τους καθημερινούς της χειμώνες, και σε πλήρη αναλογία με τις σεπτεμβριάτικες ευχές για "καλό χειμώνα", σήμερα 22 Δεκεμβρίου, στο κέντρο της καρδιάς του χειμώνα, που η νύχτα φαίνεται να κάνει ματ στα στρατεύματα της ημέρας, που ο ήλιος μόλις που καταφέρνει τη μικρότερης διάρκειας έξοδο στο ουράνιο στερέωμα, που οι πρώτες νιφάδες χιονιού κάνουν τους δρόμους να μοιάζουν πεδίο βολής, γραπώνομαι σφικτά από τη χαίτη της ημέρας που αρχίζει λεπτό-λεπτό να παίρνει τη δική της ρεβάνς και ξεφωνίζω μ' όση δύναμη παραμένει ζεστή στην καρδιά μου.. Άντε και καλό καλοκαίρι!

* Η 22α Δεκεμβρίου είναι φέτος το χειμερινό ηλιοστάσιο, το 24ωρο του χρόνου με τη μεγαλύτερη διάρκεια σε νύχτα. Από αύριο η ημέρα θα κερδίσει 1 λεπτό έναντι της νύχτας και δεν θα σταματήσει να το κάνει έως το θερινό ηλιοστάσιο (21-22 Ιουνίου).
* Ο τίτλος είναι δανεισμένος από το ομώνυμο βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη (εκδ. Καστανιώτη, 1984)

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Αντίδωρο





Today's Soundtrack:
«Σ' ευχαριστώ»
Μάνος Ξυδούς
"Σ' ευχαριστώ που μ' άκουσες απόψε,
η σιωπή σαν βάλσαμο κυλούσε από τα μάτια σου."





Μια μπάλα μπάσκετ, κάμποσες μπλούζες, αμέτρητα βιβλία, το πατίνι που ποτέ δεν ήρθε (άσκησε βέτο τότε η μητέρα.. αχ! γιατί όχι; γιατί να μην φάω από νωρίς το κεφάλι μου να βάλω μυαλό, γιατί;), το ταλαιπωρημένο και χαρακωμένο μου swatch. Τα δώρα της νονάς ήτανε πάντοτε ιδιαίτερα. Και περιποιημένα δε λέω. Μα δεν ήταν η περιποίηση μόνο που μέτραγε..

Αργότερα έβαλε κι άλλο βέτο η μαμά.. να μην ξαναστείλει δώρα η νονά! «Φτάνει, μεγάλωσε το παιδί, δε χρειάζεται». Κι ανέλαβε η οικογένεια να καλύψει την έλλειψη. Και αφιέρωνε χρόνο στην αναζήτηση του κατάλληλου, του ταιριαστού, του χρήσιμου. Μα δεν ήταν ο αφιερωμένος χρόνος μόνο που μέτραγε..

Κάποτε έβαλα εγώ βέτο στη μητέρα. «Φτάνει, μεγάλωσα πια, δε χρειάζομαι ιδιαίτερο δώρο από σας, μου αρκεί που σας έχω!». Μα οι γονείς θεώρησαν ότι το μήνυμα είχε μόνο αυτούς για παραλήπτες, εξαιρώντας τις αδερφές μου, οι οποίες ανέλαβαν να καλύψουν εκ νέου το κενό. Και έβαζαν κόπο -το αναγνωρίζω- να ανιχνεύουν, να συμβαδίζουν κάθε φορά με τα γούστα μου και να μου προσφέρουν το όμορφο, το μοντέρνο. Μα δεν ήταν ο κατατεθημένος κόπος μόνο που μέτραγε..

Βέτο δεν ξαναμπήκε σε κανέναν. Διευρύνθηκαν έτσι και οι δρόμοι των δώρων από φίλους. Ποτέ δεν έλλειψαν. Ένα T-shirt που ταξίδεψε απ' το Μπριζ, μία κάρτα που έφτασε στον Έβρο, μια ξύλινη σβούρα απ' το εργαστήρι του Τζεπέτο και δεκάδες βιβλία που συντρόφευσαν τα βράδια μου. Αμέτρητα δώρα όμορφα, χρήσιμα, παράξενα, τοσοδούλικα, δώρα συμπυκνωμένης σκέψης. Της δικής τους συμπυκνωμένης σκέψης. Μα δεν ήταν η σκέψη μόνο που μέτραγε..

>>>

Περιποίηση.. χρόνος.. κόπος.. σκέψη.. Κοίτα να δεις τι θησαυρός κρύβεται πίσω από ένα δώρο. Τέτοιος που ακυρώνει σχεδόν το ίδιο το δώρο. Το προσπερνά. Το υπερνικά.
Εμένα μου αρκεί η αγάπη σας, αλήθεια! Βέβαια κι αυτή η αγάπη που ζητώ είναι πανάκριβη και δυσεύρετη, το ξέρω, μήπως έχει καμιά προσφορά όμως λόγω των ημερών ;-) Τη θέλω πάσει θυσία..
(από τα εξερχόμενα του ηλεκτρονικού μου ταχυδρομείου)

Από το πρώτο δώρο που θυμάμαι μέχρι το τελευταίο, το χθεσινό, αυτό μετράει. Η αγάπη με την οποία αναζητήθηκε, επιλέχθηκε, προετοιμάστηκε, προσφέρθηκε. Από τη νονά μου και τους δικούς μου, απ' όλους τους κατά χρόνους φίλους, δεν ξέρω ειλικρινά πού φώλιασαν τα δώρα τους. Κρατώ στις θύμησες γερά, ωστόσο, την αγάπη που τα συνόδευε. Κι αυτό το αυθόρμητο "ευχαριστώ" είναι το ελάχιστο αντίδωρό μου.

<<<


110 αναρτήσεις
5300 επισκέψεις
1 χρόνος adis99.blogspot

Σας ευχαριστώ που με αντέχετε,
ως αυτή, την τελευταία.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Exit Stage Left

Today's Soundtrack:
Ηρακλής Κοντός | Αργοναύτες
"Σήκω τσιγγάνα μου ψυχή να τραγουδήσεις πάλι"

Έρχεται κάποτε εκείνη η μέρα, ο χρόνος, η στιγμή, που ανάβει το φωτάκι πάνω από την πόρτα της εξόδου. Και σου δείχνει το δρόμο που πρέπει ν' ακολουθήσεις. Σου σημειώνει το σημείο στο οποίο θα ξαναβρείς το χαμένο μίτο της ζωής σου, μιας ζωής που αφιερώθηκε σε όνειρα και προσδοκίες κι έμεινε μετέωρη σαν έσβησαν τα φώτα..

Μα εσύ κοντοστέκεσαι και αναλογίζεσαι όλα αυτά που αφήνεις αραδιασμένα στο παχύ σκοτάδι που εξακολουθεί να σε περιβάλλει. Απλώνεις το χέρι πασπατεύοντας σκόνες και μνήμες, ψάχνοντας σαν τυφλός εναγωνίως -«κάπου εδώ πρέπει να 'ταν»- το χέρι που σε κράτησε, που σ' έφερε ως εδώ. Αφουγκράζεσαι ήχους που ελπίζεις να σε καλούν. Ανοίγεις την καρδιά -ραντάρ προσέγγισης- να νιώσει το παλιό μονοπάτι..


Μα το μόνο που εξακολουθεί ν' αναβοσβήνει αμείλικτο είναι το Exit αυτής της σκηνής που μια ζωή ετοιμαζόσουν να παίξεις. Να φτιάξεις, να στήσεις, να παίξεις. Έφτιαξες, έστησες, δεν έπαιξες.

Φίλε μου, σαν περνάς το κατώφλι της εξόδου, άσε ανοιχτό το φωτάκι της. Αν κάτι κάποτε σε ψάξει, νά βρει τα χνάρια των βημάτων σου.

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Μια φυλακή, ένας τοίχος, μια τρύπα..


Ήτανε κάποτε τρεις φυλακισμένοι, χωμένοι σ' ένα είδος κελιού χωρίς πόρτες, δίχως παράθυρα. Κάθε μέρα τους πετούσαν να φάνε ξερά ψάρια και ξερό κρέας, σαν ξύλο σκληρά, που δεν κατάφερναν να τα κόψουν ούτε με τα δόντια. Ένας από τους φυλακισμένους, πολύ έξυπνος, άρχισε να χτυπά και να ξαναχτυπά με μια πέτρα, μέχρι να πολτοποιήσει την κάθε μπουκιά. Ο δεύτερος φυλακισμένος, κι αυτός ξύπνιος, ακόνιζε ένα κουτάλι και κατόρθωνε να κόβει σε φέτες το κρέας και τα ψάρια. Μα ο τρίτος που ήταν χαζούλης δεν κατέβαζε καμιά ιδέα, δεν πολυσκοτιζόταν.. προτιμούσε να να μη φάει κι ας πεθάνει της πείνας. Τότε ο πρώτος φυλακισμένος ανέλαβε να λιανίζει και γι' αυτόν τις μπουκιές κι όταν μετά από μερικές ημέρες ο χαζούλης έμεινε δίχως δυνάμεις, άρχισε να τον ταΐζει.

Λίγες μέρες αργότερα, κουρασμένος απ' το να τον ταΐζει και να του λιανίζει το κρέας, ο πρώτος ζήτησε απ' τον άλλον έξυπνο, που όλη τη μέρα ασχολούνταν με το να χαράζει τον τοίχο με το κουτάλι, να τον ξεκουράσει λιγάκι και να ταΐζει εκείνος τον χαζούλη, γιατί αν κανείς δεν τον ταΐσει θα πεθάνει ο κακόμοιρος. Κι εκείνος του απαντά:


«Δίκιο έχεις, πρέπει να σώσουμε το σύντροφό μας και μαζί μ' αυτόν τους εαυτούς μας».

«Γι' αυτό εσύ θα συνεχίσεις να τον ταΐζεις όπως έκανες μέχρι τώρα, ενώ εγώ θα συνεχίσω να προσπαθώ ν' ανοίξω μια τρύπα στον τοίχο να μπει φως, να τελειώνουμε πια μ' αυτή τη φυλακή!»



Όλα στη ζωή μας αξίζουν τον κόπο, η κάθε προσπάθεια που κάνουμε μας βοηθάει να επιβιώνουμε. Πολλοί βολεύονται μ' ένα παραθυράκι με κάγκελα «και ύστερα βλέπουμε..». Είναι η τρύπα στον τοίχο, όμως, το ρήγμα που πρέπει ν' ανοίξουμε αν θέλουμε να γλιτώσουμε, να βγούμε από τη φυλακή μας.


* Η ιστορία είναι από το βιβλίο του Dario Fo, «Η μαριχουάνα της μαμάς είναι πιο γλυκιά», εκδ. Κατσάνος.
* Η φωτογραφία απεικονίζει ένα από τα έργα graffiti του Banksy -διάσημου Βρετανού καλλιτέχνη graffiti του οποίου η αληθινή ταυτότητα παραμένει άγνωστη- στο τείχος του Ισραήλ στη Δυτική Όχθη. Σχολιάζοντας τον "φράχτη ασφαλείας", είπε ότι καθιστά την Παλαιστίνη την πιο μεγάλη "ανοιχτή φυλακή".

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Τόσες αποστάσεις


Μπήκε στο σπίτι με το μόνιμα ερωτηματικό βλέμμα του και κάθισε στην καρέκλα πλάι στο τζάμι, αγνοώντας επιδεικτικά τον αδειανό καναπέ. Κοίταξε χαμηλά, ψηλά, χάζεψε γι' άλλη μια φορά τις αφίσες, τα πόστερ, τ' αποκόμματα, κιτρινισμένα απ' τα χρόνια ν' αφηγούνται σε δυο τοίχους το πέρασμα από την εφηβεία στην ωριμότητα. Εφηβεία που αρνιότανε πεισματικά να ξεκολλήσει, γαντζωμένη στα πολυκαιρισμένα σελοτέιπ που έπιαναν τις άκρες της.

>>>

Το πρώτο τηλεφώνημα αντάλλαξε την απορία των τελευταίων εβδομάδων μ' έναν σιγανό, βουβό πόνο. Πόνο διαρκείας, που ποιος ξέρει πόσες εβδομάδες θα κρατούσε.. Πόνος που μπήκε σα σίφουνας και ανακάτεψε αισθήματα και προσδοκίες, φτύνοντας τη φλόγα της ελπίδας που αργόσβηνε σα λιωμένο κεράκι στο μανουάλι της ψυχής, λίγο πριν τρεμοπαίξει και σβήσει τσουτσουρίζοντας στην άμμο. Το δεύτερο τηλεφώνημα άλλαξε την αμηχανία πέντε χρόνων σε χαρά. Σε αληθινή φιλική χαρά, απ' αυτή που φωλιάζει στις καλύτερες σουίτες της καρδιάς και απελευθερώνεται σε στιγμές γνήσιας επικοινωνίας, έστω κι από απόσταση τηλεφωνική. Χαρά που σήκωσε τα μανίκια και μετέτρεψε μπερδεμένα αισθήματα και σκέψεις σε ειλικρινείς ευχές και γλυκόλογα.

Και στο ενδιάμεσο ο φίλος που εισέβαλλε χαρωπά στο σπίτι και διάλεξε τη γωνιά πλάι στην κουρτίνα, τραβώντας την να καλύψει όλο το μήκος του παραθύρου. Πού σήκωσε το κεφάλι τριγύρω και αναγνωρίζοντας στον τοίχο πρόσωπα και μέρη, και χωρίς να αντιλαμβάνεται τη συνεισφορά του στο μομέντουμ, έπιασε να σιγοσφυρίζει ένα τραγουδάκι απ' τα παλιά.

Θέλω να φύγω, σαν τις κοπέλες που μ' αγάπησαν για λίγο.





Today's Soundtrack:
Βασίλης Καζούλης
"Τα παλιά τραγούδια,
τα παλιά φιλιά,
πίσω μου αφήνω άλλη μια φορά"




Μέσα στο τζάκετ του σκυφτός, ένα παγερό χειμωνιάτικο βράδυ, περπατούσε γοργά, πότε στο πεζοδρόμιο, πότε στο δρόμο, αποφεύγοντας τις κούφιες πλάκες και τα άτακτα ταξί, κλέβοντας τη διαδρομή για το κέντρο. Κάτι του έκαιγε τα σωθικά και δεν ήξερε αν ήταν το τηλεφώνημα που ώρες τώρα έπαιζε ξανά και ξανά στο walkman του μυαλού του ή η υγρή κρυάδα αναμιγμένη με το βρωμερό καυσαέριο του πολύβουου δρόμου. Ήταν, ίσως, κι εκείνο το μπερδεμένο φεγγάρι που ήθελε πάντα κάτι να γυαλίζει..

Κοίταξε το φεγγάρι που την επομένη θα βαφόταν κόκκινο και αναλογίστηκε τη μακρινή απόσταση. Πόσες αποστάσεις.. Σαν κι αυτή απ' το φεγγάρι ως τα βλέφαρα, που ένα τηλεφώνημα είτε την εκτοξεύει σε άλλη γειτονιά αστεριών, είτε τη φέρνει σε απόσταση ζεστής αναπνοής απ' την καρδιά.

Χωρίς την έννοια της απόστασης, όμως, δε νοείται και πλησίασμα, σκέφτηκε και σκούπισε την υγρασία που ξέφυγε θαρρετή απ' τα ματοτσίνορα. Η βραδινή παρεά και πολύ περισσότερο το επερχόμενο τηλεφώνημα θα τον βοηθούσε να κοντέψει προσωρινά την απόσταση σε ανθρωπίνως ανεκτά μέτρα. Μέχρι να ξαναπάρει το μοναχικό δρόμο της επιστροφής, σκυφτός μέχρι τ' αυτιά στο τζάκετ του, εκείνο το παγερό βράδυ του χειμώνα.

* Ο τίτλος είναι δανεισμένος από το ομώνυμο live CD του Βασίλη Καζούλη, πίσω στη χρονιά του 2000.

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

θαλασσινό κοχύλι


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια βάρκα..




Today's Soundtrack:
Ν. Καββαδίας | Θ. Μικρούτσικος | Χ & Π Κατσιμίχας
ύρμα που εκόπηκε στα δυο και πώς να το ματίσω;"





..που έπλεε αμέριμνη στο απέραντο πέλαγος των αιώνιων επιθυμιών. Λεπτή, μικροκαμωμένη, μα καμαρωτή και περήφανη, από ακριβό λουστραρισμένο ξύλο οξιάς, όμορφα εφαρμοσμένο πέτσωμα στη γάστρα και προσεκτική στεγανοποίηση όλων των αρμών. Μικρής ικανότητας, μα εξαιρετικής ασφάλειας!

Κι έβαλε πλώρη στις ήσυχες θάλασσες, σκίζοντας τα νερά με χαρά, με θάρρος, πότε γοργά κι ανάλαφρα, πότε αργά και απολαυστικά. Ποτέ όμως προβληματισμένα. Μ' έναν -ίσως- μικρό εγωισμό που δεν ταίριαζε στο μπόι της. Πόσο της άρεσε όμως! Πότε στις μπουνάτσες, πότε στα μπουρίνια, δεν την πολυ-ένοιαζε, είχε την ασφάλεια, την περηφάνια της, την τόση-δα ικανότητά της.

Κι ήρθε μια μέρα μια νέα επιθυμία. Χρόνια τόσα αρμένιζε, χωρίς σταματημό, χωρίς παράπλευρες σκέψεις. Περνούσε τόπους και ομορφιές.. και προσπερνούσε. Κοιτούσε, μα δε λαχταρούσε. Είχε την ασφάλειά της, την τόση-να! περηφάνια της. Τόσα και τόσα λιμάνια προσπερνούσε και θαύμαζε.. αλλά τώρα πεθύμησε, ένα λιμάνι κι αυτή, να μπει, να δει, να ζήσει την άγνωστη ομορφιά του γιαλού, την άγνωστη πολιτεία της ακροθαλασσιάς.

Και περνούσε λιμάνια αριστοκρατικά, με υποδοχές και παροχές που ποτέ δε σκέφτηκε, με πολυτέλεια που κατά βάθος ποτέ δε λαχτάρησε. Αλλά πώς κολλά ο νους καμιά φορά σ' αυτά που ποτέ δεν τόλμησε να φανταστεί.. Πώς να μπει, πώς να εισέλθει, καλοφτιαγμένη μεν, μα φτωχική, ταπεινή. Δεν έφτανε πια η τόση-δα ικανότητα, ούτε η τόση-να περηφάνια. Και προσπερνούσε. Προσπερνούσε πατικώνοντας στο βάθος της γάστρας της μία-μία τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες της.

Πέρασε όμως κι από λιμάνια φυσικά. Πανέμορφους όρμους και κολπίσκους, ιδανικά χαραγμένους στις άγριες παρειές των νησιών. Λιμανάκια κρυφά απ' τον υπόλοιπο κόσμο, χαριτωμένα με κάθε κάλλος, που έστεκαν εκεί, χωρίς υποδοχή, χωρίς παροχές, μονάχα με τη φυσική περηφάνια τους, αλλά και τη σιγουριά ότι όποια βάρκα περάσει, δει, εκτιμήσει και εισέλθει, ω, αυτή η βάρκα θα 'ναι η πλέον εκλεκτή και ικανή. Θα 'ναι η βάρκα που τόλμησε και κέρδισε το λιμανάκι της.

Κάποτε ζήλεψε ένα από δαύτα, μαγεύτηκε απ' το μυστήριο που έβγαζε η όψη του, σαν σπάνιο κλειστό κοχύλι, κι έβαλε πορεία στο χάρτη να το πλησιάσει. Με την πρώτη ματιά έκρυβε τα πλεονεκτήματά του, μα όσο πλησίαζε και άλλαζε η γωνία προσέγγισης, τόσο αποκαλυπτόταν οι ομορφιές του βάθους του, οι δυνατότητές του, τα χαρίσματά του. Μα αποκαλύφθηκε και η ιδιαίτερα περίπλοκη είσοδός του. Η βάρκα κοντοστάθηκε και μέτρησε τις δυνάμεις τις. Τσίμπησε τόσο-δα κι άλλο την ικανότητά της, φούσκωσε ακόμη κι άλλο την τόση-να περηφάνια της και έκανε να κινήσει την προσέγγιση. Ασκήσεις ακριβείας και τέλειας ισορροπίας. Από τη μια το σύμπλεγμα των βράχων, από την άλλη τα υπόγεια ρεύματα και οι ύφαλοι. Έπρεπε να βρει τον κατάλληλο εκείνο ελιγμό και τη ρεγουλαρισμένη ορμή για να διέλθει το στενό στροφιλίκι, που θα την εισήγαγε επιτυχημένα στον απάνεμο όρμο που τόσο λαχτάρησε.

Ξέχασε όμως, πάνω στην έξαψη των στιγμών, την ασφάλειά της. Δε σιγούρεψε το σκελετό, δεν τσέκαρε το πέτσωμα. Δεν έψαξε για τυχόν πόρους στη στεγάνωση. Παρασύρθηκε κι απ' τη λαχτάρα, μαγεύτηκε από τα φυσικά και κρυφά χαρίσματα του όρμου και όρμηξε σε επικίνδυνα νερά, εκεί που δεν την έπαιρνε. Υπερεκτίμησε την ικανότητά της.. νόμισε θα την σώσει η περηφάνια της, χεχ! Και στην πορεία λιποψύχησε, έχασε το βηματισμό της, το μπούσουλά της για κείνο το δυσεύρετο θαλασσινό κοχύλι. Δε βοήθησε και το λιμανάκι, που αγωνιούσε μεν για την έκβαση της προσπάθειας, επευφημούσε την ικανότητα των ελιγμών, αλλά δεν έκανε μια κίνηση καλής θελήσεως. Δεν ημέρεψε τα ρεύματα, δεν υπέδειξε τους υφάλους..

..Και το θαλασσινό κοχύλι, το δυσεύρετο εκείνο μικρό λιμανάκι έμεινε απροσπέλαστο στη μοναξιά του πελάγους. Να στέκει μπερδεμένο, να σκέφτεται ξανά και ξανά απ' την αρχή όλα τα βήματα της τελευταίας προσέγγισης, να αναρωτιέται μην έκανε λάθος. Να φοβάται μήπως φοβήθηκε το λάθος κι έδιωξε με την αδράνειά του τη βάρκα.

Και η καλή μας βάρκα; Χάθηκε πια απ' το πέλαγος των επιθυμιών, τσακισμένη απ' τη συνειδητοποίηση ότι οι μικρές χαριτωμένες βάρκες, με την τόση-δα ικανότητα και την τόση-να περηφάνια, δεν είναι ούτε περήφανες αρκετά για τα λουσάτα λιμάνια, ούτε, όμως, ικανές αρκετά για τα όμορφα φυσικά αγριο-λίμανα.


Κάποιοι είπαν -νόμισαν- ότι την είδαν να σαλπάρει στις ζεστές θάλασσες της ελπίδας. Αλλαγμένη, αλλοιωμένη, χωρίς ούτε τόση-δα ικανότητα, χωρίς ούτε τόση-να περηφάνια. Αφημένη αδειανή, στ' απάνεμα νερά της ελπίδας. Χωρίς μπούσουλα, χωρίς πορεία στο χάρτη.

Αλλά πάλι μπορεί να έκαναν και λάθος..


* Η ιστορία (μέρα που είναι, δώρα κάνω!) είναι από καρδιάς αφιερωμένη σ' εκείνους κι εκείνες που κατάφεραν να φτιάξουν (ή ο Θεός τους χάρισε) τη ζωή τους σαν όμορφα, γραφικά φυσικά λιμανάκια, απομακρυσμένα από τα λάγνα αδιάκριτα βλέμματα. Που κρύβουν επιμελώς τις χάρες και τα χαρίσματά τους. Μικρά και όμορφα, σαν δυσεύρετα θαλασσινά κοχύλια, που λέει κι ο ποιητής. Τους εύχομαι να έχουν, όμως, και την τόλμη να ενθαρρύνουν τις μικρές βαρκούλες που ορθώνουν τη λειψή περηφάνια και ικανότητά τους και επιχειρούν μια προσέγγιση. Ποιος ξέρει.. μπορεί και οι βαρκούλες αυτές, κι ας μοιάζουν ταπεινές, να είναι το ίδιο σπάνιες και δυσεύρετες! Ο άγιος Νικόλαος, που σήμερα τιμούμε, ας φωτίσει και τα λιμανάκια και τις βαρκούλες και ας ..ξεστραβώνει -κάθε φορά- το γιαλό ανάμεσά τους, να διευκολύνεται η προσέγγιση.. :-)
* Η δεύτερη φωτογραφία της ιστορίας είναι από εδώ.

Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Λούλου

Άνοιξε τα χέρια του και την αγκάλιασε σφιχτά. «Τίποτα δεν θα συμβεί όσο είμαστε μαζί, τίποτα, άντε!» Δάκρυα αυλάκωσαν τα μάγουλα της Λούλου και η μύτη της έτρεχε. Τη ρούφηξε και ακούμπησε το μέτωπό της στο στέρνο του, νιώθοντας το πρόσωπό της να αχνίζει. Η καρδιά του για πρώτη φορά χτυπούσε ακανόνιστα.
«Μην κλαις, Λούλου, τίποτα δεν θα συμβεί. Θα δεις, κάτι θα γίνει. Δεν λένε ότι κανείς δεν χάνεται;»
«Μ' αγαπάς;»
«Ρωτάς;»
«Ναι. Θα μ' αγαπάς ο κόσμος να χαλάσει;»
«Ο κόσμος έχει ήδη χαλάσει κι εγώ ακόμα σ' αγαπώ».
 
Πίεσε τα χείλια του δυνατά στο μέτωπό της κι άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί τριγύρω. Έψαξε με την άκρη του ματιού του στο παρκάκι με την ελπίδα ότι θα έβλεπε κάτι να γυαλίζει στα σκουπίδια. Τίποτα όμως δεν ξεχώριζε γύρω απ' τις βρώμικες σακούλες, παρά μόνο στίβες πεταμένα free press.
 
«Πάμε για ύπνο» είπε σφίγγοντας απαλά το χέρι της. Μπήκαν μέσα χωρίς να αποχαιρετίσουν τα φαντάσματα των μπαλκονιών που χάνονταν ένα ένα όσο ξημέρωνε. Θα τα συναντούσαν πάλι αύριο.

* Απόσπασμα από το βιβλίο της Βάσιας Τζανακάρη «Τζόνι & Λούλου» (εκδ. Μεταίχμιο, σ.59-60). Η φωτογραφία είναι λεπτομέρεια από το εξώφυλλο.
* Grazie mille Φ!

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Το sms του Δεκέμβρη


Μέρες σαν φαντάσματα..
Ώρες σαν ίλιγγος..
Λεπτά σαν μέγγενη που δε λέει να ξεσφίξει.

Είναι τ' ακριβό τίμημα για το βύθισμα στα χρώματα, το κολύμπι στο φως.

Κανείς δεν περνά αναίμακτα απ' το μονοπάτι της αγάπης.


* Βασισμένο σε κείμενο της Νίνας Κουλετάκη, από το blog της. Διασκευασμένο στα μέτρα του παρόντος ιστολογίου.

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Mine vaganti


Η συμβίωση των κέντρων των συναισθημάτων είχε πάντα την ασφαλή ισορροπία της. Η καρδιά υποδεχόταν και διαχειριζόταν τις εισερχόμενες ..βόμβες συναισθημάτων, την ώρα που το μυαλό αναλάμβανε τον γενικό έλεγχο της κατάστασης. Η ψυχή ήταν πάντα στην απέξω. Αυτόνομη και ικανή να διαχειρίζεται τις δικές της νάρκες χωρίς βοήθεια, χωρίς ουσιαστική συμμετοχή των άλλων δύο συνεταίρων.

Έμπαινε ή φύτρωνε, λοιπόν, μια βόμβα στην καρδιά και άναβε το φιτίλι των αντιδράσεων. Η καρδιά κατέγραφε σαν αισθητήρας τα δεδομένα και τα περνούσε στο μυαλό. Κι εκείνο αναλάμβανε την εξέτασή τους. Τι βόμβα είναι αυτή; γιατί φύτρωσε ή ποιος την έστειλε; τι πυρίτιδα έχει; ποιος άναψε το φιτίλι; κ.ο.κ. Κι αφού πραγματοποιούσε όλες τις διαδικασίες ανάδρασης και ανατροφοδότησης έδινε την κατάλληλη πληροφορία στην καρδιά (αν θα πιάσει τόπο η βόμβα, τι ισχύ να έχει η έκρηξη, κ.ο.κ.) για να προχωρήσει στις ελεγχόμενες εκρήξεις! Μια αρμονική συμπληρωματική σχέση, με ένα ελαφρύ προβάδισμα της καρδιάς. Αυτή τραβούσε μπροστά, με το μυαλό να κρατάει τα μπόσικα.




Today's Soundtrack:
Φ. Πλιάτσικας | Bob Dylan | Πυξ Λαξ 
"Με καλώδια κρατιέμαι ζωντανός,
έχω αλλάξει κι η ζωή με θέλει αλλιώς"



Κάποτε φύτρωσε μια νέα βόμβα στην καρδιά, ωραία και στιβαρή. Και ήρθε κάποιος και άναψε το φιτίλι της. Η καρδιά ενθουσιασμένη άρχισε να καταγράφει όλα τα συναισθήματα, όλες τις πληροφορίες. Το μυαλό τις υποδεχόταν άριστα προετοιμασμένο και πλήρως εξοπλισμένο για την επεξεργασία τους. Στην αρχή τα δεδομένα ήταν μπόλικα και πιεσμένα και το μυαλό πρόσθεσε στη μηχανή μερικούς ακόμα από τους διαθέσιμους πόρους του συστήματος. Στην πορεία άρχισαν τα δεδομένα να έρχονται όλο και λιγότερα, μα αυτή τη φορά περισσότερο συγκεχυμένα, πιο μπερδεμένα, αλλά και πάλι το μυαλό έκανε τις κατάλληλες ρυθμίσεις ώστε να αντεπεξέλθει στη νέα τους μορφή, δίνοντας συνεχώς ανατροφοδότηση στην καρδιά ότι προχωρεί καλά. Η ψυχή, ως συνήθως, στην απέξω.

Ώσπου ένα ωραίο πρωί, χτύπησε την πόρτα των συνεταίρων μια νέα βόμβα, διαφορετική, πρωτόγνωρη, αγνώστου ως τότε δυναμικής, μα ιδιαίτερα εκλεκτικής όψης. Και εισέβαλε στους διαδρόμους της εταιρείας και διάλεξε να στρογγυλο-καθίσει στο χώρο του μυαλού. Και λίγες μέρες μετά αυτανάφλεξε το φιτίλι της κάνοντας αισθητή την παρουσία της.

Συναγερμός σήμανε στην εταιρεία. Τα συνεταιράκια σε κατάσταση πανικού δεν ήξεραν πώς να διαχειριστούν μια τέτοια κατάσταση. Δεν τους είχε ξανασυμβεί. Οι βόμβες πάντα την καρδιά επέλεγαν και το μυαλό είχε όλο το καθαρό πεδίο να τις διαχειρίζεται. Τώρα όμως ένα άγνωστο βαρύ φορτίο είχε μπει στον προσωπικό χώρο του μυαλού και "απειλούσε" με το άγνωστο φιτίλι του την αρμονική συνεργασία. Με μια αποφασιστική κίνηση και χωρίς δεύτερες σκέψεις, το μυαλό έστρεψε όλα του τα resources στον άγνωστο επισκέπτη, προσπαθώντας να διαχειριστεί γρήγορα μα επιτυχημένα την ανταλλαγή πληροφοριών που είχε ήδη ξεκινήσει.

Η εταιρεία βρέθηκε, τότε, σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Να έχει ένα μυαλό μονάχο του με όλη την καλή διάθεση να διαχειριστεί τη βόμβα του, αλλά να μην μπορεί να καταγράψει σωστές πληροφορίες (η καρδιά έκανε πάντα αυτή τη δουλειά) κι από την άλλη μια καρδιά μονάχη της, με τη δική της βόμβα, να αισθάνεται, να καταγράφει, αλλά να μην έχει σε ποιον να στείλει τα δεδομένα της προς έλεγχο και διαχείριση. Και τι γίνεται τώρα;

Τότε ξύπνησε απ' την απέξω της η ψυχή και μισοκοιμισμένη, μισοζαλισμένη από τις δικές τις νάρκες έτρεξε να δώσει λίγους από τους δικούς της διαθέσιμους πόρους. Μη έχοντας, όμως, συμμετοχή σ' αυτές τις εμπειρίες, δεν είχε και την κατάλληλη γνώση να βοηθήσει ουσιαστικά.

Και τι έγινε; Έγινε ότι συμβαίνει με τα μικρά παιδιά όταν βρίσκονται σε μια δύσκολη κατάσταση που δεν μπορούν, δεν ξέρουν να διαχειριστούν. Η εταιρεία κλάταρε. Το μυαλό άρχισε να χτίζει τοίχο μήπως και αποφύγει την πληροφορία που ερχόταν μαζεμένη και δεν μπορούσε να καταγράψει, η δε καρδιά άρχισε τις μη ελεγχόμενες εκρήξεις της δικής της βόμβας, που με τη σειρά τους απειλούσαν πιθανή ανάφλεξη της βόμβας του μυαλού. Δε θέλει και πολύ συνήθως..

Τότε ξαναξύπνησε η ψυχή και έκανε έκκληση για έκτακτη βοήθεια. Ζήτησε απεγνωσμένα εντολή για δανεισμό πόρων από άλλα μυαλά φιλικών προσώπων. Και βρήκε μερικά και πήρε πόρους, μα κι αυτοί δε μπορούσαν να βοηθήσουν πολύ, όντας εν μέρει ασύμβατοι με την τρέχουσα κατάσταση. Και σκέφτηκε σαν απέλπιδα λύση να στραφεί στα πιο αγαπημένα πρόσωπα, σ' εκείνα που οι πόροι του μυαλού τους θα ήταν απόλυτα συμβατοί και εκπαιδευμένοι και που σίγουρα με προθυμία θα λάμβαναν δράση. Και τους πήρε η ψυχή με το φόβο εκείνου που κατέχει τον πολυτιμότερο θησαυρό. Μα σαν τους κράτησε στα χέρια της, αναγνώρισε με τρόμο στην ουσία τους την ίδια σπάνια ουσία που είχε διακρίνει τόσο στην πυρίτιδα της βόμβας της καρδιάς, όσο και σ' εκείνη του μυαλού! Τώρα αυτό καλό ή κακό ήταν; Οι πολύτιμοι αυτοί πόροι, με την ίδια ουσία, θα ήξεραν πώς να διαχειριστούν την κατάσταση ή θα επιτάχυναν σαν καταλύτες την αυτανάφλεξη, παρασύροντας όλους στην καταστροφή; 

Μάταια περίμεναν το μυαλό και η καρδιά τους λυτρωτικούς πόρους. Η ψυχή είχε παγώσει, είχε στυλώσει τα πόδια και αναλογιζόταν τις συνέπειες της επόμενης πράξης της. Που ή θα έδινε τη σωτήρια αναπνοή ή θα υπέγραφε το μοιραίο τέλος τους.

Ιδού έρχεται ώρα και νυν ελήλυθεν.

* Ο τίτλος της ιστορίας, "Mine vaganti", θα μπορούσε να αποδοθεί στα ελληνικά ως «παρασυρόμενες νάρκες», όρος που χρησιμοποιείται για τις θαλάσσιες νάρκες που περιπλέουν ελεύθερα και είναι εξαιρετικά επικίνδυνες όχι μόνο για τις εχθρικές αλλά και για τις φίλιες δυνάμεις. Ωστόσο ο όρος στα ιταλικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει ανθρώπους απρόβλεπτους, που εμφανίζονται σε ανύποπτο χρόνο και χώρο για να πούνε αυτό που σκέφτονται. Ο τίτλος είναι δανεισμένος από την πρόσφατη ομώνυμη ταινία του Ferzan Ospetek.

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Late November

Today's Soundtrack:
Pavlov's Dog, «Late November»
"..you never know what's in your heart, what's in your soul"

Σκασμένος καθώς ήταν, έκλεισε με βρόντο το τηλέφωνο. Είχε καθυστερήσει. Πώς να προλάβει τώρα! Αλλά δεν του 'φταιγε κανείς.. εκείνος έχασε την ώρα βουτηγμένος στα βιβλία, δεν υπολόγισε εξαρχής σωστά. Εκείνος "ξέχασε" τα τηλεφωνήματα που ήθελε να αποφύγει, μα έπρεπε να πάρει.. και δεν παίρνουν μονάχα 2-3 λεπτά! Εκείνος ήθελε σαββατοκύριακες εξορμήσεις στο χωριό, πιέζοντας όλες τις υποχρεώσεις δευτεριάτικα.

Τώρα πετούσε ανάλαφρα στα άνετα μποτάκια του, διασχίζοντας την αλάνα πίσω απ' το παλιό σχολείο, καθώς τα κορδόνια της κουκούλας της χοντρής ζακέτας του πάλλονταν ρυθμικά στο ενοχλητικό αεράκι της παγερής βραδιάς.

Υγρή παγωμένη βραδιά. Τα χνώτα του σχημάτιζαν υδρατμούς στην άκρη της μύτης του.. αχ και να 'ταν σαν άλλοτε που τα σκούπιζε με το ανάστροφο της παλάμης, κι ας λερώνονταν το μπουφάν! Σύντομα μετάνιωσε που από μέσα φόρεσε μονάχα χοντρή φανέλα και το πρώτο πουκάμισο που βρήκε μπροστά του, παρατώντας στη μέση βιβλία κι εκθέσεις. Ευτυχώς που η πλεχτή ζακέτα με την ισοθερμική επένδυση κρατούσε σθεναρά τη θερμοκρασία του. Με το βήμα θα ζεσταινόταν λιγάκι ακόμα, σκέφτηκε..

Δεν σκέφτηκε όμως τα χέρια. Κι αν το πρόσωπο το προστάτευαν τα δασιά αφρόντιστα γένια του, τα δάχτυλα του χεριού του πολύ θα 'θελαν ένα ζευγάρι γάντια! Ζεστός όπως ήταν κάλπαζε γοργά το βήμα του προς το κέντρο, συντονίζοντας τα λεπτά μπράτσα του στις κινήσεις του σώματος. Δε βόλευαν οι τσέπες.. χανόταν ο ρυθμός, έπεφτε η απόδοση, καθυστερούσε ο χρόνος. «Δε βαριέσαι, μια τελευταία φορά.. από αύριο γάντια» είπε και χάθηκε στις σκιές των άσχημων σπιτιών που αγκάλιαζαν τ' αδειανό πεζοδρόμιο, κυνηγημένες απ' τα χλωμά αχνοκίτρινα φώτα των δρόμων.


Κάθισε δίπλα στη φωτιά και έφερε τα πλεγμένα δάχτυλά του στο ύψος του σαγονιού. Άγγιξε, όπως πολύ του άρεσε να κάνει, τις κλειδώσεις των δεικτών του με το στόμα και τις ψηλάφισε αργά αργά με τα χείλη του. Μια τραχιά αίσθηση χαλούσε την απαλότητα της λεπτής επαφής. Σκασμένα χείλη, μόνιμα σχεδόν, γδαρμένα με τα δόντια. Και σκασμένα δάχτυλα όμως. Απ' τη χθεσινοβραδινή παγωνιά. Η ζεστή κυκλοφορία είχε ανοίξει τους πόρους του λεπτού δέρματος και η ασφυκτική παγερή υγρασία είχε κανονίσει τη δουλειά της. Το επόμενο πρωί είχε διαπιστώσει εμφανώς τα αποτελέσματα: κρυοπαγήματα στο άνω μέρος των δαχτύλων ως τις κλειδώσεις, αυτές που ξεπετάγονται σα σφίγγει βίαιη η γροθιά, αυτές που από μικρά παιδιά πασπατεύουμε μετρώντας τους μήνες.

Χυμός λεμονιού, η παλιά συνταγή του πατέρα, για τα σκασμένα απ' το κρύο χέρια. Έτσουξε λίγο στις βαθιές αυλακώσεις, στους ματωμένους πόρους που 'χαν βουρκώσει με το πρώτο σφίξιμο. Άπλωσε δεύτερη και τρίτη φορά και κάλυψε τις πληγές με χοντρό ύφασμα. Το επόμενο πρωί θα είχαν επουλωθεί θεαματικά. Τι καλά να επουλώνονταν έτσι όλες οι πληγές.. με ποια συνταγή; Και σε τι χρόνο;

Κοίταξε για τελευταία φορά τη φωτιά, ξέπλεξε τα δάχτυλά του και σηκώθηκε χωρίς σκοπό. Ασυναίσθητα έφερε τ' ακροδάχτυλα του δεξιού του χεριού στις πληγωμένες τραχιές κλειδώσεις του αριστερού και μέτρησε στα σκοτεινά τους μήνες. «...Νοέμβριος..», έφτασε και σταμάτησε στη μεσαία λακούβα στο ανάστροφο της παλάμης. Ξαναπέρασε βιαστικά στη μνήμη του το φθινόπωρο που πλησίαζε στο τέλος του και χαμογέλασε.

Κι αφέθηκε, σιγο-σφυρίζοντας, στους δυνατούς ήχους του ραδιοφώνου, που έπαιζε ένα παλιό ξεχασμένο τραγούδι..

"take her home,
keep her warm,
in late November"

* Η φωτογραφία με τίτλο "Brume du soir / Night Fog" είναι από εδώ.

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Η τέχνη του κερδίζειν

 Today's Soundtrack:
«Εσύ που δε μιλάς»
Οδυσσέας Τσάκαλος
"Εσύ που δε μιλάς και στα μάτια με κοιτάς, ναι, ξέρω πια τι θέλεις.."

«Συνήθως αρέσει στις γυναίκες ..αυτό κι αυτό», έλεγα πρόσφατα σε κάποια, «που είναι τόσο απλό.. απορώ πώς δεν το εφαρμόζουν οι άντρες».
«Κι εσύ είσαι πολύ έξυπνος» μου αποκρίνεται, χμ!

>>>

Περίμενα την αδερφή μου. Μετά από καιρό θα με επισκεπτόταν για σαββατοκύριακο κι εγώ -ως συνήθως- πνιγόμουν στις φούριες μου, χειροπιαστές και συναισθηματικές, που μια ζωή με πηγαίνουν (να το πω κομψά) ..προφυλακτήρα-με-προφυλακτήρα!

Έξυπνος ή όχι, σκέφτηκα να πάρω μια απόφαση στρατηγικής σημασίας για τη ..διαιώνιση της αρμονικής σχέσης με την αδερφή μου. Που δεν περνούν 2 ώρες κοινής συνύπαρξής μας και τα ..ντεσιμπέλ αυξάνουν με λογαριθμικό ρυθμό! Ήξερα ότι έρχεται προετοιμασμένη να δει τα χειρότερα. Ήξερα ότι έρχεται με διάθεση να κουνήσει το δάχτυλο σ' ό,τι το γυναικείο μάτι θα σταθεί περισσότερο από 3 δευτερόλεπτα. Ήξερα ότι έρχεται με μια ανάσα έτοιμη να ξεφυσηχθεί καθώς θα ανασηκώνονται τα μανίκια και θα στρώνεται στη δουλειά. Χμμ.. Είχα μπροστά μου ένα σωρό δουλειές: το άγιο τρίπτυχο της νοικοκυράς σκούπισμα-σφουγγάρισμα-ξεσκόνισμα, ένα πλυντήριο και άπλωμα, τακτοποίηση και καθαρισμός δωματίου, κουζίνας και μπάνιου. Και είχα μπροστά μου το απόγευμα της Πέμπτης και το πρωι-μεσήμερο της Παρασκευής. Mission impossible..

Μια απλή λογική λέει: ξεκινάς κι ό,τι προλάβεις.
Άλλη απλή λογική λέει μην κάνεις τίποτα.. θα τ' ακούσεις 2 μέρες, θα ψιλο-τσουγκριστείτε, στο τέλος όλα μέλι-γάλα και το σπίτι ..τζιτζικένιο!

Χεχ, πότε η απλή (ανα)λογική έβγαλε κυβέρνηση; Χρειαζόμουν μια πιο ενισχυμένη, πιο στραγηκική λογική, που και έκπληξη ευχάριστη θα προκαλέσει και δε θα τα κάνω και όλα μόνος μου!

Κίνηση 1η: ακαριαία τακτοποίηση πραγμάτων. Σε όλο το σπίτι. Ρούχα, βιβλία, χαρτούρες, κουτιά, σακούλες, άπλυτα, σαβούρες... όλα βρήκαν την παλιά τους κατάλληλη θέση και μέσα σε μια ώρα το σπίτι έμοιαζε ..μεγαλύτερο!

Κίνηση 2η: σκούπισμα. Γοργό, χωρίς ωστόσο να στερείται λεπτομέρειας. Εννοείται με ηλεκτρική σκούπα! Με ζαλίζει το κεφάλι ο θόρυβος, αλλά χαλάλι. Πολύ καλή γυμναστική, για μέση και μπράτσα, χμ! Κι ευθύς αμέσως έπιασα κουβά και σφουγγαρίστρα, διέλυσα στο νερό και μια γενναία δόση αρωματικού καθαριστικού και έπιασα τα βήματα του ..χορού! Άλλη μια ώρα περασμένη -η τελευταία διαθέσιμη για την Πέμπτη- και το σπίτι απέκτησε άλλον αέρα!

Αποφάσισα να δωρήσω στον εαυτό μου μια καλή έξοδο για το βράδυ της Πέμπτης. Αποφάσισα, όμως, το ίδιο και για το πρωινό ρεπό της Παρασκευής. Η πρωινή βόλτα στην κίνηση της εργαζόμενης πόλης είναι αγαπημένο μου βίωμα, σιγά μην το έχανα! Πρόλαβα όμως να περάσω από τη λαϊκή, όπου βρήκα μια εξαιρετική ποικιλία μήλων για μηλόπιτα. Χμμ.. λες;..

Κίνηση 3η: Με την επιστροφή μου στο σπίτι είδα ότι μου απέμεναν μόλις τρεις κενές ώρες. Ένα γρήγορο πλύσιμο των άπλυτων στην κουζίνα ήταν εύκολο, όσο παράλληλα έβαζα το πλυντήριο να δουλεύει. Και στον υπόλοιπο χρόνο; Πλύσιμο κουζίνας; Και το μπάνιο; Πφφ!

Κίνηση ματ: μηλόπιτα! Ξέθαψα την παλιά πετυχημένη συνταγή και εξασφάλισα τα απαραίτητα. Μια ώρα προετοιμασία (μα ποιος καθρίζει μήλα πια..), πρώτη στρώση στο ταψάκι, γέμιση, δεύτερη στρώση στο ταψάκι, μια τζούρα λάδι κι έτοιμη για το φούρνο. Εν τω μεταξύ είχε τελειώσει και το πλυντήριο. Το ταψί στο φούρνο, τα ρούχα στην απλώστρα. Μισή ώρα αργότερα τα βρεγμένα στάζουν στο μπαλκόνι και η μυρωδιά της φρεσκοψημμένης ζύμης έχει αρχίσει ν' απλώνεται σ' όλο το σπίτι, αφού ξέχασα να κλείσω την ενδιάμεση συρόμενη πόρτα της κουζίνας.

Μόλις ρόδισε από πάνω, άνοιξα το φούρνο, τράβηξα με προσοχή το ταψάκι και βούτηξα κάθετα και αποφασιστικά το μαχαίρι στο μίγμα. Τραβώντας το σιγανά δεν βρήκα ίχνη κολλημένης ζύμης. Η μηλόπιτα ήταν έτοιμη. Έσβησα το φούρνο και έτρεξα να ετοιμαστώ για τη βραδινή έξοδο με τους ασπαιτέους. Την ώρα που έβγαζα έξω το ταψί, άκουσα κλειδιά να γυρίζουν το μύλο της κλειδαριάς στην πόρτα.

«Γειααα!»
«Γεια.. τιιι είναι αυτή η μυρωδιά;»

Γκολ απ' τα αποδυτήρια, αυτό ήταν! Τη χαιρέτησα, τη φίλησα, την ενημέρωσα για τις μικρές δουλίτσες που έκανα («πρόσεχε πού πατάς, έχω σφουγγαρίσει», κλπ, χεχε!) και έγειρα με περηφάνια το αχνίζον ταψί με τη λαχταριστή μηλόπιτα, να τη δει μπροστά της, να τη χορτάσει. «Για σένα!»

>>>

Ε, δεν είναι και τόσο δύσκολο. Όχι οι μικρές δουλειές, αλλά να ξέρει κανείς τι θέλουν. Αυτό το μικρό, το λίγο, που θα ξεκλειδώσει τη διάθεσή τους για να σου προσφέρουν το περισσότερο. Καμιά φορά, ούτε καν κόπο, μια κίνηση θέλει. Μια αυθόρμητη τρυφερή κίνηση.

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2011

Remember the 17th of November

* του Κώστα Καββαθά

Αν έχω να πω κάτι για τη σημερινή ημέρα είναι ότι ήμουν κι εγώ εκεί. Μέσα στο ΕΜΠ. Στη μεγάλη αίθουσα της Αρχιτεκτονικής από τις 19.00 μέχρι τις 02.00. Κάποια παιδιά μου έδωσαν σημειώματα με τα τηλέφωνα των δικών τους και με έβγαλαν έξω ζητώντας να τους ειδοποιήσω αν πάθαιναν κάτι.

Στην Πατησίων οι σφαίρες έπεφταν βροχή. Στη Χαλκοκονδύλη έπεσα σ’ ένα μπλόκο αφηνιασμένων μπάτσων κι έφαγα το ξύλο της ζωής μου όταν είπα (σαν γνήσιος …μακάκας) “πως είμαι δημοσιογράφος, μόλις είχα βγει απ’ το Πολυτεχνείο και η αστυνομία δεν έπρεπε να επέμβει γιατί θα χυνόταν αίμα”.

"Αυτά, κωλοδημοσιογράφε, να τα πεις στον Φλωράκη", τσίρηξε ένας και μου ‘χωσε μία με το γκλόμπ. Κατάφερα να ξεφύγω. Στη στοά συναντήθηκα με την παλιά μου συνάδελφο την Λήδα τη Μοσχονά. Μέχρι το πρωί περπατούσαμε στους δηλητηριασμένους απ’ τα δακρυγόνα δρόμους των Εξαρχείων, της Νεάπολης και της Ακαδημίας.

>>>

Συνέβησαν πολλά τη νύχτα και την επόμενη μέρα. Είμαι τυχερός, περήφανος και ταπεινός που τα έζησα. Οι παλιοί συνταξιδιώτες ξέρουν ότι ποτέ δε δήλωσα “αντιστασιακός” όπως δε δήλωσαν και οι δεκάδες χιλιάδες Έλληνες που, ίσως, βλέπετε στα παλιά επίκαιρα που δείχνουν τα κανάλια. Σας λέω, όμως, ότι εκείνη η Παρασκευή και τα ξημερώματα του Σαββάτου του Δεκέμβρη του '73 ήταν οι δύο ωραιότερες ημέρες της ζωής μου.

Πού κατέληξαν οι αγώνες εκείνης της γενιάς; Μα, στην κυβέρνηση Ειδικών Αναγκών Παπαδήμου, ενός συγκαμένου cyborg των τοκογλύφων και αργυραμοιβών.

Ποίο το μέλλον; Μα, ο πολιτικός, κοινωνικός και οικονομικός Μεσαίωνας που θα διαρκέσει τουλάχιστον 400 χρόνια.

* Άρθρο και σχόλια από το blog του, εδώ.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

it's all 99 to me!

Today's Soundtrack:
Μάνος Ξυδούς | Παναγιώτης Σπυρόπουλος | Πυξ Λαξ
"Εσύ δεν ήσουνα που μίλαγες για ιπτάμενες στιγμές,
εσύ δεν ήσουνα που έκλαιγες γι' αγάπη;"

Κάποιοι συνηθίζουν να γιορτάζουν τα ετήσια γεννέθλια, άλλοι αρέσκονται στις στρόγγυλες επετείους. Τούτο το ιστολόγιο, όμως, τρέχει πάντα με ..99! Έτσι,

..<99+99+99>+<99/9+99/9+99/9> ημέρες από την πρώτη εμφάνισή του, έφτασε η στιγμή της ανάρτησης Νο99. Και φυσικά εορτάζεται με κάθε -ταπεινή- τιμή. Μπορεί να μην κατάφερε (ακόμα) να έχει 99 σταθερούς αναγνώστες (one hit wonders μπορεί:-), αλλά έχει σίγουρα τουλάχιστον 9. Ποιος να το πίστευε, ε!

Ο adis99 (εκεί ψηλά απ' το ..καλάμι στο οποίο έχει σκαρφαλώσει) ξανα-θυμάται 9 απ' τις 99 αγαπημένες του αναρτήσεις. Όχι τις πιο δημοφιλείς, ούτε τις "καλύτερες". Τις αγαπημένες του!



>>Κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας





>>Συνηγορία υπέρ της Άνοιξης








>>Τι γίνονται τα μολύβια όταν μεγαλώνουν






>>Ένα restore point για το Φθινόπωρο





>>Το sms του Νοέμβρη

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2011

lonel-eleven-ess


Τι ωραία.. που μαζεύτηκαν τόσες μοναξιές μαζί! Τόσοι άσσοι.




Today's Soundtrack:
Monika
"This bloody something,
that freaks me out until the dark
and makes me shout.."






Πάντα μ' άρεσε το 11, γι' αυτόν ακριβώς το λόγο: 1 και 1.
Δυο 1, που όμως δεν έγιναν 1+1=2, αλλά έμειναν 1 & 1, δηλαδή 11.

Ο κάθε άσσος κουβάλησε σ' αυτή τη σχέση, στο 11, τη μοναξιά του, τη μονάδα του. Την ιδιαιτερότητά του. Και ήρθε και πλησίασε και κόλλησε με τον άλλον άσσο. Δυο χαρακτήρες, δυο άσσοι δίπλα-δίπλα. Δεν αφομοιώθηκαν, δεν αλλοιώθηκαν, μα έριξε ο καθένας την περηφάνια του, τόσο ώστε να χωρέσουν ο ένας πλάι στον άλλο. Για πάντα. Και γέννησαν από κοινού έναν ολοκαίνουριο χαρακτήρα, που δεν είναι το άθροισμα των δύο επιμέρους χαρακτήρων, ούτε καν ο μέσος όρος τους, αλλά η κοινή, η συνισταμένη έκφρασή τους.

Σ' έναν κοινό αγώνα, υπό την ίδια ακριβώς θεώρηση. Στον ίδιο κοινό μαύρο φόντο. Δύο πρόσωπα, μια έκφραση.

* Αφιερωμένο στον Βίκτωρα, που έχει την τιμή να γιορτάζει μια τέτοια μέρα 11/11, κάθε χρόνο, πόσο μάλλον φέτος 11/11/11! Εύχομαι νάβρει γρήγορα το δικό του συμπληρωματικό-ταιριαστό άσσο, τόσο απλά και όμορφα.

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Αποχή: 12 μήνες ..ανάλλαντος!

Με λένε adis99 και είμαι 12 μήνες καθαρός.


Today's Soundtrack:
Βασίλης Καζούλης
"Να με συγχωρείς καρδιά μου γιατί έφτασα
ως την πόρτα σου απ' έξω και προσπέρασα."





Ήτανε μια ωραία Τρίτη του Νοέμβρη, τ' αγίου Νεκταρίου ανήμερα, σα σήμερα, σαν τώρα. Παρκάραμε το αυτοκίνητο στο μικρό πάρκιν και κατευθυνθήκαμε προς την είσοδο. Η εικόνα "μύριζε" εγκατάλειψη ή τουλάχιστον έκρυβε επιμελώς τον όγκο του εργοστασίου. Στον αέρα, όμως, πιάναμε μυρωδιές πικάντικες, σαν πεινασμένοι που μπαίνουν σε γερμανική μπυραρία. Η γνωστή "γεύση" απ' τα παλιά, που χτυπάει στη μύτη, σαν καψαλίζεται το σπιτικό τοστ στις καυτές ραβδωτές πλάκες της τοστιέρας. Παντοτινά αγαπημένο το σαλάμι για όλα τα παιδιά των '80s και δώθε!

Αίθουσα αναμονής, μια χαρά. Κυριλέ πολυθρόνες, εσωτερικό αίθριο με κήπο και καταπράσινες γλάστρες. Και η ίδια ευωδία! Μετά ήρθε ο συνεργάτης. Μετά οδηγηθήκαμε σ' ένα διάδρομο. Μετά άνοιξε η πόρτα...

..της κόλασης ίσως όχι, αλλά της αηδίας σίγουρα!

Για πρώτη μου φορά (και ελπίζω όχι τελευταία) στα άδυτα μιας φημισμένης βιομηχανίας αλλαντικών. Η πρώτη αίσθηση που συγκλονίζει "με το καλημέρα" είναι η όσφρηση. Απ' τους πικάντικους ερεθισμούς των θυλάκων της, η μύτη δέχεται μεμιάς κύματα δυσοσμίας, στην αρχή απροσδιόριστα. Κάτι μεταξύ σαπίλας και βαριάς αρμύρας. Και υγρασίας. Η τελευταία είναι παραπάνω από εμφανής σ' όλους τους χώρους. Οι τοίχοι στάζουν υδρατμούς απ' τους φούρνους, τα δάπεδα μουλιάζουν στα νερά που τρέχουν απ' τις μηχανές πλυσίματος. Οι αναγκαστικά χαμηλές θερμοκρασίες και η βαριά μυρωδιά συντηρούν ένα περιβάλλον ..θανατίλας. Πότε μπήκα στο νεκροτομείο και δεν το κατάλαβα;

Στον πρώτο διάδρομο είναι η είσοδος της α΄ ύλης. Μπλοκ κατεψυγμένης ύλης έρχεται σε καροτσάκια. Τετραγωνισμένη σαν μεγάλα τσιμεντόλιθα, μπερδεμένη μάζα που λίγο μοιάζει με κρέας. Λευκή. Όχι απ' τον πάγο.. απ' το λίπος! Πού και πού μπερδεύονται λίγες παρδαλές λωρίδες κρέατος, σαν μπέικον σε χιονισμένη πλαγιά! Τα "μπλόκια" φορτώνονται στον ταινιόδρομο και οδηγούνται στην αλεστική μηχανή, που τα καταβροχθίζει αχόρταγα, πετώντας δω και κείθε θρυμματισμένα κομμάτια. Γέρνω το κεφάλι απ' την πίσω μεριά και βλέπω το αποτέλεσμα. Μια ελαφρώς ροζ χοντρόκοκκη σκόνη, που στη συνέχεια θα οδηγηθεί στα καζάνια για το θερμό χαρμάνιασμα. Εκεί προστίθεται μια άλλη σκόνη, από μια άλλη αλεστική μηχανή, ξηρό λίπος σαν πολύ χοντρό αλάτι.

Αυτό είναι όλο. Ένα "ό,τι να 'ναι" που γίνεται σκόνη και θρύψαλλα, μαζί με μια γεναία δόση κρυσταλλωμένου λίπους, όλα μαζί σ' ένα καζάνι που βράζει και ο αναδευτήρας που εξασφαλίζει την ομοιογένεια του μίγματος. Που μετά ανάλογα με το τελικό προϊόν (σαλάμι, λουκάνικο, πάριζα, κλπ) μπαίνει στο κατάλληλου σχήματος σακουλάκι και ξεχνιέται κρεμασμένο στο γάντζο του που περιμένει στο μακρύ διάδρομο του φούρνου. Μα.. και τα χρώματα; Οι γεύσεις και οι πικοιλίες; Οι πικάντικες μυρωδιές;

Χημεία!

Μπαίνουμε σε παραδιπλανό δωμάτιο και στο δευτερόλεπτο το στομάχι μου σφίγγεται. Αναγούλα ανεβαίνει τις οισοφαγικές διόδους μου και ψάχνει ευκαιρία να εκτονωθεί βίαια προς τα έξω. Τριγύρω μεταλλικά ράφια, όλα γεμάτα σακιά και λεκάνες. Και μέσα σκόνες, ο Θεός να τις κάνει μπαχάρια! Σε όλα τα απίθανα -πανέμορφα αλήθεια- χρώματα, την υφή. Με την πιο αηδιαστική μυρωδιά που έχει καταγράψει η οσφρητική μνήμη μου!

Βρίσκω γρήγορα την έξοδο και προσπαθώ να βρω μια ισορροπία στην αναπνοή μου. Σειρά έχει -ευτυχώς- ο φούρνος. Ευτυχώς, γιατί εκεί οι οσμές αρχίζουν και μοιάζουν μ' αυτές που τρώμε καθημερινά. Ανάλογα με το τελικό προϊόν που θέλει η παραγωγός εταιρεία, προσθέτει στο μίγμα μια συγκεκριμένη ποσότητα και αναλογία μπαχαριών και χημικών και αργότερα στους φούρνους σιγο-ψήνεται με συγκεκριμένη θερμοκρασία, αλλά και είδος pellets! Άλλη γεύση δίνει το pellet πεύκου σουηδικής προέλευσης, άλλη γεύση δίνει το ελατήσιο δανίας!

Ανακεφαλαίωση γενική: α΄ ύλη (κοινή) + ποικιλία μπαχαριών + ιδιαιτερότητα στο ψήσιμο και την καύσιμη ύλη = 10 είδη αλλαντικών.

Προσπέρασα τις συνθήκες υγιεινής.. ψευδοροφές μουχλιασμένες, στόμια αερισμού της οροφής που οδηγούν ελεύθερα σε καταβρώμικα πατάρια, πόρτες που από τις αποθήκες και τον πίσω σκουπιδότοπο οδηγούν κατευθείαν στην καρδιά της παραγωγής.. προσπέρασα κυριολεκτικά και έτρεξα προς την έξοδο. Όπου φύγει-φύγει!

>>>

Η αναγούλα κράτησε 2 μέρες. Να πω την αλήθεια, δεν ξέρω αν έφυγε ποτέ. Τότε ήρθε η απόφαση. Να μην ξαναγγίξω αλλαντικό στη ζωή μου. Η αρχή ήταν εύκολη (νηστεία γαρ), η συνέχεια γαργαλιστική..
«Ένα τοστάκι, ένα λουκανικάκι, ένα κρύο σάντουιτς;»
«Μα καλά, μια πίτσα βρε αδερφέ, μια καρμπονάρα, μια σαλάτα του σεφ!»
«Πεϊνιρλί, λουκανικόπιττες, τορτελίνια...»

Η γνωστή "γεύση" απ' τα παλιά, που χτυπάει στη μύτη, του σπιτικού τοστ που καψαλίζεται στις καυτές ραβδωτές πλάκες της τοστιέρας, από τη μία, και η αηδιαστική αναγούλα που βλέπει φως ανεβαίνοντας προς το στόμα, από την άλλη.

>>>

Με λένε adis99 και είμαι 12 μήνες καθαρός. Μάρτυς μου ο άγιος Νεκτάριος. Βοήθειά μας!

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

4 Τροχοί σε 6 ώρες

Today's Soundtrack:
Μ. Αναγνωστάκης | Δ. Παπαδημητρίου | Γ. Ανδρεάτος
"Θα σου χαρίσω τους πύργους μου, τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου, έχουν πεθάνει από καιρό πριν από μένα."

τόπος: Θεσσαλονίκη-Τρίκαλα
χρόνος: τέλος του μήνα, Παρασκευή απόγευμα

Βόλεψε τα πόδια του στο λιγοστό χώρο που είχε και έκανε το σταυρό του, καθώς το λεωφορείο έβγαινε απ' το σταθμό. Τρεις ώρες είναι αυτές, πολλά συμβαίνουν.. Όταν πια είχαν πιάσει την εθνική προς Αθήνα, άνοιξε τους «Τροχούς», ξεφύλλισε λίγο ώσπου στάθηκε κοντά στη μέση, στις συγκριτικές δοκιμές. Τα κείμενα τον τράβηξαν αμέσως και απορροφήθηκε στις σελίδες τους, δεν συνέβαινε, όμως, το ίδιο και με τους πίνακες. Έριξε μια φευγαλέα ματιά στα διαγράμματα δυναμομέτρησης, το βάρος και το χιλιόμετρο από στάση, έμεινε λίγο παραπάνω στη μέτρηση θορύβου. Το «χρώμα του χρήματος» τον ευχαριστούσε να το προσπερνά αβλεπτί!


Πρόλαβε να διαβάσει τις δοκιμές μακράς διάρκειας καθώς το λεωφορείο περνούσε κάτω από την Κατερίνη, για να αναδυθεί πλέον με την ενότητα των οδοιπορικών και των offroad εξορμήσεων. Φτάνοντας στον Πλαταμώνα -μπαίνοντας έτσι στο ομορφότερο κομμάτι της διαδρομής- ξεκινούσε και το ομορφότερο κομμάτι του περιοδικού, ο Αντίλογος. Έξω το τραγουδισμένο κάστρο - μέσα τα ταξίδια του Τριάντη, έξω τα θλιμμένα δέντρα του φθινοπώρου - μέσα οι ανησυχίες του Μάργαρη για τα οικοσυστήματα, έξω η είσοδος στα ..στριμμένα Τέμπη - μέσα ο ενθουσιασμός του Θέμου για το νέο ιταλικό υπεραυτοκίνητο και οι ιστορίες οικογενειακής τρέλας της Βιτάλη..

Στάση. Ζήτησε από τον οδηγό ν' ανάψει τα σποτ ανάγνωσης. Συνέχισε έτσι, απολαμβάνοντας το δροσερό αεράκι των Τεμπών που έμπαινε απ' την ανοικτή πόρτα του σταθμευμένου λεωφορείου. Τριάντα λεπτά αργότερα κατηφόριζαν ήδη προς το Θεσσαλικό κάμπο, την ώρα που οι σελίδες είχαν βαφτεί αγωνιστικές. Ο Γκρόνχολμ να παλεύει με το «Λέοντα», ο Σουμάχερ να ελπίζει για το πρώτο με τους «κόκκινους».


Ήταν λες και μπορούσε να μυρίσει την εξοχή μέσα απ' τη διπλή τζαμαρία. Σήκωσε το κεφάλι, μισόκλεισε τα μάτια. Προσπάθησε να διακρίνει τους βαθυ-πράσινους όγκους των δέντρων μέσ' στη νύχτα, μα δεν κατάφερε να απαλλαγεί απ' το κουρασμένο είδωλό του, που προβαλλόταν στο φωτισμένο τζάμι. Σκέφτηκε να κλείσει το φως, μα του 'μεναν ακόμα τα νέα από την αγορά του αυτοκινήτου. Πήρε δυο βαθιές ανάσες και βούτηξε για το τελευταίο δεκάλεπτο ανάγνωσης.

Ξαναπήρε ανάσα έξω από το Μεγαλοχώρι, πολύ κοντά πλέον στον τελικό του προορισμό, τα Τρίκαλα. Έκλεισε τους Τροχούς, τους έβαλε στο σακίδιο και έκλεισε τα μάτια. Είχαν μείνει ακόμα λίγα λεπτά ξεκούρασης. Το τεύχος που είχε πρωτ' ανοίξει τέσσερις βδομάδες νωρίτερα στο αντίστροφο ταξίδι, Τρίκαλα-Θεσσαλονίκη, είχε τελειώσει, μαζί κι ο μήνας. Την επομένη το πρωί θα τους έβαζε στο κάτω ακριανό ράφι της βιβλιοθήκης, μαζί με τα άλλα του έτους. Στο τέλος της χρονιάς η δωδεκάδα θα κατέβαινε στο υπόγειο, δίπλα στα τεύχη περασμένων ετών που συστηματικά αγόραζε και διάβαζε από το καλοκαίρι της 3ης Γυμνασίου. Ήτανε τότε το δώρο του για το αριστείο της σχολικής χρονιάς. Το πρώτο του τεύχος των «Τροχών». Ακόμα θυμάται να χαζεύει την πορτοκαλιά Barchetta στο εξώφυλλο. Ακόμα θυμάται που μάζευε ένα μήνα το σχεδόν χιλιάρικο για το τεύχος κι όποτε του περίσσευαν παράγγελνε και κάποιο παλιότερο. Αλλά ακόμα θυμάται και τις φωνές της μάνας του.. «αυτά δε θα σου δώσουν να φας!», όταν μια μέρα κουβάλησε σπίτι εκατό παλιά τεύχη που του χάρισε ο Πέτρος. Εκείνος δεν είχε υπόγειο..


Ο Θεός του χάρισε πολλά ακόμα φοιτητικά χρόνια. Και αμέτρητα ακόμα δρομολόγια Τρίκαλα-Θεσσαλονίκη και επιστροφή, μια φορά το μήνα. Τρεις ώρες πήγαινε, τρεις έλα. Έξι χαμένες ώρες. Ώσπου 'κείνη τη φορά κουβάλησε μαζί του τους «Τροχούς». Σε έξι ώρες προλάβαινε να τελειώσει το τεύχος και να κλείσει λίγα λεπτά τα μάτια, να χωνέψει το κεφάλι τα γραμμένα. Έτσι, ποτέ του δεν ξαναδιάβασε τεύχος στον καναπέ ή στο κρεβάτι όπως συνήθιζε κάποτε. Αποκλειστικά εν κινήσει, από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα, με τη σειρά, σαν βιβλίο.

Ύστερα ήρθε το χαρτί που απ' τη Θήβα τον έστελνε στον Έβρο, εκεί, στην χιλιοτραγουδισμένη «τρύπα της γεωγραφίας» της πολυτιμημένης Εβρολίγκας! Τρεις ώρες για Θεσσαλονίκη, έξι ακόμα για Διδυμότειχο, έφταναν και περίσσευαν για ένα τεύχος μόνο στο πήγαινε. Μα δεν γινόταν πλέον μια φορά το μήνα. Ούτε μια το δίμηνο.. Κι όσες φορές προσπάθησε να συγκεντρωθεί στις σελίδες του αγαπημένου του περιοδικού, τα μάτια βάραιναν υποκύπτοντας αναπόφευκτα στη γλυκιά αγκάλη του ύπνου. Μετά από πέντε χρόνια εν κινήσει ανάγνωσης, έπρεπε τότες να βρει νέες ευκαιρίες, νέους τρόπους.

Και βρήκε. Στα ήσυχα Κυριακάτικα απογεύματα, στις βαρετές εξόδους στην πόλη, στις μεσημεριάτικες απομακρυσμένες σκοπιές..

>>>

Σπάνια πλέον ταξιδεύει με λεωφορείο. Προτιμάει το τραίνο. Όταν και όποτε.. Το ταξίδι δεν είναι ίδιο, όμως. Περισσότερη φασαρία, θόρυβος, συχνά όρθιος. Αλλάζουν και οι παραστάσεις έξω απ' το τζάμι. Και το λεωφορείο άλλαξε, δεν κάνει πλέον στάση όπως τότε.

Άλλαξαν και οι «Τροχοί» φυσικά (τι απέγιναν κι αλήθεια ο «40ος Παράλληλος» τα «4TClassic» και «Blow Out», ο Θέμος, η Ρέα, ο Ριχάρδος κι ο Ζουράρις;), δεν άλλαξε καθόλου, ωστόσο, η ανάγκη και οι συνήθειες της ανάγνωσής τους. Από το «εν λευκώ» και τον «άνθρωπο που γελά», στις «ειδικές διαδρομές» και τον «αντίλογο». Απ' την πρώτη σελίδα ως την τελευταία, με τη σειρά, σαν βιβλίο!

>>>

«Αυτά δε θα σου δώσουν να φας».
Δίκιο είχες μάνα, δε μου έδωσαν.. μου 'μαθαν, όμως, πώς.


Επιστολή που κάποτε είχα στείλει στο περιοδικό και κατάφερα να ξεθάψω. Αφιερωμένη στους πολυ-αγαπημένους μου «4Τροχούς», τη μεγαλύτερη (σε διάρκεια) και πιο ..παθιασμένη σχέση που είχα ποτέ! Χωρίς στιγμή απιστίας, τόσα χρόνια, από εκείνον τον Ιούλιο του '95 που τους πρωτογνώρισα.

Δεν είναι στη φύση των σχέσεων να τερματίζονται. Κάτι θεμελιώδες αλλάζει και σπάει ο σύνδεσμος. Κι εγώ άλλαξα, αλλά στο βάθος είμαι το ίδιο παλικαράκι της 3ης Γυμνασίου, που με τρέμουλο κράτησε το πρώτο του τεύχος, συγκρατώντας τα σάλια του για τη λαχταριστή Barchetta! Οι 4Τ δεν είναι πλέον. Μετά από 16 χρόνια πιστής συμβίωσης (μισή ζωή και βάλε..), ο σύνδεσμος χαλάρωσε, τόσο ώστε να μην έχουμε ειδωθεί δυο μήνες τώρα. Δε λέω «έσπασε», γιατί οι παλιές αγάπες, ναι, πάνε στον παράδεισο, κι εγώ είμαι τόσο επιρρεπής σε πισωγυρίσματα.. Τουλάχιστον, προς το παρόν, δε θα χρειαστώ πρόσθετα ράφια στη βιβλιοθήκη του υπογείου..

ΚΚ, είναι ζόρικοι οι καιροί για επαναστάτες.. πότε δεν ήταν άλλωστε; Χαίρομαι βαθύτατα που ακόμα και την ώρα που σου δείχνουν το exit stage left, εσύ τους δείχνεις την ..ευγενή πράξη! Μακάρι να είχα την ίδια τόλμη, την ίδια τρέλα. Τους αγωνιστικούς μου (από-)χαιρετισμούς.



Για όσους δε διέκριναν τη "σημαία" στο εξώφυλλο του τεύχους Οκτωβρίου 2010 (481). 
Το λάβαρο δείχνει τι μπορούν να κάνουν όταν θα έλθει η στιγμή της αλήθειας..
KK