Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2016

Επιχείρηση Ανθρωποειδές

Η ιστορία είναι η μόνη μοίρα που υπάρχει: μπορείς να την ξαναδιαβάσεις και να την ερμηνεύσεις όπως θες, μα δεν μπορείς να την ξαναγράψεις.


Η στιγμή πλησιάζει, το νιώθω. Η Μερσεντές είναι στο δρόμο. Έρχεται. Στον αέρα της Πράγας πλανιέται κάτι που με διαπερνά ως το κόκαλο. Οι στροφές του δρόμου ορίζουν τη μοίρα ενός ανθρώπου, και ενός άλλου, και ενός άλλου, και ενός άλλου. Βλέπω τα περιστέρια να απογειώνονται από το μπρούτζινο κεφάλι του Γιαν Χους και, σε δεύτερο πλάνο, το ωραιότερο σκηνικό του κόσμου, την Παναγία του Τυν, το μαύρο καθεδρικό ναό με τους πυργίσκους του που σκίζουν τον αέρα, το ναό που με κάνει να θέλω να πέσω στα γόνατα κάθε φορά που μπορώ να θαυμάζω το γκρίζο μεγαλείο της απόκοσμης πρόσοψής του. Η καρδιά της Πράγας χτυπάει στο στήθος μου. Ακούω το κουδουνάκι των τραμ. Βλέπω τους άντρες με τις γκριζοπράσινες στολές που οι μπότες τους αντηχούν στο οδόστρωμα. Είμαι σχεδόν εκεί. Πρέπει να πάω εκεί. Πρέπει να πάω στην Πράγα. Πρέπει να είμαι εκεί όταν θα συμβεί το γεγονός.

Πρέπει να το γράψω εκεί.

Ακούω τη μηχανή της μαύρης Μερσεντές που φιδοσέρνεται στο δρόμο. Ακούω την ανάσα του Γκάμπτσικ, που, τυλιγμένος σφιχτά στο αδιάβροχό του, περιμένει στο πεζοδρόμιο, βλέπω τον Κούμπις απέναντι, και τον Βάλτσικ να 'χει πάρει θέση ψηλά στο λόφο. Νιώθω την παγωμένη γυαλάδα του καθρέφτη του, βαθιά στην τσέπη του σακακιού του. Όχι ακόμα, όχι ακόμα, už nie, noch nicht.

Όχι ακόμα.

Νιώθω τον άνεμο που μαστιγώνει τα πρόσωπα των δύο Γερμανών μέσα στ' αυτοκίνητο. Ο οδηγός οδηγεί πολύ γρήγορα, το ξέρω, έχω χιλιάδες μαρτυρίες που το βεβαιώνουν, δεν ανησυχώ γι' αυτό. Η Μερσεντές τρέχει με μεγάλη ταχύτητα, κι αυτό είναι το πολυτιμότερο κομμάτι του φαντασιακού μου, αυτό για το οποίο είμαι πιο περήφανος απ' όλα τα άλλα, αυτό που την ακολουθεί από πίσω σιωπηλά. Ο αέρας μπαίνει ορμητικά στο αυτοκίνητο, ο κινητήρας βρυχάται, ο επιβάτης λέει διαρκώς στον οδηγό του, έναν πραγματικό γίγαντα, «Schneller! Schneller!» Πιο γρήγορα, πιο γρήγορα, μα δεν ξέρει ότι ο χρόνος έχει αρχίσει κιόλας να κυλάει πιο αργά. Σε λίγο ο ρους του κόσμου θα παγώσει σε μια στροφή του δρόμου. Η γη θα σταματήσει να γυρίζει την ίδια στιγμή με τη Μερσεντές.

Μα όχι ακόμα. Το ξέρω καλά πως ακόμα είναι πολύ νωρίς. Δεν είναι ακόμα όλα στη θέση τους. Δεν έχουν ειπωθεί όλα. Είναι σίγουρο πως θα ήθελα να αναβάλλω αυτή τη στιγμή αιωνίως, ενώ το ίδιο λεπτό όλη μου η ύπαρξη τείνει αμετάκλητα προς αυτήν.

Ο Σλοβάκος, ο Μοραβός κι ο Τσέχος από τη Βοημία περιμένουν κι αυτοί, και θα πλήρωνα ακριβά για να νιώσω αυτό που αισθάνονταν εκείνη τη στιγμή. Εμένα όμως με έχει διαβρώσει η λογοτεχνία. «Νιώθω μέσα μου ν' αναδεύεται κάτι κακό», λέει ο Άμλετ, κι ακόμα και σε μια τέτοια στιγμή εκείνο που μου έρχεται στο μυαλό είναι μια φράση του Σαίξπηρ. Να με σχωρνάτε. Ας με συγχωρήσουν κι εκείνοι. Όλα τα έκανα γι' αυτούς. Έπρεπε να βάλω μπρος τη μηχανή της μαύρης Μερσεντές - και δεν ήταν εύκολο. Χρειάστηκε να τα βάλω όλα στη θέση τους, να ασχοληθώ με την προετοιμασία, συμφωνώ, να υφάνω τον ιστό αυτής της περιπέτειας, να στήσω την κρεμάλα της Αντίστασης, να τυλίξω τη φριχτή περγαμηνή του θανάτου με το θαυμαστό περιτύλιγμα του αγώνα. Κι όλα αυτά, βεβαίως, δεν είναι τίποτα. Χρειάστηκε, αψηφώντας τις συστολές μου, να συναναστραφώ ανθρώπους τόσο ψηλούς, που, αν ποτέ κοιτούσαν κάτω το χώμα, δεν θα υποψιάζονταν καν την ύπαρξή μου, την ύπαρξη ενός ταπεινού εντόμου.

Μερικές φορές, χρειάστηκε να εξαπατήσω, να απαρνηθώ τα πιστεύω μου, διότι οι λογοτεχνικές μου πεποιθήσεις δεν έχουν καμιά αξία μπροστά σ' αυτό που διακυβεύεται ετούτη τη στιγμή. Σ' αυτό που θα παιχτεί σε λίγα λεπτά. Εδώ. Τώρα. Σ' αυτή τη στροφή, στην οδό Χολέσοβιτσε, στην Πράγα, εκεί όπου αργότερα, πολύ αργότερα, θα φτιάξουν κάτι σαν ανισόπεδη διάβαση, γιατί η μορφή μιας πόλης αλλάζει πιο γρήγορα, αλίμονο, απ' ό,τι η μνήμη των ανθρώπων.

Μα όλα αυτά δε έχουν σημασία. Το μόνο που μετράει από τώρα και στο εξής είναι μια μαύρη Μερσεντές που φιδοσέρνεται στο δρόμο. Ποτέ μου δεν αισθάνθηκα πιο κοντά στην ιστορία μου.

Πράγα.

Νιώθω το μέταλλο να τρίβεται πάνω στο πετσί. Και την αγωνία που μεγαλώνει στα σωθικά των τριών αντρών, και την ψυχραιμία που προσπαθούν να δείξουν. Δεν πρόκειται για την αρσενική σιγουριά αυτών που ξέρουν ότι θα πεθάνουν, γιατί, αν και έχουν προετοιμαστεί γι' αυτό, η δυνατότητα διαφυγής δεν χάθηκε ποτέ εντελώς από τον ορίζοντα, κι είναι αυτό, κατά τη γνώμη μου, που καθιστά ακόμη πιο αφόρητη την ψυχολογική ένταση. Δεν ξέρω ποιες απίστευτες ψυχικές δυνάμεις επιστράτευσαν για να κατακτήσουν την αυτοκυριαρχία τους. Απαριθμώ νοερά, στα γρήγορα, τις περιπτώσεις στη ζωή μου που χρειάστηκε να δείξω ψυχραιμία. Η απόλυτη γελοιότητα! Κάθε φορά το διακύβευμα ήταν αστείο: το πόδι μου που είχα σπάσει, μια νύχτα στο αστυνομικό τμήμα ή, το πολύ, καμιά χυλόπιτα, αυτοί είναι όλοι κι όλοι οι κίνδυνοι που διέτρεξα στην ταπεινή ζωή μου. Πώς λοιπόν θα μπορούσα εγώ να δώσω έστω την παραμικρή ιδέα για όσα έζησαν αυτοί οι τρεις άντρες;

Σίγουρα όμως δεν είναι ώρα για τύψεις κι ενοχές. Άλλωστε κι εγώ, αν το καλοσκεφτείς, έχω τις δυσκολίες μου και πρέπει να τις αντιμετωπίσω. Πρέπει ν' ακολουθήσω πιστά τη Μερσεντές. Να ακούσω τους θορύβους της ζωής αυτό το πρωινό του Μάη. Να νιώσω το αεράκι της Ιστορίας που σιγά σιγά αρχίζει να φυσάει. Να παρουσιάσω τον κατάλογο με όλους τους συντελεστές που ανέβηκαν στο προσκήνιο από τα βάθη του χρόνου, από το 12ο αιώνα ως τις μέρες μας και τη Νατάσα. Κι απ' όλους αυτούς να μην κρατήσω παρά πέντε ονόματα: Χάιντριχ, Κλάιν, Βάλτσικ, Κούμπις και Γκάμπτσικ.

Μέσα στη δίνη αυτή της ιστορίας, μόλις τώρα αυτοί οι πέντε αρχίζουν να βλέπουν το φως.


* Από το βιβλίο του Laurent Binet, HHhH - Himmlers Hirn heisst Heydrich (Ο Χάιντριχ είναι ο εγκέφαλος του Χίμλερ), που εξιστορεί με ακρίβεια τα γεγονότα γύρω από την απόπειρα δολοφονίας του Ράινχαρντ Χάιντριχ -του «ξανθού κτήνους», του «δημίου της Πράγας», του πιο επικίνδυνου άντρα του Γ' Ράιχ, αρχηγού των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών και δεξί χέρι του Χίμλερ- από δύο Τσεχοσλοβάκους αλεξιπτωτιστές, τον Μάη του 1942 στην Πράγα. Πρόκειται για την Επιχείρηση Ανθρωποειδές, μία από τις πιο τολμηρές και ηρωικές απόπειρες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Εκδ. Κέδρος, μετάφρ. Γιώργος Ξενάριος.