Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

Το νησί των συναισθημάτων

* του Μάνου Χατζιδάκι
(από το οπισθόφυλλο του blog / ποιος θυμάται άραγε το εξώφυλλο;)


Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα Συναισθήματα. Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα.

Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν. Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή. Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια. Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπερή θαλαμηγό. Η Αγάπη τον ρωτάει:
«Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;»
«Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα».

Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος.
«Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη.
«Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία.

Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια.
«Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου».
«Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.

Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.

Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή: «Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!». Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του. Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του. Η Αγάπη, γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε την Γνώση:
«Γνώση, ποιος με βοήθησε;»
«Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση.
«Ο Χρόνος;;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε o Χρόνος;»

Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με τη βαθιά σοφία της είπε:
«Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».


* Δώστε Χρόνο, αφιερώστε Χρόνο, θυσιάστε Χρόνο.
   Δε μετράει Αγάπη στα λόγια και στη σκέψη μόνο.
   /adis99

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Είναι κάτι σταυροδρόμια..


..που συναντιόμαστε και ύστερα χανόμαστε.


Αυτό το σταυροδρόμι δεν ήταν σαν όλα τα άλλα των δρόμων και των διαδρομών. Δεν προϋπήρχε, δεν ήταν εκεί. Ένας ιδιαίτερος σκοπός το δημιούργησε, μια ανάγκη για έκφραση και επικοινωνία, όταν οι συμβατικοί τρόποι έμοιαζαν στενοί να την χωρέσουν. Και μια μικρή προσπάθεια διερεύνησης ότι άλλο κλείσιμο στον εαυτό και άλλο εσωστρέφεια (η οποία στην τελεία μορφή της καλλιεργεί την εν αγάπη κοινωνικότητα, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά). Όπως ακριβώς άλλο πράγμα η ευαισθησία και άλλο η ευγένεια. Ξαναλέω ότι κλειστός άνθρωπος δεν είναι αυτός που του αρέσει να παραμένει ολιγόμιλος. Δεν είναι αυτός που επιλέγει να μην αποκαλύπτει τα προσωπικά του, αυτός που προτιμά περισσότερο να αφουγκράζεται απ' το να εκφράζεται. Κλειστός είναι εκείνος που φοβάται να γίνεται αντιληπτό από τους άλλους πώς νιώθει, εκείνος που δεν δίνεται, εκείνος που από φόβο κρύβει την καρδιά του ενίοτε στις πολλές κουβέντες ή στις πλούσιες χειρονομίες.

Αυτός ο σκοπός εκπληρώθηκε. Εδώ και κάμποσο καιρό, μάλλον, αλλά η κεκτημένη ταχύτητα των λόγων που συμπιέζονταν μέσα μου και η δικαιοσύνη μου προς αυτούς, έδωσε μια μικρή παράταση μέχρις ότου βρουν όλα την έκφρασή τους. Έτσι όμορφα και απλά. Μέχρι τουλάχιστον να ξαναφουντώσει μια αντίστοιχη ορμητική ανάγκη.

>>>

Δε μπορώ να μη σ' ευχαριστήσω που ανταποκρίθηκες σ' αυτόν τον τρόπο επικοινωνίας. Εσένα που διάβαζες σποραδικά, εσένα που πιάστηκες απ' το πανί στη μέση της διαδρομής και ακολούθησες ως το τέλος. Εσένα που διάβασες δυο αράδες και μετά δεν έβρισκες χρόνο, μα όλο μου 'λεγες πόσο θέλω να προλαβαίνω, εσένα που κάθε τόσο με ρωτούσες πώς πάει το blog κι ας είχες μήνες να μπεις -θα 'ξερες αλλιώς! Εσένα που διάβαζες ανελλιπώς και πάντοτε μου 'λεγες ευχαριστώ κι ας μην το άξιζα, εσένα που δεν παρέλειπες να σχολιάζεις τακτικά κι εσένα που μου απαντούσες ενίοτε με e-mail. Εσένα που έμπαινες απ' το κινητό σου απ' όπου κι αν βρισκόσουν, αλλά κι εσένα που σχολιάζαμε τα γραφόμενα τηλεφωνικά.

Εσένα που στραβομουτσούνιαζες και με κορόιδευες τακτικά κι ας σου άρεσαν αυτά που διάβαζες, εσένα που έπαιρνες περισσότερο στα σοβαρά τι έγραφα και γιατί (τελικά ίσως κατάλαβες και τα περισσότερα).

Μα κυρίως ευχαριστώ ειλικρινά εσένα που υπήρξες έμπνευσή μου στην εκάστοτε ανάρτηση, εσένα που σ' έβλεπα μπρος μου, μέσα μου, σε κάποια γωνιά της καθημερινότητάς μου. Εσένα που ήσουν αν όχι κέντρο, τότε αφορμή των περισσότερων αναρτήσεων, από τις μέρες εκείνες που δεν έμπαινες καν στον κόπο να διαβάσεις, ως τώρα που αυτός ήταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας που σου είχε απομείνει. Ειλικρινείς ευχαριστίες. Η σκέψη μου ταξίδεψε σε διαδρομές που δεν είχε ποτέ φανταστεί κι αυτό εν πολλοίς το χρωστώ και σε σένα.

>>>

Σε κούρασα, όμως, το νιώθω. Και μου το 'λεγες έξω-έξω, «με ανησυχεί ο τρόπος σου τελευταία» τη μια μέρα, και την άλλη «χέι, όλα καλά;». Σε κούρασα τελευταία. Θα βρούμε τώρα άλλους τρόπους να επικοινωνούμε, μη σκιάζεσαι, παραδοσιακούς ή καινούριους, ίσως κάποτε κι απ' αυτό εδώ το σταυροδρόμι, έχε υπομονή!

Ως τότε μπορείς να με βρίσκεις στις αναρτήσεις της Νίνας, στα τραγούδια του Μίλτου, στις αναγνώσεις του σαμιαμιδιού, στους στίχους της Μποφίλιου.
Στην προσευχή σου.

Δε θα χαθούμε. Καλή καρδιά.

Φιλικά, adis99
8..10..12


Today's Soundtrack:
"This is the end
hold your breath and count to ten.
I know I'd never be me
without the security
of your loving arms
keeping me from harm.
Put your hand in my hand
and we'll stand"

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Χάνω το μέτρημα φοβάμαι..


Τους ανθρώπους της ζωής μου κάθισα να τους μετρήσω

«Στο ξαναλέω», μου λέει με μάτια σπινθηροβόλα, «δες ποιοι απ' αυτούς που πέρασαν απ' τη ζωή σου σε εκτίμησαν πραγματικά, σου έδειξαν ειλικρινές ενδιαφέρον..» και μετά από σύντομη παύση «..και βγάλε συμπέρασμα».

τους παρόντες, τους απόντες, καναδυό περαστικούς,
όσους ήρθαν για να μείνουν, όσους έφυγαν πριν γίνουν,
τους κοινόχρηστους, τους ξένους, τους πολύ προσωπικούς.

Τα λόγια του Α. είναι πάντοτε κοφτερά και πώς δένουν, να δεις, μ' εκείνα του Β. για τους ανθρώπους που «σ' αγάπησαν γι' αυτό που είσαι» κι όχι για κάτι άλλο που νόμισαν ή θα 'θελαν. Και δεν είναι λόγια -αυτά του Α. και του Β.- που θα 'λεγε ο άλφα-κι-ο-βήτα.

Άνθρωποι μόνοι που άφησαν σκόνη,
φιλίες κι αγάπες που πήραν οι δρόμοι. 

Και μπήκα στον πειρασμό να σκεφτώ ποιοι είναι αυτοί, από πότε κι από πού. Αλλά είπα στον εαυτό μου ευχαριστώ, δε θα πάρω. Να τους μετρήσω να τους κάνω τι; Μετριούνται οι άνθρωποι, ναι, πώς μετρώ όμως την αγάπη τους, πώς υπολογίζω την εκτίμησή τους, τη συμμετοχή τους στη ζωή μου; Και εν τέλει, ποιος είμαι εγώ για να το κάνω.. Και αυτό που θα βρω και θα σημειώσω, ήταν σίγουρα η πραγματικότητα ή η σκληρή καρδιά μου έκανε ενίοτε του κεφαλιού της; Χώρια που δύσκολα θα μπορούσα να αντιμετωπίσω τις θύμησες που θα 'ρχονταν τρυφερές και ντροπαλές, τέτοιες που σίγουρα θα μ' έκαναν να κοκκινίσω, να θέλω αμήχανα να χαμογελάσω.. ή μήπως να κρυφτώ;

Αγάπες που έμοιαζαν να 'χουν αξία
και άλλες που ξέμειναν στη χειραψία.

Τι σημασία έχει πόσοι.. αρκεί που καταφέρνουν να ενεργοποιήσουν το κέντρο των συναισθημάτων μου, την καρδιά. Αρκεί που βλέπω το παράπονο στο σπάσιμο των πλευρικών ρυτίδων του μετώπου τους όταν με χαιρετούν να φύγω. Αρκεί που μ' αγκαλιάζουν και με το πρώτο τους βλέμμα θα αναρωτηθούν «είσαι καλά; τι τρέχει;». Αρκεί που αισθάνομαι την ειλικρινή τους διάθεση. Μα κυρίως αρκεί που ανησυχούν, που εύχονται μυστικά, που μ' ενδιαφέρον τρέχουν να βοηθήσουν, που με πόνο προσεύχονται.

Και μου βγαίνουν πάντα λίγοι ή μου βγαίνουνε πολλοί
κι είναι η μοναξιά που επείγει ό,τι με μελαγχολεί.

Αλλά είναι και η πικρή αλήθεια που με μελαγχολεί, ότι κάθε τέτοιο μέτρημα καταλήγει σε πληγή, όχι γιατί οι άνθρωποι της ζωής μου είναι τελικά λίγοι ή πολλοί, αλλά γιατί εγώ αποδεικνύομαι συνεχώς όλο και πιο λίγος για 'κείνους. Ανίκανος να ανταποκριθώ στο παραμικρό έναντι της δικής τους παρουσίας. Λίγος σαν φίλος, λίγος σαν αδερφός ή συνάδελφος, ελάχιστος ακόμη σαν παρτεναίρ του δικού μου είναι, της δικής μου καρδιάς. Η χειρότερη μοναξιά δεν είναι να μην έχεις ανθρώπους, είναι να μην μπορείς να ανταποκριθείς στους ανθρώπους που έρχονται δίπλα σου, αυτή που σε κάνει ν' αλλάζεις πεζοδρόμιο να αποφύγεις μια συνάντηση, αυτή που σε κάνει ν' αλλάζεις το βλέμμα τάχα ότι δεν είδες. Αυτή που σε κάνει να ντρέπεσαι να σχηματίσεις το νούμερο στο τηλέφωνο, αυτή που σε κάνει να σκύβεις το κεφάλι από αδυναμία προσέγγισης ή επικοινωνίας.

Όσοι ζουν με το αίσθημα..
Φοβάμαι πως χάνω το μέτρημα.

Τους ανθρώπους της ζωής μου θα 'θελα να τους κρατήσω.



* Σου τραγούδησα το πολύ όμορφο τραγούδι της Νατάσσας Μποφίλιου, «Το μέτρημα», σε στίχους Γ. Ευαγγελάτου και μουσική Θ. Καραμουρατίδη, από το δίσκο της «Εισιτήρια Διπλά» του 2010.

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Προσωπείο vs Πρόσωπο

* του γ. Εφραίμ Βατοπαιδινού


Πολλοί ισχυρίζονται ότι ζούμε σε μια μετανεωτερική εποχή, που εκτός της κληροδοτηθείσης από την νεωτερικότητα αυτονομίας του ατόμου, την χαρακτηρίζει ο κατακερματισμός, ο κορεσμός, η σχετικοποίηση, ο ανορθολογισμός, η αντικοινωνικότητα, η πεσιμιστική επιθυμία τους τέλους της ιστορίας και του κόσμου. Η νεωτερικότητα είχε ως βασικό σύνθημά της το κλασικό Νιτσεϊκό, «ο Θεός έχει πεθάνει». Αν και παρατηρούμε στην σύγχρονη μετανεωτερική εποχή μία «επιστροφή του Θεού», μία επανεμφάνιση και αναβίωση της θρησκευτικότητας, τα συνθήματα «πρέπει να απολαμβάνεις», «όλα επιτρέπονται» κυριαρχούν και επικρατούν. Ο άνθρωπος, όπως προβάλλεται σήμερα μέσα από τα φιλοσοφικά, πολιτικά, κοινωνικά, θρησκευτικά συγκρητιστικά συστήματα, δεν θεωρείται τίποτε περισσότερο από μία βιολογική μονάδα. Το πρότυπο στην σύγχρονη μετανεωτερική εποχή έχει γίνει ο σταρ, ο ηθοποιός, ενώ στην νεωτερική ήταν ο επιστήμονας και στην παραδοσιακή ο άγιος. Το κέντρο υποκειμενικής βαρύτητας στην παραδοσιακή εποχή ήταν η ψυχή, στην νεωτερική η λογική, ενώ σήμερα το σώμα. Σήμερα ο μετανεωτερικός άνθρωπος έχει ως στόχο του την απόκτηση πληροφοριών, ενώ ο νεωτερικός είχε την γνώση και ο παραδοσιακός την σοφία.

Διαπιστώνουμε δηλαδή μέσα από αυτές τις σύντομες συγκρίσεις, ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει εκφυλισθεί, έχει υποβαθμίσει την ποιότητα και το νόημα της ζωής του. Αυτονομημένος, φίλαυτος, ερμητικά κλεισμένος στο εγώ του, ηδονιστής και πεσιμιστής, διαμορφώνει την σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη βιοηθική, που εκφράζει την ανήθικη ηθική ποικιλομορφία της εποχής. Δηλαδή με άλλα λόγια ο σύγχρονος άνθρωπος έχει αποκτήσει ένα έντονα εμπαθές προσωπείο. Χρειάζεται πολύς αγώνας για να απαλλαγεί από αυτό το προσωπείο, να περάσει από το προσωπείο στο πρόσωπο.

>>>

Ο σύγχρονος νέος, δεν μπορεί να γίνει πρόσωπο, αν δεν αγωνισθεί για την κάθαρση της καρδίας του από τα πάθη. [...] Όταν οι δυνάμεις της ψυχής, δηλαδή το επιθυμητικό, το θυμικό και το λογιστικό δεν λειτουργούν φυσιολογικά, αλλά δουλεύουν παρά φύση, τότε αναπτύσσονται τα αντίστοιχα πάθη. Η κάθαρση από τα πάθη επιτυγχάνεται με την αντίστοιχη άσκηση των αρετών και, κατά τον Παλαμά, η θεραπεία αρχίζει πρώτα από το επιθυμητικό. Έτσι στο επιθυμητικό τοποθετούμε την εγκράτεια αντί της φιληδονίας και της πλεονεξίας, στο θυμικό την αγάπη αντί της μνησικακίας και του θυμού και στο λογιστικό την νήψη και την προσευχή αντί της λήθης και της άγνοιας.

>>>

Ησυχασμός είναι ο τρόπος με τον οποίο αποκαλύπτεται ο χώρος της καρδίας, το κέντρο της υπάρξεως του ανθρώπου, αυτό που μπορεί να χαρακτηρισθεί πρόσωπο. Αυτή είναι η μόνη μέθοδος με την οποία ο άνθρωπος αναγεννάται πνευματικά και αναδύεται η υποστατική του αρχή. Ο ησυχασμός οδηγεί στο άνοιγμα της καρδίας, στο άνοιγμα προς κοινωνία με τον Θεό και τον πλησίον. [...] Ο ησυχασμός είναι δράση και όχι αδράνεια. [...] Η απομόνωση, το ερμητικό κλείσιμο στον εαυτό δεν έχουν καμμία σχέση με τον ησυχασμό. [...] Η αληθινή εσωστρέφεια οδηγεί και καλλιεργεί την εν ταπεινώσει και αγάπη κοινωνικότητα.

>>>

Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει διαμορφώσει τέτοιο τρόπο ζωής, ώστε δεν έχει χρόνο να προσευχηθεί, «να σχολάσει και να γνωρίσει τον Θεό». Με τα σύγχρονα μέσα τηλεπικοινωνίας και συγκοινωνίας έρχεται σε άμεση επαφή με πολλούς κόσμους, και σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα όσο ποτέ άλλοτε. Μπορεί να επιτυγχάνει στις δημόσιες σχέσεις, αλλά να αποτυγχάνει στις διαπροσωπικές σχέσεις. Μπορεί να γνωρίζει πολλούς ανθρώπους, αλλά τελικά δεν γνωρίζει τον εαυτό του. Αυτή η απογοήτευση, το υπαρξιακό κενό, η μοναξιά που αισθάνεται ο μεταμοντέρνος άνθρωπος οφείλεται κυρίως στο ότι δεν γνωρίζει να προσεύχεται, δεν αφιερώνει κάποιο χρόνο κατά το διάστημα της ημέρας ή της νύχτας στην προσευχή. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν ζει με την μνήμη του Θεού· θεωρεί ότι ο Θεός είναι κάτι τρίτο στην ζωή του· έχει λησμονήσει ότι το οντολογικό του περιεχόμενο είναι θεοειδές. Δια της προσευχής διευρύνεται το είναι του ανθρώπου και αγκαλιάζει όλο τον κόσμο, ο άνθρωπος τότε χαίρεται την ζωή. Η προσευχή λείπει από τον κόσμο γι’ αυτό και ο κόσμος δυστυχεί.


* Από την ομιλία του γέροντα Εφραίμ Βατοπαιδινού, «Από το Προσωπείο στο Πρόσωπο, κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά», όπως καταγράφεται στο βιβλίο «Αθωνικός Λόγος» της Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, 2010. Μπορείτε να τη διαβάσετε και διαδικτυακά εδώ.

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

Ο χρόνος που παγώνει κι η ζωή που συνεχίζεται

* της Μαρίας Μητά


Το ρολόι στον τοίχο είχε χαλάσει και τα ρολόγια είναι χαλασμένα όταν σταματούν να δείχνουν την ώρα, αν και υπάρχει ο συλλογισμός ότι τα ρολόγια δεν χαλάνε ποτέ, γιατί ακόμα και σταματημένα δυο φορές τη μέρα θα δείχνουν τη σωστή ώρα. Όπως και να έχει το ρολόι έδειχνε εφτά και είκοσι δύο πάνω από ένα χρόνο και κανένας μέσα στο σπίτι δεν είχε δείξει την παραμικρή διάθεση να ελέγξει αν είχε χαλάσει ή αν χρειαζόταν μπαταρίες. Η Ελένη όποτε πέρναγε από μπροστά του σκεφτόταν ότι είναι κάπως χαριτωμένο αυτό το σταματημένο ρολόι, σαν να είχε βρει τον τρόπο να παγώσει τον χρόνο. Ο Κυριάκος κάθε φορά που το κοίταγε έλεγε να θυμηθεί να πάρει μπαταρίες και κάθε φορά που τις ξέχναγε έλεγε στον εαυτό του ότι δεν πειράζει γι' αυτό άλλωστε υπάρχουν τα κινητά και τα ρολόγια χειρός. Ο γάτος πάλι κάθε φορά που το κοίταγε έλεγε στον γατίσιο του εαυτό ότι όλες οι ώρες είναι εφτά και είκοσι δυο. Και έτσι πέρναγαν οι μέρες με τους δείκτες σταματημένους.

Η Ελένη και ο Κυριάκος ήταν ένα παλιό ζευγάρι και όταν λέμε παλιό δεν εννοούμε μεγάλο σε ηλικία αλλά ότι είχαν παλιώσει, είχαν φθαρεί, η σχέση μεταξύ τους είχε ξεθωριάσει. Είχαν γνωριστεί πριν από εννέα χρόνια σε ένα πάρτι και ο Κυριάκος είχε ρωτήσει την Ελένη αν ήθελε να τα φτιάξουν, η Ελένη είχε γελάσει δυνατά και του είχε απαντήσει, «Να τα φτιάξουμε; Γιατί δεκαπεντάχρονα είμαστε;». Και τα φτιάξανε σαν δεκαπεντάχρονα. Ερωτεύτηκαν με μανία, όλα τα καλά του κόσμου είχαν φτιαχτεί για αυτούς τους δυο μόνο, ο Ήλιος ανέτελλε και έδυε μόνο για χάρη τους, πίστευαν ότι είχαν βρει το άλλο τους μισό, αν και η Ελένη είχε αναρωτηθεί αν αυτό ήταν αλήθεια γιατί και πριν τον Κυριάκο ολόκληρη αισθανόταν, απλώς τώρα με εκείνον δίπλα της ένιωθε πιο ολόκληρη από ολόκληρη. Μετά από ένα χρόνο σχέσης, ο Κυριάκος της είπε να συζήσουν και η Ελένη έκανε χώρο στα συρτάρια της και στην ντουλάπα της και τον καλοδέχτηκε. Συμφωνήσαν για τις δουλειές του σπιτιού από την αρχή, εκείνη μαγείρευε, του σιδέρωνε τα πουκάμισα, εκείνος πήγαινε για ψώνια, μάζευε το τραπέζι και το μόνο που της ζήτησε ήταν να μην απλώνει τα ρούχα. Η Ελένη παραχώρησε αυτόν τον συμβιβασμό πολύ εύκολα. Κάθε Κυριακή του έκανε μια μικρή γιορτή, γιατί ο Κυριάκος της γιορτάζει κάθε Κυριακή. Καλούσαν φίλους, έτρωγαν, έπιναν και όλοι θαύμαζαν τον υπέροχο έρωτά τους.

Ο Κυριάκος μια μέρα έφερε στο σπίτι τον γάτο και η Ελένη τον αγάπησε αυτομάτως. Ήταν πολύ όμορφο γατί και επίσης πολύ τεμπέλικο, μεταξύ τους έλεγαν ότι με αυτόν τον γάτο θα μπορούσαν να τους φάνε τα ποντίκια. Στην αρχή του είχαν βρει και όνομα, Bruce Lee, αλλά δεν είχαν συνεννοηθεί καλά και έτσι ο ένας τον φώναζε Bruce και ο άλλος Lee. Τις μόνες φορές που το όνομα του γάτου ακουγόταν ολόκληρο ήταν όταν τον έχαναν και έβγαιναν στο δρόμο να τον ψάξουν. Τότε ο ένας στο ένα στενό φώναζε Bruce και ο άλλος στο παρακάτω Lee. Ο γάτος πάλι ήταν πολύ τσαντισμένος που δεν είχαν καταλήξει σε ένα όνομα και έτσι δεν απάνταγε σε κανένα, παρέμενε σιωπηλός και χαμένος για καναδυό μέρες.

Today's Soundtrack:
(Burt Bacharach)

Τα χρόνια πέρναγαν, οι Κυριακάτικες γιορτές λιγόστευαν και ο γάτος πάχαινε. Ο Κυριακός είχε ξεκινήσει μαθήματα ιστιοπλοΐας κι ας ήξερε ότι δεν θα έπαιρνε ποτέ του σκάφος, αλλά του άρεσαν πολύ τα σχοινιά, τα πανιά και η θάλασσα. Στην Ελένη δεν άρεσε καθόλου όπως μύριζε ο Κυριάκος όταν γύρναγε από τα μαθήματα, μύριζε κάτι σαν ψάρι, όχι ακριβώς ψάρι όμως. Στον γάτο άρεσε αυτή η μυρωδιά γιατί του άνοιγε την όρεξη. Η Ελένη έκανε γιόγκα, διαλογισμό και έκαιγε συνέχεια φασκόμηλο για να καθαρίσει η ατμόσφαιρα. Η μυρωδιά αυτή δεν άρεσε ούτε στον Κυριάκο ούτε στον γάτο.

I don't know what to do with myself,
planning everything for two, doing everything with you 
and now that we're through, I just don't know what to do.

Τα βράδια έτρωγαν μπροστά στην τηλεόραση και βλέπανε ταινίες σιωπηλοί. Τις Τετάρτες πηγαίνανε κανένα θέατρο, τα Σάββατα έβγαιναν για ψώνια και για καφέ, τις Κυριακές πια δεν ήξεραν πώς να βολέψουν τον εαυτό τους μέσα στο σπίτι. Με λίγα λόγια οι ζωές τους είχαν μπει σε αυτόματο πιλότο. Μέχρι που μια μέρα συνέβη το αδιανόητο, η Ελένη ερωτεύτηκε. Αδιανόητο για την Ελένη γιατί σε όλους τους υπόλοιπους φαινόταν λογικό. Στην αρχή της προκάλεσε έκπληξη γιατί νόμιζε ότι ο Κυριάκος ήταν το άλλο της μισό αλλά μετά αφέθηκε στην περιπέτεια και άρχισε να απομακρύνεται από το παλιό της μισό. Ο Κυριάκος κατάλαβε αμέσως ότι κάτι καινούργιο υπήρχε στην ζωή της και του προκάλεσε μεγάλη εντύπωση ότι δεν τον ένοιαζε καθόλου. Στον γάτο πάλι εντύπωση έκανε ότι κανείς πια δεν τον φώναζε ούτε Bruce ούτε Lee, μόνο ψιτ.

I just don't know what to do with myself,
movies only make me sad, parties make me feel as bad,
'cause I'm not with you, I just don't know what to do.

Το ρολόι ήταν σταματημένο ήδη δυο χρόνια όταν ο Κυριάκος και η Ελένη αποφάσισαν να χωρίσουν. Ήταν ένας απόλυτα πολιτισμένος χωρισμός. Αγκαλιάστηκαν, έκλαψαν και είπαν να μείνουν φίλοι, αν και οι δυο ήξεραν ότι κάτι τέτοιο δεν θα γινόταν. Μοίρασαν τα πράγματα τους, μοίρασαν ακόμα και τον γάτο. Την κηδεμονία την πήρε η Ελένη. Όταν ο Κυριάκος έφυγε μαζί με τις κούτες του και η Ελένη ήταν πια μόνη της δεν ήξερε τι να κάνει αυτήν την καινούργια της ελευθερία. Αναρωτήθηκε αν θα ξαναπήγαινε ποτέ θέατρο Τετάρτη και αν ποτέ θα ξαναγιόρταζε κάποια Κυριακή, ξαφνικά το σπίτι γέμισε θλίψη και ένιωσε μισή. Ο Κυριάκος έμεινε μέσα στο αυτοκίνητο του μια ώρα γιατί δεν ήξερε πού να πάει, γιατί έτσι ξαφνικά άρχιζε να του λείπει η Ελένη και προσπαθούσε να θυμηθεί το τραγούδι που έπαιζε στο πάρτι εκείνο που τα φτιάξανε.

Like a summer rose needs the sun and rain,
I need your sweet love to beat love away.  

Την επόμενη μέρα η Ελένη αγόρασε μπαταρίες για το ρολόι και επιτέλους ο γάτος είδε ότι υπάρχουν και άλλες ώρες πέρα από τις εφτά και είκοσι δύο.


* Άρθρο της στο e-tetRadio, με αφορμή το τραγούδι του Burt Bacharach, "I just don't know what to do with myself". Μεταξύ των δεκάδων εκτελέσεων του συγκεκριμένου τραγουδιού, ξεχωρίζουν οι διασκευές της Dusty Springfield (1964) και των White Stripes (2003). Για την ιστορία και μόνο, το ..γαργαλιστικό ασπρόμαυρο βίντεο των τελευταίων σκηνοθέτησε η Sofia Coppola με πρωταγωνίστρια την Kate Moss.

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Φοβόμαστε

* της Νίνας Κουλετάκη


Ισοπεδώνουμε για να αμυνθούμε,
προσβάλλουμε για να επιτεθούμε,
αδικούμε για να παρηγορηθούμε,
συντασσόμεθα για να δυναμώσουμε,
υποχωρούμε για να μην είμαστε μόνοι,
ξεχνάμε για να μην έχουμε ενοχές,
ασχημαίνουμε για να μην έχουμε ευθύνες,
επιλέγουμε για να νιώσουμε ασφαλείς,
δηλώνουμε για να μην ρωτήσουμε,
πληγώνουμε για να μην πονέσουμε...












Φοβόμαστε.

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Της απώλειας


Σε σκεφτόμουν όλη μέρα, σήμερα. Δεν ξέρω γιατί, δεν έγινε κάποια συζήτηση για σένα, δεν είδα κάτι που να σε θυμίζει, τίποτα απολύτως. Κι όμως, από την ώρα που ξύπνησα σε είχα στο μυαλό μου.

Πέρασα όλο το πρωινό με φίλους, το απόγευμα έγραψα λίγο, διάβασα λίγο, το βράδυ είδα τρεις ταινίες, τη μια πίσω από την άλλη. Κι εσύ εκεί, στην άκρη του μυαλού, να κυριαρχείς στις σκέψεις μου.

Πόσο μου λείπεις, νάξερες πόσο μου λείπεις! Είναι τόσα που θέλω να σου πω, είναι τόσα που έχουν γίνει και δεν τα ξέρεις, έχει αλλάξει τόσο η ζωή μου αυτές τις λίγες μέρες που δεν θα το πίστευες. Ή μήπως όλα τα γνωρίζεις και χαίρεσαι με τα χαρούμενά μου και λυπάσαι με τα λυπητερά μου;

Λένε πως ονειρεύεται κανείς την τελευταία σκέψη του πριν τον ύπνο. Ψέμματα. Σε σκέφτομαι, επίτηδες, σχεδόν κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ. Ποτέ δεν ήρθες στον ύπνο μου, ούτε μια φορά, τόσες μέρες. Κι εγώ περιμένω, σε περιμένω κάθε βράδυ, να σε ξαναδώ να μου γελάς. Γιατί δεν έρχεσαι; Πας στα όνειρα της μαμάς, πας και στα όνειρα του Αντώνη. Σ’ εμένα γιατί δεν έρχεσαι;

Ξέρω, γελάς τώρα, και με κοροϊδεύεις. "You can’t see dead people", ψιθυρίζεις και ξεκαρδίζεσαι. Πόσο έχω λαχταρήσει το γέλιο σου, νάξερες..

Γύρισα σπίτι και βρήκα τα πράγματά σου όπως τα άφησες εκείνη τη μέρα, για λίγο καιρό θα 'φευγες άλλωστε.. Τα ρούχα στο κρεβάτι, τα βιβλία στο κομοδίνο με τις σελίδες τσακισμένες. Τις πρόσφατα ανοιγμένες ιστοσελίδες στο κομπιούτερ που κοίταξες.

Μου λείπει η παρουσία σου, μου λείπει και ο άντρας που ήσουν. Μα, νομίζω, πως περισσότερο μου λείπει η ωριμότητά σου, που δεν θα συναντήσει ποτέ τη δική μου.

Μου λείπεις πολύ, και πονάει.

Rope breaking on Man
holding stone heart on Hillside
Today's Soundtrack:
Eddie Vedder - Tuolumne

* Όσο μεγάλη και ό,τι λογής κι αν είναι μια απώλεια, δεν είναι ποτέ οριστική. Το για πάντα και το ποτέ είναι τόσο μα τόσο σχετικά σ' αυτή τη ζωή, αγαπητοί μου Φ και Κ. Κάποτε θα συναντήσουμε ξανά τους χαμένους, κι εκείνοι θα μας ποθούνε κι όταν ακόμη θα 'χουμε συνηθίσει την απώλειά τους, όταν δε θα τους ψάχνουμε πια. Τους ζωντανούς-χαμένους πώς θα ξανάβρουμε μου λες..

* Βασισμένο σε ανάρτηση της Nina C.

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Το τελευταίο sms


Όταν βλέπεις ότι δεν μπορείς να φτάσεις τους στόχους σου με το ρυθμό που πηγαίνεις, μην αναπροσαρμόζεις τους στόχους αλλά τα βήματά σου.


«παρά Κυρίου τά διαβήματα νθρώπου κατευθύνεται,
καί τήν δόν ατο θελήσει σφόδρα»

[Ψαλμ. λς' 23]