Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Κλειστόν λόγω Κατασκήνωσης


Δεν είναι ότι θα αλλάξει κάτι στην έξω πραγματικότητα. Είναι η μέσα που θα κάνει ανασυγκρότηση δομών.. πλύσιμο, στίψιμο, στέγνωμα, σιδέρωμα. Για να τσαλακωθεί ξανά -τι αφέλεια!- στο πρώτο τετ-α-τετ.


Βαρύ του λόγου στόλισμα με τυραννάει, χάνεται μες σ' αισθήματα η καρδιά μου, ξένη μια λύπη μες στον κόσμο με λυγάει.

Πονώ έναν πόνο για τα πάντα
και 'σένα, Κύριε, θυμάμαι.



Μακάρι, όμως, να μη χαθεί η διάθεση. Αυτή που θα μας σμίξει ξανά εδώ.
Ως τότε, να είστε δυνατοί, μακάρι και χαρούμενοι. Κι οι δυνατοί δεν χάνονται καρδιά μου, το ξέρεις, μα οι χαρούμενοι στ' αλήθεια ζούνε.

* Οι στίχοι είναι απόσπασμα από ένα καινούριο κατασκηνωτικό τραγούδι. Ποιος είπε ότι αυτά τα τραγούδια δεν έχουν νοήματα;

Σάββατο 21 Ιουλίου 2012

..and justice for all


«Άκου να δεις γιε μου..»

Ο πατέρας, με ξυρισμένο μελαμψό κεφάλι και casual ντύσιμο, πέρασε το δεξί του χέρι στον ώμο του δεκαπεντάχρονου που προπορευόταν ελαφρά. Βαριεστημένο περπάτημα κι από τους δυο, θα έλεγα, αλλά ίσως και όχι. Ίσως το περπάτημα εκείνο που φανερώνει ότι μια σοβαρή κουβέντα γίνεται, ότι ο ένας κρέμεται από τα λόγια του άλλου, χωρίς όμως βλεμματική επαφή. Μια επίπληξη, μια συμβουλή, ένας χωρισμός, μια πρόταση..

«Ο κόσμος δεν έχει ανάγκη από αγάπη, μ' ακούς..»

Από αυτό το σημείο πάτησα το rec και έστησα αυτί καθώς χαμήλωνα το βήμα να μην προσπεράσω πιο γρήγορα απ' ότι θα ήθελα. Ήθελα ν' ακούσω τη συνέχεια, πώς να το κάνουμε.. Από τι έχει άραγε ανάγκη ο κόσμος, δηλαδή, να μάθω κι εγώ.

«..ο κόσμος δεν έχει ανάγκη από αγάπη..»

Η επανάληψη αύξησε κατακόρυφα την υγρασία στο μικροκλίμα της Μελά με Γερμανού γωνία, έκανε το αυτί μου να τεντωθεί ακόμα περισσότερο, να σταλάξει όλες τις ανούσιες βουές και να αφοσιωθεί εξολοκλήρου στις φωνητικές χορδές που πάλλονταν μπρος του σε απόσταση βήματος.

Μα πώς είναι δυνατόν να υπάρχει κάτι ανώτερο από την αγάπη, αναρωτήθηκα, κι αν είναι, τότε ποιο είναι; Το χρήμα θα έλεγε κάποιος, ναι, αυτό έχει ανάγκη ο κόσμος. Χρήμα για να ζήσει, να βολέψει, να διασκεδάσει βρε αδερφέ, να δώσει.. Μήπως υγεία; Όλοι αυτό δεν εύχονται, "την υγειά μας να 'χουμε". Χαρά; Υπομονή; Ελεύθερο χρόνο; Ηδονή; Δύναμη; Δημιουργικότητα;

«Δικαιοσύνη έχει ανάγκη.. δι-και-ο-σύ-νη σου λέω!»

Και με μιας το καταγραφικό βγήκε off, οι αισθητήρες έχασαν την ευαισθησία τους, το βήμα ξαναβρήκε το ρυθμό του, οι βουές του δρόμου Μελά και Γερμανού απέκτησαν ξανά το συνηθισμένο τους ηχόχρωμα.

Ποιος να δώσει δικαιοσύνη, σκέφτηκα ξαναποκτώντας αίσθηση με τον γύρω κόσμο. Ποιος να τη δώσει στον κόσμο που την έχει ανάγκη; Πώς δίνεται η δικαιοσύνη; Πώς.. όταν όλη μας η ζωή είναι μπαίνω / δεν μπαίνεις, αξίζω / δεν αξίζεις, είπα / ξ' είπα, πήρα / δεν έδωσα. Δικαιοσύνη θα ήταν να μην μπω για να μπεις, να μην πάρω για να πάρεις, να δώσω για να κερδίσεις κι ας χάσω, να πω και πίσω ποτέ να μην πάρω. Μα.. μα ποιος μπορεί.. ποιος μπορεί να το κάνει αυτό, χωρίς.. χωρίς αγάπη! αναρωτήθηκα και το πρόσωπό μου σαν να φωτίστηκε.



Today's Soundtrack:
U2
"One life, but we' re not the same
we get to carry each other"





Δικαιοσύνη.. αγάπη. Μοιάζουν αταίριαστα, μοιάζουν αντίπαλα, το ένα τρώει το άλλο, το καταργεί. Ενώ το ένα φαίνεται αυστηρό, το άλλο γλυκαίνει υπέρμετρα. Το πρώτο παρουσιάζεται νοητικά αντικειμενικό, το δεύτερο μοιάζει να υποκύπτει στην παγίδα της αδυναμίας της καρδιάς. Μήπως τελικά το ένα δεν κάνει χωρίς το άλλο; Μήπως αλλάζει όταν μένει μόνο του, αδυνατίζει, μήπως χάνει έτσι την ουσία του; Υπάρχει άραγε αληθινή δικαιοσύνη χωρίς αγάπη; Και γνήσια αγάπη δίχως δικαιοσύνη;

Γι' άλλη μια φορά μια τυπική δίχως σκοπό βόλτα με έβαζε σε δαιδάλους σκέψεων και εσωτερικών τριγμών. Ούτε μια τόση δα έννοια δεν μπορούσα να ξεκαθαρίσω, να της δώσω τόπο στην καρδιά μου. Αποφάσισα να βάλω μια τάξη. Αν η αγάπη, σκέφτηκα δυναμικά, έχει θεμέλιο και μέτρο της τη θυσία, τότε η δικαιοσύνη μετράται με ..αγάπη. Παραδόθηκα.

>>>

Άκου να δεις καρδούλα μου, της λέω, εσύ τι θέλεις πιο πολύ; Έλα, πες μου, ομολόγησέ το στον ίδιο σου τον εαυτό, άσε τον κόσμο τι λέει, εσύ τι έχεις περισσότερο ανάγκη; Και μπήκα ξανά σε διαδικασία λεπτής καταγραφής και αφουγκράστηκα το αίτημα της καρδιάς μου. Κι αυτό ήρθε σήμα πεντακάθαρο, οξύτατο, ειλικρινές.

>>>

Το κλάξον ενός ποδηλάτου έσκουξε στην Μελά και Γερμανού γωνία, μια μητέρα καμάρωσε τον άντρα της να χαϊδεύει τον ώμο του μονάκριβου γιου τους, και μια καρδιά έβαλε πλώρη για νέες θυσίες. Για νέες χαρούμενες, υποκειμενικές θυσίες.

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2012

Into my wild


Επισκέπτης σ' έναν κόσμο, απροσκάλεστος, επιτάχυνε τη ζωή του στην άκρη του κόσμου. Η άκρη του κόσμου.. ένας τόπος μελαγχολικής αυτοεξορίας απ' όπου χαζεύει το καράβι με τα όνειρα να ξεγλιστρά μπρος στα μάτια του, σαν τον αφρό στα δάχτυλα του ναύτη.

Today's Soundtrack:
Ιστορία παλιά
Ismael Lo | Απ. Δοξιάδης |

Ε. Αρβανιτάκη & Χρ. Θηβαίος
"Τώρα πάω, πάω μακριά
σ' αγαπάω, μα είναι αργά"



Μια ανάγκη τον ωθούσε να αποτραβηχτεί, να απομακρυνθεί. Η εμπειρία της απόλυτης περιπέτειας; Ήξερε καλά ότι δεν θα τη βρει εκεί. Μια ευκαιρία να βρει ξανά τον εαυτό του; Μα δεν τον είχε χάσει ποτέ, κάθε άλλο.. Να βρει κάτι που επίμονα αναζητούσε, μια έλλειψη, μια επιθυμία; Μα είχε βρει ό,τι ήθελε, ό,τι ποτέ επιθύμησε, το 'χε βρει στη ζωή του, στην καρδιά του.

Έτρεχε να φύγει τότε.. κι ας μην το 'θελε. Ένιωσε ξαφνικά απροσκάλεστος σε ένα event που ο ίδιος οργάνωσε, στο οποίο ο ίδιος έπαιξε, μα απ' το οποίο πλέον μια πικρή ριπή αέρα τον κύκλωνε τραβώντας τον μακριά.

Ήξερε όμως βαθιά μέσα του τη μαύρη αλήθεια, ήταν τόσο δυνατά εντυπωμένη στην καρδιά του. Ότι η χαρά, η ευτυχία, αποκτά τις πραγματικές της διαστάσεις μόνο όταν μοιράζεται. Δεν κρύβεται στα πράγματα, στη φύση, ούτε στα κατορθώματα ή τα γεγονότα. Κρύβεται στην αποκάλυψη, στο μοίρασμά τους, στο δόσιμο στον άλλο. Είναι το αγαπημένο πρόσωπο που ξεκλειδώνει τη χαρά. Η μητέρα, ο παππούς, ο φίλος, η σύντροφος.

,Ιστορία παλιά θα σου πω άλλη μια φορά
,ιστορία παλιά, που σου λέει ξανά σ' αγαπώ
.τα λόγια της ακριβός θησαυρός, οι λέξεις της είναι χρυσός


,Μην την πεις, μην την πεις μ' ακούς
,η σιωπή σου ειν' ο μόνος χρυσός
.δε σ' ακούω, δεν έχεις φωνή

,Και ό,τι κι αν πεις είναι αργά, δε μετράει
.σαν σπάσει η αγάπη ξανά δεν κολλάει

Ο καθένας έχει το δικό του τρόπο να βρίσκει το δρόμο του. Άλλος το κάνει μες στο πλήθος κι άλλος στην απομόνωση. Άλλος με θυμό και γρήγορες αποφάσεις, άλλος με προσευχή και καρτερικότητα. Ή ίσως με ένα συνδυασμό όλων αυτών. Αλλά ο μονόδρομος της οριστικής φυγής δε δίνει πάντοτε και οριστική διέξοδο. Γιατί τίποτα απ' όσα νομίζουμε ότι βάζουμε πίσω μας δεν μένει πραγματικά πίσω. Μας ακολουθούν τα ίδια άγχη, κουβαλάμε τα ίδια προβλήματα, τους ίδιους φόβους που στο πρώτο ξύπνημα μας κάνουν να τρέχουμε ξανά τυφλά στον πρώτο μονόδρομο που ξεδιπλώνεται μπρος μας.. αδιέξοδο! Διέξοδος είναι μόνο η επιστροφή στο κεντρικό σταυροδρόμι, απ' όπου ξαναδιαλέγει κανείς κατεύθυνση, νέα ή ξανα-περπατημένη δεν έχει σημασία, σημασία έχει η ειλικρινής διάθεση, οι καινούριες αποφάσεις, τα ανανεωμένα όνειρα.




..Τώρα πάω, πάω μακριά




Τώρα κι εγώ πάω μακριά, στο δικό μου into the wild. Για λίγο. Για όσο αυτό διαρκέσει. Είναι η μόνη δυνατότητα που έχω, όχι για να σκεφτώ, να τακτοποιήσω τις σκέψεις μου ή να βρω τον εαυτό μου.. Αυτά τα κλισέ δεν βρήκαν ποτέ εύφορο έδαφος στην καρδιά μου. Πάω μακριά να κοιτάξω από απόσταση το δικό μου σταυροδρόμι, να διακρίνω αυτά που τρέχουν μαζί μου και δεν προφταίνω να αξιολογήσω. Και να μαζέψω όσο περισσότερη υπομονή μπορώ για τη συνέχεια, που μοιάζει να έρχεται το ίδιο απαιτητική.



.Μα πού πας; -Πάω μακριά
..Μ' αγαπάς; -Σ' το λέω ειν' αργά





Και είναι κι αυτή η μαύρη αλήθεια, τυπωμένη ανεξίτηλα και στη δική μου καρδιά, ν' αναβοσβήνει σαν άσβηστος φάρος, να σημαδεύει τα βήματά μου στο πέρασμα κι αυτής της χρονιάς..


* Τα φωτογραφικά στιγμιότυπα είναι από την ταινία-ποίημα του Sean Penn, "Into the wild", στην οποία άλλωστε παραπέμπει και ο τίτλος της ανάρτησης. Ήταν αυτό το μήνυμα που ήρθε στο μυαλό μου όταν μια μέρα ξανάκουσα την "Ιστορία παλιά", ένα τραγούδι ύμνο στα ατελή τέλη. Σε λίγες μέρες φεύγω για το δικό μου into the wild, τι κι αν αυτό δε θα 'ναι στην Αλάσκα αλλά σ' ένα ταπεινό χωριό της Πίνδου, τι κι αν δε θα 'ναι ερημικά στο κουφάρι ενός ξεχασμένου λεωφορείου μα σ' ένα 3x3 για λίγες απ' τις νυχτερινές ώρες.. Η μαύρη αλήθεια θα 'ναι ακριβώς ίδια!

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Οι πατάτες του θυμού


«Αύριο να φέρετε όλοι σας μια πλαστική σακούλα κι ένα μικρό σακί με πατάτες». Τον κοιτάξαμε έκπληκτοι. Τι ήτανε πάλι αυτό που μας ζητούσε.. Για άλλη μια φορά μας έβαζε στη διαδικασία ν' αναρωτιόμαστε με ενδιαφέρον για το concept του επόμενου μαθήματος.


Ήτανε μια φορά ένας δάσκαλος, που θέλησε να δώσει στους μαθητές τους λίγη τροφή για σκέψη γύρω από το θέμα του θυμού και της συγχώρεσης.

Κι έτσι μια μέρα τους ζήτησε να φέρουν στο μάθημα λίγες πατάτες...



Κάναμε ακριβώς αυτό που μας ζήτησε, γνωρίζοντας πως κάτι συγκεκριμένο είχε στο μυαλό του, κι ας μην ξέραμε τι. Την επόμενη μέρα ο καθένας μας κουβάλησε τις πατάτες του και όλοι περιμέναμε με αγωνία την αποκάλυψη της έκπληξης.

Τότε ο δάσκαλος είπε:
«Κάθε φορά στη ζωή σας που αποφασίζετε να μη συγχωρήσετε κάποιον επειδή σας στενοχώρησε, θα παίρνετε μια πατάτα, θα γράφετε πάνω της με ανεξίτηλο μαρκαδόρο το όνομά του και την ημερομηνία και θα τη βάζετε μέσα στην πλαστική σακούλα».

Δεν πέρασε πολλή ώρα και μερικές σακούλες λύγιζαν ήδη από το βάρος.

«Αυτή τη σακούλα, τώρα, θα την κουβαλάτε συνεχώς μαζί σας, όπου κι αν πηγαίνετε. Στο δρόμο, στο αυτοκίνητο, στην αγορά, στο σχολείο, στο παιχνίδι, στο γήπεδο, στο κρεβάτι.. Παντού!»

Στην εύλογη απορία που είδε στα μάτια μας, συνέχισε δίνοντας την εξήγηση αυτής της ενέργειας. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε το βάρος που κουβαλάμε, είπε. Να έχουμε επίγνωση κάθε στιγμή του φορτίου που έχουμε αποφασίσει εγωιστικά να κρατήσουμε. Να το έχουμε μαζί μας ακόμα και στα πιο επίσημα μέρη που πηγαίνουμε. Για φανταστείτε να έχετε κρεμασμένη μια σακούλα με πατάτες σε μια γιορτινή επίσκεψη..

«Σιγά σιγά μερικές πατάτες θα αρχίσουν να σαπίζουν, να λιώνουν. Θα σκουληκιάσουν και θ' αρχίσουν να μυρίζουν άσχημα. Σαπίλα.. Δυσοσμία.. Είναι το τίμημα που θα πληρώσουμε για την άρνησή μας να συγχωρήσουμε, την πεισματική άρνησή μας να ρίξουμε τον εγωισμό μας».

Τις περισσότερες φορές, είπε, σκεφτόμαστε ότι το να συγχωρήσουμε είναι μια κίνηση που χαριστικά κάνουμε στον άλλον. Μια μεγάλη χάρη που δεν του αξίζει. Κι όμως δεν είναι έτσι, είναι ακριβώς το αντίθετο! Είναι ένα δώρο, μια ανυπολόγιστη χάρη στον εαυτό μας. Είναι ανακούφιση από το βαρύ φορτίο μας, αποδέσμευση από δύσοσμα και σαπισμένα βαρίδια.

«Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα νιώσεις πολύ δύσκολο να συγχωρήσεις κάποιον, αναλογίσου.. Δεν είναι ήδη αρκετά βαριά η σακούλα σου;»


* "Η ικανότητα να συγχωρεί είναι ιδιότητα του δυνατού. Οι αδύναμοι ποτέ δεν συγχωρούνε". [Μαχάτμα Γκάντι]

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012

Επιστρέφοντας..


Δεν θυμάμαι την τελευταία φορά που έφευγα απ' το "χωριό" χωρίς θέληση γι' αυτό που με περίμενε στην "πόλη". Γαντζωμένος ψυχικά στην ασφάλεια μιας αγκαλιάς που ποτέ δεν με πλήγωσε, έβλεπα τα πόδια μου να παίρνουν τη ρότα της υποχρέωσης. Όπως τα χεράκια του μικρού παιδιού που γραπώνονται αποφασιστικά στο χείλος της πόρτας του ασανσέρ, αρνούμενα να καταλάβουν γιατί πρέπει να πάνε και σήμερα στο σχολείο. Γιατί πρέπει να ζήσουν άλλη μια φορά κάτι που δεν χαίρονται; Το ίδιο με χτες, το ίδιο πάλι αύριο..


Today's Soundtrack:
Ο πυγμάχος
Paul Simon | Βασίλης Καζούλης
"Με τα ρούχα μου μαζεύω και τα λάθη μου μαζί,
πάω εκεί, στο σπίτι που ο αέρας δεν πληγώνει,
με οδηγεί"



Αθεράπευτα αφελής, αμετανόητα παραδομένος στην εμπιστοσύνη μου στην καλοσύνη των ανθρώπων, άφησα ένα βουβό δάκρυ να ξεφύγει της φυλακής των βλεφάρων και υποσχέθηκα επιστροφή. Εκεί, στο σπίτι που ο αέρας δεν πληγώνει, με οδηγεί.

Σάββατο 7 Ιουλίου 2012

Βροχές



Είσαι πολύ τυχερός που βρέχει σήμερα, το βράδυ που αποφάσισες να γράψεις την ιστορία της περασμένης άνοιξης, αν και δεν είναι εύκολο να γράψεις μια ιστορία όταν δεν είσαι σίγουρος ότι έχει τελειώσει, όταν ο ιστός της μπορεί ακόμα να πλέκεται μέσα σ' ένα φευγαλέο όνειρο ή στο σχήμα ενός σύννεφου και, πάντα, στην άκρη ενός λυγμού.

Αν θέλω να διηγηθώ την ιστορία, πρέπει να μείνω συγκεντρωμένος και ψύχραιμος, να εκμεταλλευτώ την ασφάλεια που μου δίνει ο μικρός χώρος, να γράψω παρά τη βροχή, τα μάτια και τα χέρια πάνω στα χαρτιά, ν' αδιαφορήσω για τα υγρά νεύματα στο παράθυρο, να θυμηθώ τα πάντα με τη σειρά. Δεν γκρινιάζω -γιατί να το κάνω;- το μόνο που θέλω είναι να γράψω για όλα αυτά, να τα γράψω, να τα κρατήσω για πάντα, ξέρω πως θα τρελαθώ αν ξυπνήσω ένα πρωί ύστερα από χρόνια και διαπιστώσω ότι έσπασε ο κόκκινος κρίκος, ότι στέγνωσαν τα βρεγμένα της μαλλιά, ότι χάθηκε ο γλυκός πανικός.

Το ξέρω, δεν είναι εύκολο να είσαι ειλικρινής γράφοντας, δεν ξέρεις τι έχεις ζήσει και τι όχι, προσπαθείς με τις λέξεις να εξιχνιάσεις ένα μυστήριο, κι όσο σκοντάφτεις, τόσο πεισμώνεις, δοκιμάζεις διαφορετικές εκδοχές, άλλα ενδεχόμενα για το παρελθόν, ανασύρεις στιγμές, αλλά στο χαρτί εμφανίζονται αόριστες μυρωδιές. Κι όμως, δεν πρέπει να τα παρατήσεις, πρέπει να παρηγορηθείς, να ξαναζήσεις μια τέτοια άνοιξη, μια άνοιξη που δεν θα 'ναι άνοιξη, μια άνοιξη με φθινοπωρινό φέρσιμο, γεμάτη αμυγδαλιές, αλλόκοτους χορούς και ξαφνικές βροχές. Συνέχισε..


Today's Soundtrack:
Monika - "Never"
"But I'm alone again,
as we're whispering goodbye
can't be forever.
But I'm a fool again,
as we're staring at the end
can't be forever.
Oh tell me, tell me it's all right"


Δεν είχα σκοπό ν' ανοίξω, ένας πολύ παλιός φόβος με πολιορκούσε από εκείνη τη μέρα, όμως μου φάνηκε ότι σιγά σιγά τα χτυπήματα στην πόρτα μετατράπηκαν σ' ένα απαλό γρατζούνισμα, σ' έναν γλυκό ψίθυρο, σαν κάποιο ζώο κυνηγημένο απ' τη βροχή να ικετεύει ένα χάδι. Δεν έπρεπε να το κάνω -όχι επειδή το απαγόρευαν οι κανονισμοί-, δεν έπρεπε να της ανοίξω επειδή τα μάτια της με προειδοποίησαν. Χρειάστηκε ένας ολόκληρος χρόνος για να καταλάβω ότι το λάθος έγινε εκείνο το τρομερό δευτερόλεπτο, τότε όμως δεν ήταν δυνατόν να υποψιαστώ πόσο επικίνδυνο είναι να παρασύρεσαι από ένα βλέμμα που αναζητά συνένοχο, από μια ανάγκη που θέλει να κουρνιάσει στην πρώτη αγκαλιά που θα συναντήσει.

Γιατί της άνοιξες; Σε ρώτησα γιατί της άνοιξες..
Δεν φαίνονται όλα, μικρέ μου, κάνουμε κάτι δύσκολο και, για να το κάνουμε καλά, χρειάζεται πειθαρχία, αναλγησία, σκληρότητα, ο κόσμος είναι σκληρός, γι' αυτό κι εμείς πρέπει να είμαστε σκληροί, όχι να φαινόμαστε, να είμαστε σκληροί, να μην παραδεχόμαστε την ανημπόρια, να μη μας παρασύρουν οι ψεύτικες λύπες. Κατάλαβες τώρα γιατί δεν έπρεπε να της ανοίξεις την πόρτα;


Το επόμενο απόγευμα μου χάρισε το μηχανικό μολύβι. «Για να υπογραμμίζεις αυτά που πρέπει να θυμάσαι», μου πέταξε και έτρεξε μακριά. Αυτό το μολύβι χρησιμοποιώ τώρα, γλιστράει στο χαρτί, με δυσκολία το συγκρατώ, μερικές φορές βιάζεται να πάρει τις λέξεις απ' το μυαλό μου και να προχωρήσει πιο γρήγορα απ' όσο πρέπει, πιο γρήγορα απ' όσο αντέχω.

Είδες που όλα σε επισκέπτονται σιγά σιγά; Είδες που θυμάσαι ακόμα; Που θυμάσαι μέχρι και τη γεύση του τσαγιού που σου έφτιαξε; Βανίλια. Ο φόβος σου φταίει, από πάντα φοβόσουν να προσέξεις όσα σ' εμπόδιζαν να νανουρίζεσαι απ' τις ανόητες ελπίδες σου. Αν είχες τολμήσει να τη ρωτήσεις τότε, εκείνο το βράδυ της βανίλιας, μπορεί και να μη ζούσες σήμερα σ' έναν τόσο κλειστό κόσμο. Είδες πόσο εύκολα μπορώ να μπω στο μυαλό σου;

Ήταν τόσο όμορφη την περασμένη άνοιξη. Οι εικόνες των πραγματικά ωραίων γυναικών δεν ξεθωριάζουν εύκολα, και η εικόνα της να γελάει κάτω απ' τις περσινές βροχές δεν θα ξεθωριάσει ποτέ.

Αγόρασα δυο κρουασάν με σοκολάτα απ' το περίπτερο, ανέβηκα στο δωμάτιό μου, άναψα το μικρό αερόθερμο και χώθηκα στις κουβέρτες. Εκείνο το βράδυ έμεινα νηστικός από λύπη.

Θυμάσαι ότι περπάτησες πολύ εκείνη τη νύχτα, δεν μπορεί να μην το θυμάσαι, ήθελες να σκεφτείς, ήθελες να καταλάβεις τι σκατά συνέβαινε, πού οφειλόταν η γοητεία της, ποια αύρα τη σήκωνε, τη χάιδευε, την έπαιρνε μακριά σου.

Δεν αποκλείεται εκείνη να ήταν η στιγμή που πέρασε απ' το μυαλό μου η ιδέα ότι θα τολμούσα τα πάντα για να την αποκτήσω. Έφυγα περπατώντας στις μύτες και χρειάστηκε να περπατήσω πάρα πολύ μέχρι να πείσω τον εαυτό μου πως, αν έδειχνα την απαραίτητη υπομονή, θα την έκανα να μ' αγαπήσει.

Το πρόβλημα δεν είσαι εσύ. Είμαι βέβαιος ότι θα έβρισκες τον τρόπο, τη μέθοδο, την ισορροπία. Είσαι γλυκός και αγαθός. Και νέος. Και οι νέοι θέλουν να δοκιμάζουν.

Σε πιστεύω, όμως, σε πιστεύω παρά τα πολλά "μάλλον" και "ίσως". Ξέρω τι σημαίνει να φεύγεις σαν κυνηγημένος χωρίς να φταις. Αλλά δεν έγραψες τι έκανες μετά, γιατί; Το ξέχασες ή φοβήθηκες να το γράψεις; Δε θυμάσαι; Ας πούμε πως σε πιστεύω.


***

Δεν έχει λογική το γράψιμό σου, κατάλαβέ το. Ό,τι έχεις γράψει μέχρι τώρα είναι θολό. Ξεκίνησες να γράφεις για να οργανώσεις το παρελθόν, για να μου αποδείξεις ότι είσαι ο μόνος που δεν έφταιξε, ο μόνος που δεν αμάρτησε, φυσικά χρειάζεται να το αποδείξεις πρώτα στον εαυτό σου και μετά σ' όλους τους άλλους, και για να γίνει αυτό πρέπει πρώτα να βάλεις στη σειρά τις βροχές της περασμένης άνοιξης, έτσι είπες κι έτσι συμφωνήσαμε. Κι εσύ γράφοντας ξεγλιστράς σαν τα πράσινα χέλια του νησιού Σαλ στο Κάπο Βέρντε, κανέναν δεν θα πείσεις έτσι, ούτε καν τον εαυτό σου. Αποφάσισε να σοβαρευτείς, δεν μπορώ να περιμένω πολύ. Ημερολόγιο πρέπει να γράψεις, όχι μια δακρύβρεχτη ερωτική ιστορία. Σου το είπα απ' την αρχή, άλλο οι βροχές κι άλλο τα δάκρυα, τα δάκρυα θολώνουν τους καθρέφτες.

Αυτό θα κάνω. Και θα είμαι τίμιος με τα κενά της μνήμης μου, ό,τι δεν θυμάμαι θα λέω «εδώ δεν θυμάμαι, αυτό δεν υπάρχει πια».

Ευτυχώς που η βροχή είχε σταματήσει και μπόρεσες να περπατήσεις χωρίς προφυλάξεις, μετρώντας τις λίμνες κάτω απ' τα φώτα που έσταζαν και τινάζοντας σταγόνες απ' τα φύλλα των θλιβερών δέντρων. Μαντεύω σωστά, ε; Έτσι δεν έγινε; Απορώ μαζί σου μερικές φορές, τόση αφέλεια.. Βάζω στοίχημα ότι, προσπαθώντας να κοιμηθείς στο μονό σου κρεβάτι, έφερνες στο μυαλό σου τον χάρτη των νησιών, από 'κει που είχες αποφασίσει ότι θα ξεκινούσατε την καλοκαιρινή σας περιπέτεια. Σήκω και κοίταξέ με.. το βρήκα ε;

Πρέπει σιγά σιγά να ελαττώσω τη φλυαρία, ο καιρός τελειώνει, όλα φαίνεται πως τελειώνουν εκτός απ' τις βροχές. Βρέχει και τώρα που γράφω..

Μακάρι να είχα ένα μαγνητόφωνο, έτσι μόνο θα ήταν δυνατόν να μεταφέρω, όχι τόσο αυτά που μου έλεγε, τα λόγια δεν ήταν πολλά και άλλωστε τα θυμάμαι ακόμα, όχι, να μεταφέρω τον τρόπο, τις παύσεις, το λαχάνιασμα, το πώς κινούσε τα μακριά δάχτυλα όταν δεν μιλούσε, και κυρίως, τον ήχο της σπασμένης σιωπής. Ήταν βέβαια και το βλέμμα. Όχι, όχι το βλέμμα, πάλι δεν είμαι ακριβής, όχι το βλέμμα αλλά ο τρόπος που ανοιγόκλεινε τα βλέφαρα.

***

Δεν έχω πολύ χρόνο, το νιώθω. Δεν είναι ότι κάτι με πιέζει, όχι, ο μέσα μου χρόνος τελειώνει, ακούω το "τικ-τακ". Θυμάμαι ότι άναψα όλα τα φώτα στο σπίτι. Για να μη με πάρει εύκολα ο ύπνος, είπα. Έβαλα το κεφάλι μου κάτω απ' τη βρύση για τον ίδιο λόγο. Δεν τα κατάφερα. Μόλις ξανάρχισε να βρέχει, κοιμήθηκα. Όχι από κούραση, από παράπονο κοιμήθηκα.

Τι έγινε; Φοβάσαι να γράψεις τα υπόλοιπα; Μα εδώ είναι το ζουμί!

Δεν τα θυμάμαι όλα καλά, αλήθεια λέω, είναι μερικά που φεύγουν, που διαλύονται σαν σκόνη, που πετάνε στην άμμο όταν φυσάνε οι νοτιάδες, δεν είναι δικαιολογία, δεν τα θυμάμαι όλα, τ' ορκίζομαι, υπάρχουν κενά, αλλά θα συνεχίσω να γράφω κι ο καθένας ας βγάλει το δικό του συμπέρασμα, ας αποφασίσει.

Το ξέρω πως τα γράφω όλα αυτά για να επιβραδύνω τα γεγονότα, για ν' απομακρύνω τη στιγμή που θα πρέπει να εξηγήσω τους λόγους, τις αιτίες που με οδήγησαν σήμερα εδώ, να κοιτάζω τα τρελά σύννεφα έξω απ' το παράθυρο και να πιέζω το μηχανικό μολύβι στο χαρτί.

Μη σταματάς, την αλήθεια, την αλήθεια θέλω!

***

«Πέθανε;»
«Ναι».
«Τι έκανες μετά;»
«Ντύθηκα, τράβηξα την πόρτα και ήρθα εδώ με τα πόδια. Δεν με είδε κανείς, είμαι σίγουρη».
«Και τώρα;»
«Θα μείνω μαζί σου».
«Δεν ήξερα..»
«Και τώρα που ξέρεις;»
«Τι πρέπει να κάνω;»
«Αν σε ρωτήσουν.. μην ανησυχείς. Όλους θα μας ρωτήσουν».

Δέχτηκα να την καλύψω. Έβαλα όμως έναν όρο: να γίνει για πάντα δικιά μου. Είπε "ναι". Η αγωνία στα μάτια της ήταν αληθινή. Η ιστορία της, δεν ξέρω.. Δεν θυμάμαι πια.

***

Δεν μιλάμε ποτέ πια για τα γεγονότα της περασμένης άνοιξης. Έγραψα τις τελευταίες σελίδες επειδή τον τελευταίο καιρό βλέπω άσχημα όνειρα. Αλλά και εκτός απ' τους εφιάλτες, δεν είμαι πολύ καλά. Δε μου μιλάει πολύ. Με κανέναν δεν μιλάω τον τελευταίο καιρό. Μόνο με τον καθρέφτη μου..

Γιατί αμφιβάλλεις; Φταίνε οι εφιάλτες;

Μπορεί.

Νομίζεις ότι σου είπε ψέμματα;

Δεν ξέρω.

Να κάνω υποθέσεις; Διάβασα προσεκτικά το ημερολόγιό σου και νομίζω ότι υπάρχουν πολλά ενδεχόμενα.

Όλα γίνονται.

Σκέφτηκες την πρότασή μου;

Ποια πρόταση;

Ν' αλλάξεις ζωή. Αλήθεια, πώς το φαντάζεσαι το μέλλον σου; Μάλλον δεν το φαντάζεσαι καθόλου, δεν τολμάς να το φανταστείς. Ενώ εγώ.. εγώ σου προτείνω το φως.

...

Λοιπόν, τι διαλέγεις; Την αλήθεια θέλω, με το χέρι στην καρδιά.. Έλα, στον καθρέφτη σου μιλάς!

***

ΥΓ. Άρχισε πάλι να βρέχει. Η μικρή μου κοιμάται τώρα στο κρεβάτι της. Δεν ξέρω αν θα την καταφέρω να μ' αγαπήσει. Θα περιμένω πάντως. Πόσο, άραγε, μπορείς να περιμένεις κάποια; Στα μέρη μου λένε ότι μια ζωή φτάνει. Αρκεί οι βροχές της να είναι καλές.


* Σου διάβασα αποσπάσματα, κατάλληλα διαλεγμένα και συνδυασμένα, από το διήγημα του Σέργιου Γκάκα «Βροχές», της συλλογικής έκδοσης αστυνομικών ιστοριών «Ελληνικά Εγκλήματα 2» (Καστανιώτης, 2008). Κι άμα σου άρεσε, θα σου διαβάσω κι άλλα!

Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

Όλα καλά θα πάνε..


«Για το καλό σου!»
Ε, δεν άντεξε άλλο! «Ποιο "καλό" μου, καλέ! Και πού ξέρεις εσύ το καλό μου;» Ποιος πλην Θεού το ξέρει άραγε, αναρωτήθηκε και φούσκωσε από τσατίλα κι εγωισμό ταυτόχρονα (μαζί πάνε τα δυο τους, αχώριστα), κλωτσώντας ό,τι βρήκε στο διάβα του. Και ποιο είναι αυτό το περίφημο "καλό" τελοσπάντων; Για έναν κλέφτη, να τον χώσουν στη φυλακή ή να ξεφύγει; Για ένα φτωχό, να πλουτίσει ή να μείνει στην ψάθα; Για ένα φοιτητή να ξεπετάξει τα μαθήματα σε χρόνο dt ή να μεστώσουν μέσα του εμπειρίες και γνώσεις; Για έναν άνθρωπο, να δώσει ή να πάρει, να συμβιώσει ή να απομακρυνθεί;
Θυμήθηκε μετά και το γνωστό τραγούδι του Μηλιώκα, που σ' ένα ξέσπασμα μπουχτίσματος από συμβουλές "για το καλό του", ο χαρακτήρας ένιωσε να χάνει στο τέλος το μυαλό του.. Εκείνος το είχε ακόμα ή τουλάχιστον αυτό νόμιζε.

«..κι όλα θα πάνε καλά»
Ένας ευφυέστατος πολιτικός έλεγε κάποτε ότι "ο καλύτερος τρόπος να πει κανείς ψέμματα είναι να μιλήσει γενικά". Και ο πιο σίγουρος, σίγουρα! Κι ο δεύτερος καλύτερος τρόπος πρέπει να 'ναι να πιστέψεις ή να πεις ότι όλα θα πάνε καλά. Εμ δεν πάνε πάντα!
Σαν την ιστορία του Φερνάντο Πεσσόα με το κοριτσάκι, σκέφτηκε, που συνέχεια άκουγε ότι το αύριο θα είναι καλύτερο. Στο σχολείο απ' το δάσκαλο, στην εκκλησία απ' τον παπά, στο σπίτι απ' τον πατέρα. Μα το καημένο έβλεπε τριγύρω του πείνα, δυστυχία, κρύο, θάνατο κι ένα μάτσο δυνάστες να σπάζουν τον πατέρα του κάθε μέρα στο ξύλο. Κι εκείνος ξεροκέφαλος πεισματικά να επαναλαμβάνει "θα έρθει και το αύριο".
Μπερδεύτηκε..

«Όλα για καλό συμβαίνουν»
Άρχισε πλέον να μπαίνει στο ζήτημα και μια διάσταση πιο μεταφυσική, πιο μυστηριακή. Κι άρχισε να συμβιβάζεται με την ιδέα ότι, ναι, μπορεί σ' ένα σύνολο όλα να συμβαίνουν για κάποιο λόγο, που μπορεί να μην είναι και απαραίτητα κακός, που -άντε- υπό περίπτωση θα μπορούσε να μοιάζει ολίγον τι καλός, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι όλα συμβαίνουν για το καλό του καθένα ξεχωριστά! Αλλιώς ο κακός δε θα γινόταν ποτέ χειρότερος, κι ούτε θα χαλούσε ο μέτριος.

Τότε ένα φωτάκι άναψε αχνό πίσω απ' την ομιχλώδη συλλογιστική του και εξέπεμψε σαν πιθανή σκέψη. Ότι «από όλα μπορεί να βγει καλό». Μα ναι, βέβαια! Φυσικά και μπορεί. Δυνητικά, ναι. Αλλά να που δε συμβαίνει πάντα. Και δε συμβαίνει γιατί συμμετοχή στο δρώμενο έχει και το ξερό ανθρώπινο κεφάλι. Που μένει μπερδεμένο σε σκέψεις και συλλογισμούς και μετρήσιμες παραμέτρους. Μένει αδρανές, μπλοκαρισμένο από φόβους και εσωτερικές ανασφάλειες. Μένει κολλημένο σε στερεότυπες εικόνες και λέξεις, που μια φορά είδε, μια φορά άκουσε, για πάντα αποφάσισε.
Και δε συμβαίνει γιατί συμμετοχή στο δρώμενο δεν έχει πλέον η καρδιά και το ήξερε καλά αυτό. Για το καλό του μπορεί να έχασε το μυαλό του, αλλά γιατί να ξεχάσει την καρδιά του; Τη μόνη που με ασφάλεια δείχνει, τη μόνη που με ασφάλεια κατευθύνει. Και δε μπλοκάρει η καρδιά, δε σταματάει να νιώθει, αρκεί να απεμπλακεί απ' τα ζαλισμένα γρανάζια της σκέψης.

Ανακουφίστηκε που ξαναβρήκε μέσα του ένα μπούσουλα που μπορούσε να εμπιστευτεί.

Μα δεν κράτησε πολύ. Ήταν το μήνυμα στο κινητό που τρέλανε με μιας το χάρτη και το μπούσουλα.. «να περνάς καλά!»

* Στη φωτογραφία είναι το εξώφυλλο μιας συλλογής διηγημάτων (εκδόσεις Καστανιώτης, 2012), που κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι στο τέλος όλα μοιάζουν να πάνε καλά. Καλά για ποιον; Αφήστε, δε θα πάρω, και ως εκ τούτου δε θα μάθω!

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

Το sms του Ιουλίου


Οι άνθρωποι θεωρούν πολύ σημαντικά τα προβλήματά τους όταν δεν έχουν άλλα σοβαρότερα να αντιμετωπίσουν.

Με τον ίδιο τρόπο που δίνουν και στην ασημαντότητά τους αξία.


* Από το βιβλίο της Μαρλένας Πολιτοπούλου, «Η μνήμη της πολαρόιντ» (εκδόσεις Μεταίχμιο).
** Στη φωτογραφία η νεαρή τραγουδοποιός Κατερίνα Παπαχρήστου. Βρήκα τη φωτογραφία εδώ. Έμοιαζε ταιριαστή.