Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

ο δρόμος για τ' αστέρια

Today's Soundtrack:
 The Beatles - «Let it be»
"and when the night is cloudy,
there is still a light that shines on me,
shine until tomorrow, let it be"

Φέτος υπήρχε - δεν υπήρχε δέντρο στο σπίτι ούτε που πρόσεξα. Στολίδια και λαμπιόνια; Χμ.. Είχε μελομακάρονα, σίγουρα, και κουραμπιέδες και κάθε λογής λιχουδιά, τουλάχιστον από τα Χριστούγεννα και μετά. Όρεξη δεν πολυ-υπήρχε. Όρεξη για φαγητό, για κουβέντες, για βόλτες.. Κάποτε αναρωτιόμουν μήπως μ' εμπόδιζαν τα στολίδια και τα φαγητά να "ανέβω" λίγο ψηλότερα, μα κατάλαβα φέτος ότι κι αυτή μια ψευτοδικαιολογία ήταν. Παρόλα αυτά ήταν όμορφες αυτές οι μέρες, μικρές, κλειστές, εσωστρεφείς. Τα Φώτα τωρα ξανά. Η πρωτοχρονιά παραδοσιακά δεν ακουμπάει.





«τό πάντων καινῶν καινότατον μυστήριον,
τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον»





«Δηλαδή τι ακριβώς γιορτάζουμε την πρωτοχρονιά.. », έλεγε πριν χρόνια, μια παραμονή -σαν σήμερα- ενός νέου χρόνου, ο αειθαλής Γιώργος Παπαστεφάνου στο Ράδιο Νοσταλγία,  « ..γιορτάζουμε το γεγονός ότι γερνάμε έναν ακόμη χρόνο; Ή μήπως την ελπίδα ότι η επόμενη χρονιά θα είναι καλύτερη από αυτή που πέρασε;»

Αν θα 'ναι καλύτερη ποιος ξέρει.. Την ελπίδα γιορτάζουμε. Την ελπίδα ότι δεν θα τα ξανακάνουμε τόσο θάλασσα, όσο τη χρονιά που πέρασε και μπερδεμένοι την αφήνουμε. Ότι δεν θα ξαναχάσουμε τις ευκαιρίες που άπληστα πετάξαμε, γυρνώντας το κεφάλι από την άλλη. Ότι δεν θα ξαναφήσουμε εγωισμούς και υποκρισίες να μπουν ανάμεσα στο φτωχό εαυτό μας και τους αγαπημένους μας. Την ελπίδα γιορτάζουμε, ότι και τη χρονιά που έρχεται δεν θα πάψουμε να ελπίζουμε, να πιστεύουμε, να προσευχόμαστε για το ελάχιστο ή το τεράστιο που θα ορίσει την ευτυχία μας.

Την ελπίδα γιορτάζουμε των ταπεινών μας αποφάσεων. Όχι ευχές, δε χρειάζονται ευχές, τζάμπα πάνε! Αποφάσεις χρειάζονται. Μια έστω, δυνατή όμως, μια γενναία απόφαση. Απόφαση διαρκείας.. Απόφαση που τα δυνατά μας θα βάλουμε να την υποστηρίξουμε όλη τη χρονιά που έρχεται.

Μα πες μου εσύ που όλα τα ξέρεις
ποιος είναι ο δρόμος για τ' αστέρια;

..αναρωτιέμαι κι εγώ σαν άλλος ποιητής. Και πολλοί θα αναρωτηθούν μαζί μου και φέτος. Μας πιάνει όλους μια υπαρξιακή αναζήτηση τέτοιες μέρες (τον υπόλοιπο χρόνο άραγε "κοιμόμαστε";). Το σίγουρο είναι ότι και φέτος, όπως και πάντα, λίγοι, πολλοί λίγοι θα βρουν αυτό που ψάχνουν. Καλη δύναμη.

* Αφιερωμένο στη φίλη μου Αν., που κάθε χρόνο σαν σήμερα, 30/12, έχει την ονομαστική της γιορτή και τα γενέθλιά της μαζί! Εκείνη πρόλαβε να πάρει τις αποφάσεις της προτού εκπνεύσει ο παρών Χρόνος. Εύχομαι ολόψυχα να 'ναι αυτός ο δικός της δρόμος για τ' αστέρια!
* Η φωτογραφία με τίτλο "Light of a new beginning" είναι από την ιστοσελίδα digitalblasphemy, που προβάλει πανέμορφες ψηφιακές συνθέσεις που μοιάζουν αληθινές φωτογραφίες. Θα τη βρείτε εδώ. Στη λεζάντα απόσπασμα λόγου του Αγ. Ιωάννη του Δαμασκηνού για την ενσάρκωση του Χριστού.

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

«εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου»


Είναι νύχτα, λίγο μετά τα Χριστούγεννα. Οι τελευταίοι επισκέπτες μόλις έχουν φύγει και προτού καλά-καλά επέλθει η φυσιολογική ησυχία στο φτωχό σπιτικό, έρχεται έκτακτη κλήση.. Μαζέψτε τα! Πρέπει να φύγετε.. κινδυνεύετε! Μη χάνετε χρόνο, δεν έχετε καιρό. Έχετε δρόμο πολύ μπροστά σας και η απόφαση πρέπει να παρθεί τώρα! Και πήραν την απόφαση και συμμαζεύτηκαν και έφυγαν. Και άφησαν πίσω τους μισή ζωή, χωρίς να σκεφτούν απώλειες, χωρίς να σκεφτούν πρόσωπα και τόπους, χωρίς να σκεφτούν όλα αυτά που τους κρατούσαν πίσω. Ακολούθησαν το δρόμο που τους χάραζε η ζωή..

Η φυγή στην Αίγυπτο. Μια από τις συγκλονιστικότερες παράπλευρες ιστορίες των Χριστουγέννων. Η αγία οικογένεια καθοδηγείται υπό αγγέλου, από τη Βηθλεέμ στην Αίγυπτο, προκειμένου να γλιτώσει τη σφαγή των νηπίων που ετοίμαζε ο Ηρώδης. Και φυσικά άκουσαν, έφυγαν, έμειναν μακριά και όταν κάποτε οι συνθήκες ξανάγιναν ευνοϊκές επέστρεψαν.


Πώς τα φέρνει έτσι η ζωή, χμ! Έρχεται πράγματι μια στιγμή κομβική στη ζωή μας, που μας καλεί σε φυγή. Σε αλλαγή. Τόπου, συνηθειών, προγράμματος, ανθρώπων.. Και δεν είναι εύκολο, πώς να 'ναι! Η καρδιά αντιστέκεται, σκοντάφτει στις πετρωμένες συνήθειες, θολώνει απ' τις θαμπές μνήμες, γλυκαίνεται στις γνώριμες απολαύσεις, καρδιοχτυπά στη θέα των αγαπημένων προσώπων. Πώς να φύγει.. πώς να ξεχάσει.. πώς ν' αφήσει πίσω; Εκεί είναι που χρειάζεται ένα άλμα λογικής, ένα άλμα πίστης. Να στρέψει κανείς το βλέμμα, όχι σ' αυτά που μένουν πίσω και δυσκολεύεται ν' αφήσει, αλλά σ' αυτά που ξανοίγονται μπροστά και περιμένουν. Άγνωστα, ναι, και το άγνωστο ψευτο-γιγαντώνει τη δυσκολία. Μα γι' αυτό χρειάζεται άλμα! Ένα μικρό αλματάκι, αποφασιστικό, καίτοι δύσκολο. Κι όλα μετά παίρνουν το δρόμο τους. Ένα δρόμο, που μπορεί τελικά να μας επιστρέψει ξανά πίσω στον αγαπημένο τόπο, υπό νέες ευνοϊκότερες συνθήκες.

* Θυμόμαστε και τιμούμε τη φυγή στην Αίγυπτο την 26η Δεκεμβρίου. Ο τίτλος είναι απόσπασμα της προφητείας του Ωσηέ (Ματθ. β' 15) για το συγκεκριμένο γεγονός, 800 περίπου χρόνια πριν την πραγματοποίησή του.
* Η εικόνα (15ος αι.) είναι από τη συλλογή του Μουσείου Μπενάκη.

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Το καλοκαίρι που χάθηκε στο χειμώνα


«Άντε και καλό χειμώνα», φώναξε η φίλη κουνώντας ζωηρά το δεξί της χέρι, αποχαιρετώντας την παρέα ένα ζεστό μεσημέρι του Σεπτέμβρη.

Χμ, αυτή είναι η "μιζέρια" μας, αυτή η on-off διάθεσή μας. Που μόλις τελειώνει το λαχταριστό καλοκαίρι και προτού καν πιάσουν οι πρώτες μπόρες του φθινοπώρου, ολισθαίνουμε ήδη στη γλιστερή τσουλήθρα του χειμώνα. Ο ήλιος σταματάει το χρόνο χαμογελώντας από ψηλά, ο ιδρώτας εξακολουθεί να ρέει αμείωτος σε κάθε ενέργεια, τα κοντομάνικα ακόμη μοιάζουν βαρύς ρουχισμός, αλλά η ευχή, ευχή.. καλό χειμώνα!


Χειμώνιασε,
όμως βαθιά μέσα στη γη
ο ήλιος του καλοκαιριού κοιμάται

Και πώς να μην είναι έτσι, πράγματι, όπως χαρακτηριστικά το λέει ο ποιητής. Μα όσο λιποψυχούμε το Σεπτέμβρη, που πια η μέρα αρχίζει και φθίνει, και χάνουμε την ουρά του καλοκαιριού, άλλο τόσο δεν αντιλαμβανόμαστε ότι και ο χειμώνας που διανύουμε θα πάρει την κάτω βόλτα, θα αρχίσει να μαζεύεται. Και μάλιστα αυτό ξεκινά από αύριο!

Προκαλώντας, λοιπόν, τη λογική του παγωμένου μυαλού μας, που αδυνατεί να ξεφύγει απ' τους καθημερινούς της χειμώνες, και σε πλήρη αναλογία με τις σεπτεμβριάτικες ευχές για "καλό χειμώνα", σήμερα 22 Δεκεμβρίου, στο κέντρο της καρδιάς του χειμώνα, που η νύχτα φαίνεται να κάνει ματ στα στρατεύματα της ημέρας, που ο ήλιος μόλις που καταφέρνει τη μικρότερης διάρκειας έξοδο στο ουράνιο στερέωμα, που οι πρώτες νιφάδες χιονιού κάνουν τους δρόμους να μοιάζουν πεδίο βολής, γραπώνομαι σφικτά από τη χαίτη της ημέρας που αρχίζει λεπτό-λεπτό να παίρνει τη δική της ρεβάνς και ξεφωνίζω μ' όση δύναμη παραμένει ζεστή στην καρδιά μου.. Άντε και καλό καλοκαίρι!

* Η 22α Δεκεμβρίου είναι φέτος το χειμερινό ηλιοστάσιο, το 24ωρο του χρόνου με τη μεγαλύτερη διάρκεια σε νύχτα. Από αύριο η ημέρα θα κερδίσει 1 λεπτό έναντι της νύχτας και δεν θα σταματήσει να το κάνει έως το θερινό ηλιοστάσιο (21-22 Ιουνίου).
* Ο τίτλος είναι δανεισμένος από το ομώνυμο βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη (εκδ. Καστανιώτη, 1984)

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Αντίδωρο





Today's Soundtrack:
«Σ' ευχαριστώ»
Μάνος Ξυδούς
"Σ' ευχαριστώ που μ' άκουσες απόψε,
η σιωπή σαν βάλσαμο κυλούσε από τα μάτια σου."





Μια μπάλα μπάσκετ, κάμποσες μπλούζες, αμέτρητα βιβλία, το πατίνι που ποτέ δεν ήρθε (άσκησε βέτο τότε η μητέρα.. αχ! γιατί όχι; γιατί να μην φάω από νωρίς το κεφάλι μου να βάλω μυαλό, γιατί;), το ταλαιπωρημένο και χαρακωμένο μου swatch. Τα δώρα της νονάς ήτανε πάντοτε ιδιαίτερα. Και περιποιημένα δε λέω. Μα δεν ήταν η περιποίηση μόνο που μέτραγε..

Αργότερα έβαλε κι άλλο βέτο η μαμά.. να μην ξαναστείλει δώρα η νονά! «Φτάνει, μεγάλωσε το παιδί, δε χρειάζεται». Κι ανέλαβε η οικογένεια να καλύψει την έλλειψη. Και αφιέρωνε χρόνο στην αναζήτηση του κατάλληλου, του ταιριαστού, του χρήσιμου. Μα δεν ήταν ο αφιερωμένος χρόνος μόνο που μέτραγε..

Κάποτε έβαλα εγώ βέτο στη μητέρα. «Φτάνει, μεγάλωσα πια, δε χρειάζομαι ιδιαίτερο δώρο από σας, μου αρκεί που σας έχω!». Μα οι γονείς θεώρησαν ότι το μήνυμα είχε μόνο αυτούς για παραλήπτες, εξαιρώντας τις αδερφές μου, οι οποίες ανέλαβαν να καλύψουν εκ νέου το κενό. Και έβαζαν κόπο -το αναγνωρίζω- να ανιχνεύουν, να συμβαδίζουν κάθε φορά με τα γούστα μου και να μου προσφέρουν το όμορφο, το μοντέρνο. Μα δεν ήταν ο κατατεθημένος κόπος μόνο που μέτραγε..

Βέτο δεν ξαναμπήκε σε κανέναν. Διευρύνθηκαν έτσι και οι δρόμοι των δώρων από φίλους. Ποτέ δεν έλλειψαν. Ένα T-shirt που ταξίδεψε απ' το Μπριζ, μία κάρτα που έφτασε στον Έβρο, μια ξύλινη σβούρα απ' το εργαστήρι του Τζεπέτο και δεκάδες βιβλία που συντρόφευσαν τα βράδια μου. Αμέτρητα δώρα όμορφα, χρήσιμα, παράξενα, τοσοδούλικα, δώρα συμπυκνωμένης σκέψης. Της δικής τους συμπυκνωμένης σκέψης. Μα δεν ήταν η σκέψη μόνο που μέτραγε..

>>>

Περιποίηση.. χρόνος.. κόπος.. σκέψη.. Κοίτα να δεις τι θησαυρός κρύβεται πίσω από ένα δώρο. Τέτοιος που ακυρώνει σχεδόν το ίδιο το δώρο. Το προσπερνά. Το υπερνικά.
Εμένα μου αρκεί η αγάπη σας, αλήθεια! Βέβαια κι αυτή η αγάπη που ζητώ είναι πανάκριβη και δυσεύρετη, το ξέρω, μήπως έχει καμιά προσφορά όμως λόγω των ημερών ;-) Τη θέλω πάσει θυσία..
(από τα εξερχόμενα του ηλεκτρονικού μου ταχυδρομείου)

Από το πρώτο δώρο που θυμάμαι μέχρι το τελευταίο, το χθεσινό, αυτό μετράει. Η αγάπη με την οποία αναζητήθηκε, επιλέχθηκε, προετοιμάστηκε, προσφέρθηκε. Από τη νονά μου και τους δικούς μου, απ' όλους τους κατά χρόνους φίλους, δεν ξέρω ειλικρινά πού φώλιασαν τα δώρα τους. Κρατώ στις θύμησες γερά, ωστόσο, την αγάπη που τα συνόδευε. Κι αυτό το αυθόρμητο "ευχαριστώ" είναι το ελάχιστο αντίδωρό μου.

<<<


110 αναρτήσεις
5300 επισκέψεις
1 χρόνος adis99.blogspot

Σας ευχαριστώ που με αντέχετε,
ως αυτή, την τελευταία.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Exit Stage Left

Today's Soundtrack:
Ηρακλής Κοντός | Αργοναύτες
"Σήκω τσιγγάνα μου ψυχή να τραγουδήσεις πάλι"

Έρχεται κάποτε εκείνη η μέρα, ο χρόνος, η στιγμή, που ανάβει το φωτάκι πάνω από την πόρτα της εξόδου. Και σου δείχνει το δρόμο που πρέπει ν' ακολουθήσεις. Σου σημειώνει το σημείο στο οποίο θα ξαναβρείς το χαμένο μίτο της ζωής σου, μιας ζωής που αφιερώθηκε σε όνειρα και προσδοκίες κι έμεινε μετέωρη σαν έσβησαν τα φώτα..

Μα εσύ κοντοστέκεσαι και αναλογίζεσαι όλα αυτά που αφήνεις αραδιασμένα στο παχύ σκοτάδι που εξακολουθεί να σε περιβάλλει. Απλώνεις το χέρι πασπατεύοντας σκόνες και μνήμες, ψάχνοντας σαν τυφλός εναγωνίως -«κάπου εδώ πρέπει να 'ταν»- το χέρι που σε κράτησε, που σ' έφερε ως εδώ. Αφουγκράζεσαι ήχους που ελπίζεις να σε καλούν. Ανοίγεις την καρδιά -ραντάρ προσέγγισης- να νιώσει το παλιό μονοπάτι..


Μα το μόνο που εξακολουθεί ν' αναβοσβήνει αμείλικτο είναι το Exit αυτής της σκηνής που μια ζωή ετοιμαζόσουν να παίξεις. Να φτιάξεις, να στήσεις, να παίξεις. Έφτιαξες, έστησες, δεν έπαιξες.

Φίλε μου, σαν περνάς το κατώφλι της εξόδου, άσε ανοιχτό το φωτάκι της. Αν κάτι κάποτε σε ψάξει, νά βρει τα χνάρια των βημάτων σου.

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Μια φυλακή, ένας τοίχος, μια τρύπα..


Ήτανε κάποτε τρεις φυλακισμένοι, χωμένοι σ' ένα είδος κελιού χωρίς πόρτες, δίχως παράθυρα. Κάθε μέρα τους πετούσαν να φάνε ξερά ψάρια και ξερό κρέας, σαν ξύλο σκληρά, που δεν κατάφερναν να τα κόψουν ούτε με τα δόντια. Ένας από τους φυλακισμένους, πολύ έξυπνος, άρχισε να χτυπά και να ξαναχτυπά με μια πέτρα, μέχρι να πολτοποιήσει την κάθε μπουκιά. Ο δεύτερος φυλακισμένος, κι αυτός ξύπνιος, ακόνιζε ένα κουτάλι και κατόρθωνε να κόβει σε φέτες το κρέας και τα ψάρια. Μα ο τρίτος που ήταν χαζούλης δεν κατέβαζε καμιά ιδέα, δεν πολυσκοτιζόταν.. προτιμούσε να να μη φάει κι ας πεθάνει της πείνας. Τότε ο πρώτος φυλακισμένος ανέλαβε να λιανίζει και γι' αυτόν τις μπουκιές κι όταν μετά από μερικές ημέρες ο χαζούλης έμεινε δίχως δυνάμεις, άρχισε να τον ταΐζει.

Λίγες μέρες αργότερα, κουρασμένος απ' το να τον ταΐζει και να του λιανίζει το κρέας, ο πρώτος ζήτησε απ' τον άλλον έξυπνο, που όλη τη μέρα ασχολούνταν με το να χαράζει τον τοίχο με το κουτάλι, να τον ξεκουράσει λιγάκι και να ταΐζει εκείνος τον χαζούλη, γιατί αν κανείς δεν τον ταΐσει θα πεθάνει ο κακόμοιρος. Κι εκείνος του απαντά:


«Δίκιο έχεις, πρέπει να σώσουμε το σύντροφό μας και μαζί μ' αυτόν τους εαυτούς μας».

«Γι' αυτό εσύ θα συνεχίσεις να τον ταΐζεις όπως έκανες μέχρι τώρα, ενώ εγώ θα συνεχίσω να προσπαθώ ν' ανοίξω μια τρύπα στον τοίχο να μπει φως, να τελειώνουμε πια μ' αυτή τη φυλακή!»



Όλα στη ζωή μας αξίζουν τον κόπο, η κάθε προσπάθεια που κάνουμε μας βοηθάει να επιβιώνουμε. Πολλοί βολεύονται μ' ένα παραθυράκι με κάγκελα «και ύστερα βλέπουμε..». Είναι η τρύπα στον τοίχο, όμως, το ρήγμα που πρέπει ν' ανοίξουμε αν θέλουμε να γλιτώσουμε, να βγούμε από τη φυλακή μας.


* Η ιστορία είναι από το βιβλίο του Dario Fo, «Η μαριχουάνα της μαμάς είναι πιο γλυκιά», εκδ. Κατσάνος.
* Η φωτογραφία απεικονίζει ένα από τα έργα graffiti του Banksy -διάσημου Βρετανού καλλιτέχνη graffiti του οποίου η αληθινή ταυτότητα παραμένει άγνωστη- στο τείχος του Ισραήλ στη Δυτική Όχθη. Σχολιάζοντας τον "φράχτη ασφαλείας", είπε ότι καθιστά την Παλαιστίνη την πιο μεγάλη "ανοιχτή φυλακή".

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Τόσες αποστάσεις


Μπήκε στο σπίτι με το μόνιμα ερωτηματικό βλέμμα του και κάθισε στην καρέκλα πλάι στο τζάμι, αγνοώντας επιδεικτικά τον αδειανό καναπέ. Κοίταξε χαμηλά, ψηλά, χάζεψε γι' άλλη μια φορά τις αφίσες, τα πόστερ, τ' αποκόμματα, κιτρινισμένα απ' τα χρόνια ν' αφηγούνται σε δυο τοίχους το πέρασμα από την εφηβεία στην ωριμότητα. Εφηβεία που αρνιότανε πεισματικά να ξεκολλήσει, γαντζωμένη στα πολυκαιρισμένα σελοτέιπ που έπιαναν τις άκρες της.

>>>

Το πρώτο τηλεφώνημα αντάλλαξε την απορία των τελευταίων εβδομάδων μ' έναν σιγανό, βουβό πόνο. Πόνο διαρκείας, που ποιος ξέρει πόσες εβδομάδες θα κρατούσε.. Πόνος που μπήκε σα σίφουνας και ανακάτεψε αισθήματα και προσδοκίες, φτύνοντας τη φλόγα της ελπίδας που αργόσβηνε σα λιωμένο κεράκι στο μανουάλι της ψυχής, λίγο πριν τρεμοπαίξει και σβήσει τσουτσουρίζοντας στην άμμο. Το δεύτερο τηλεφώνημα άλλαξε την αμηχανία πέντε χρόνων σε χαρά. Σε αληθινή φιλική χαρά, απ' αυτή που φωλιάζει στις καλύτερες σουίτες της καρδιάς και απελευθερώνεται σε στιγμές γνήσιας επικοινωνίας, έστω κι από απόσταση τηλεφωνική. Χαρά που σήκωσε τα μανίκια και μετέτρεψε μπερδεμένα αισθήματα και σκέψεις σε ειλικρινείς ευχές και γλυκόλογα.

Και στο ενδιάμεσο ο φίλος που εισέβαλλε χαρωπά στο σπίτι και διάλεξε τη γωνιά πλάι στην κουρτίνα, τραβώντας την να καλύψει όλο το μήκος του παραθύρου. Πού σήκωσε το κεφάλι τριγύρω και αναγνωρίζοντας στον τοίχο πρόσωπα και μέρη, και χωρίς να αντιλαμβάνεται τη συνεισφορά του στο μομέντουμ, έπιασε να σιγοσφυρίζει ένα τραγουδάκι απ' τα παλιά.

Θέλω να φύγω, σαν τις κοπέλες που μ' αγάπησαν για λίγο.





Today's Soundtrack:
Βασίλης Καζούλης
"Τα παλιά τραγούδια,
τα παλιά φιλιά,
πίσω μου αφήνω άλλη μια φορά"




Μέσα στο τζάκετ του σκυφτός, ένα παγερό χειμωνιάτικο βράδυ, περπατούσε γοργά, πότε στο πεζοδρόμιο, πότε στο δρόμο, αποφεύγοντας τις κούφιες πλάκες και τα άτακτα ταξί, κλέβοντας τη διαδρομή για το κέντρο. Κάτι του έκαιγε τα σωθικά και δεν ήξερε αν ήταν το τηλεφώνημα που ώρες τώρα έπαιζε ξανά και ξανά στο walkman του μυαλού του ή η υγρή κρυάδα αναμιγμένη με το βρωμερό καυσαέριο του πολύβουου δρόμου. Ήταν, ίσως, κι εκείνο το μπερδεμένο φεγγάρι που ήθελε πάντα κάτι να γυαλίζει..

Κοίταξε το φεγγάρι που την επομένη θα βαφόταν κόκκινο και αναλογίστηκε τη μακρινή απόσταση. Πόσες αποστάσεις.. Σαν κι αυτή απ' το φεγγάρι ως τα βλέφαρα, που ένα τηλεφώνημα είτε την εκτοξεύει σε άλλη γειτονιά αστεριών, είτε τη φέρνει σε απόσταση ζεστής αναπνοής απ' την καρδιά.

Χωρίς την έννοια της απόστασης, όμως, δε νοείται και πλησίασμα, σκέφτηκε και σκούπισε την υγρασία που ξέφυγε θαρρετή απ' τα ματοτσίνορα. Η βραδινή παρεά και πολύ περισσότερο το επερχόμενο τηλεφώνημα θα τον βοηθούσε να κοντέψει προσωρινά την απόσταση σε ανθρωπίνως ανεκτά μέτρα. Μέχρι να ξαναπάρει το μοναχικό δρόμο της επιστροφής, σκυφτός μέχρι τ' αυτιά στο τζάκετ του, εκείνο το παγερό βράδυ του χειμώνα.

* Ο τίτλος είναι δανεισμένος από το ομώνυμο live CD του Βασίλη Καζούλη, πίσω στη χρονιά του 2000.

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

θαλασσινό κοχύλι


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια βάρκα..




Today's Soundtrack:
Ν. Καββαδίας | Θ. Μικρούτσικος | Χ & Π Κατσιμίχας
ύρμα που εκόπηκε στα δυο και πώς να το ματίσω;"





..που έπλεε αμέριμνη στο απέραντο πέλαγος των αιώνιων επιθυμιών. Λεπτή, μικροκαμωμένη, μα καμαρωτή και περήφανη, από ακριβό λουστραρισμένο ξύλο οξιάς, όμορφα εφαρμοσμένο πέτσωμα στη γάστρα και προσεκτική στεγανοποίηση όλων των αρμών. Μικρής ικανότητας, μα εξαιρετικής ασφάλειας!

Κι έβαλε πλώρη στις ήσυχες θάλασσες, σκίζοντας τα νερά με χαρά, με θάρρος, πότε γοργά κι ανάλαφρα, πότε αργά και απολαυστικά. Ποτέ όμως προβληματισμένα. Μ' έναν -ίσως- μικρό εγωισμό που δεν ταίριαζε στο μπόι της. Πόσο της άρεσε όμως! Πότε στις μπουνάτσες, πότε στα μπουρίνια, δεν την πολυ-ένοιαζε, είχε την ασφάλεια, την περηφάνια της, την τόση-δα ικανότητά της.

Κι ήρθε μια μέρα μια νέα επιθυμία. Χρόνια τόσα αρμένιζε, χωρίς σταματημό, χωρίς παράπλευρες σκέψεις. Περνούσε τόπους και ομορφιές.. και προσπερνούσε. Κοιτούσε, μα δε λαχταρούσε. Είχε την ασφάλειά της, την τόση-να! περηφάνια της. Τόσα και τόσα λιμάνια προσπερνούσε και θαύμαζε.. αλλά τώρα πεθύμησε, ένα λιμάνι κι αυτή, να μπει, να δει, να ζήσει την άγνωστη ομορφιά του γιαλού, την άγνωστη πολιτεία της ακροθαλασσιάς.

Και περνούσε λιμάνια αριστοκρατικά, με υποδοχές και παροχές που ποτέ δε σκέφτηκε, με πολυτέλεια που κατά βάθος ποτέ δε λαχτάρησε. Αλλά πώς κολλά ο νους καμιά φορά σ' αυτά που ποτέ δεν τόλμησε να φανταστεί.. Πώς να μπει, πώς να εισέλθει, καλοφτιαγμένη μεν, μα φτωχική, ταπεινή. Δεν έφτανε πια η τόση-δα ικανότητα, ούτε η τόση-να περηφάνια. Και προσπερνούσε. Προσπερνούσε πατικώνοντας στο βάθος της γάστρας της μία-μία τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες της.

Πέρασε όμως κι από λιμάνια φυσικά. Πανέμορφους όρμους και κολπίσκους, ιδανικά χαραγμένους στις άγριες παρειές των νησιών. Λιμανάκια κρυφά απ' τον υπόλοιπο κόσμο, χαριτωμένα με κάθε κάλλος, που έστεκαν εκεί, χωρίς υποδοχή, χωρίς παροχές, μονάχα με τη φυσική περηφάνια τους, αλλά και τη σιγουριά ότι όποια βάρκα περάσει, δει, εκτιμήσει και εισέλθει, ω, αυτή η βάρκα θα 'ναι η πλέον εκλεκτή και ικανή. Θα 'ναι η βάρκα που τόλμησε και κέρδισε το λιμανάκι της.

Κάποτε ζήλεψε ένα από δαύτα, μαγεύτηκε απ' το μυστήριο που έβγαζε η όψη του, σαν σπάνιο κλειστό κοχύλι, κι έβαλε πορεία στο χάρτη να το πλησιάσει. Με την πρώτη ματιά έκρυβε τα πλεονεκτήματά του, μα όσο πλησίαζε και άλλαζε η γωνία προσέγγισης, τόσο αποκαλυπτόταν οι ομορφιές του βάθους του, οι δυνατότητές του, τα χαρίσματά του. Μα αποκαλύφθηκε και η ιδιαίτερα περίπλοκη είσοδός του. Η βάρκα κοντοστάθηκε και μέτρησε τις δυνάμεις τις. Τσίμπησε τόσο-δα κι άλλο την ικανότητά της, φούσκωσε ακόμη κι άλλο την τόση-να περηφάνια της και έκανε να κινήσει την προσέγγιση. Ασκήσεις ακριβείας και τέλειας ισορροπίας. Από τη μια το σύμπλεγμα των βράχων, από την άλλη τα υπόγεια ρεύματα και οι ύφαλοι. Έπρεπε να βρει τον κατάλληλο εκείνο ελιγμό και τη ρεγουλαρισμένη ορμή για να διέλθει το στενό στροφιλίκι, που θα την εισήγαγε επιτυχημένα στον απάνεμο όρμο που τόσο λαχτάρησε.

Ξέχασε όμως, πάνω στην έξαψη των στιγμών, την ασφάλειά της. Δε σιγούρεψε το σκελετό, δεν τσέκαρε το πέτσωμα. Δεν έψαξε για τυχόν πόρους στη στεγάνωση. Παρασύρθηκε κι απ' τη λαχτάρα, μαγεύτηκε από τα φυσικά και κρυφά χαρίσματα του όρμου και όρμηξε σε επικίνδυνα νερά, εκεί που δεν την έπαιρνε. Υπερεκτίμησε την ικανότητά της.. νόμισε θα την σώσει η περηφάνια της, χεχ! Και στην πορεία λιποψύχησε, έχασε το βηματισμό της, το μπούσουλά της για κείνο το δυσεύρετο θαλασσινό κοχύλι. Δε βοήθησε και το λιμανάκι, που αγωνιούσε μεν για την έκβαση της προσπάθειας, επευφημούσε την ικανότητα των ελιγμών, αλλά δεν έκανε μια κίνηση καλής θελήσεως. Δεν ημέρεψε τα ρεύματα, δεν υπέδειξε τους υφάλους..

..Και το θαλασσινό κοχύλι, το δυσεύρετο εκείνο μικρό λιμανάκι έμεινε απροσπέλαστο στη μοναξιά του πελάγους. Να στέκει μπερδεμένο, να σκέφτεται ξανά και ξανά απ' την αρχή όλα τα βήματα της τελευταίας προσέγγισης, να αναρωτιέται μην έκανε λάθος. Να φοβάται μήπως φοβήθηκε το λάθος κι έδιωξε με την αδράνειά του τη βάρκα.

Και η καλή μας βάρκα; Χάθηκε πια απ' το πέλαγος των επιθυμιών, τσακισμένη απ' τη συνειδητοποίηση ότι οι μικρές χαριτωμένες βάρκες, με την τόση-δα ικανότητα και την τόση-να περηφάνια, δεν είναι ούτε περήφανες αρκετά για τα λουσάτα λιμάνια, ούτε, όμως, ικανές αρκετά για τα όμορφα φυσικά αγριο-λίμανα.


Κάποιοι είπαν -νόμισαν- ότι την είδαν να σαλπάρει στις ζεστές θάλασσες της ελπίδας. Αλλαγμένη, αλλοιωμένη, χωρίς ούτε τόση-δα ικανότητα, χωρίς ούτε τόση-να περηφάνια. Αφημένη αδειανή, στ' απάνεμα νερά της ελπίδας. Χωρίς μπούσουλα, χωρίς πορεία στο χάρτη.

Αλλά πάλι μπορεί να έκαναν και λάθος..


* Η ιστορία (μέρα που είναι, δώρα κάνω!) είναι από καρδιάς αφιερωμένη σ' εκείνους κι εκείνες που κατάφεραν να φτιάξουν (ή ο Θεός τους χάρισε) τη ζωή τους σαν όμορφα, γραφικά φυσικά λιμανάκια, απομακρυσμένα από τα λάγνα αδιάκριτα βλέμματα. Που κρύβουν επιμελώς τις χάρες και τα χαρίσματά τους. Μικρά και όμορφα, σαν δυσεύρετα θαλασσινά κοχύλια, που λέει κι ο ποιητής. Τους εύχομαι να έχουν, όμως, και την τόλμη να ενθαρρύνουν τις μικρές βαρκούλες που ορθώνουν τη λειψή περηφάνια και ικανότητά τους και επιχειρούν μια προσέγγιση. Ποιος ξέρει.. μπορεί και οι βαρκούλες αυτές, κι ας μοιάζουν ταπεινές, να είναι το ίδιο σπάνιες και δυσεύρετες! Ο άγιος Νικόλαος, που σήμερα τιμούμε, ας φωτίσει και τα λιμανάκια και τις βαρκούλες και ας ..ξεστραβώνει -κάθε φορά- το γιαλό ανάμεσά τους, να διευκολύνεται η προσέγγιση.. :-)
* Η δεύτερη φωτογραφία της ιστορίας είναι από εδώ.

Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Λούλου

Άνοιξε τα χέρια του και την αγκάλιασε σφιχτά. «Τίποτα δεν θα συμβεί όσο είμαστε μαζί, τίποτα, άντε!» Δάκρυα αυλάκωσαν τα μάγουλα της Λούλου και η μύτη της έτρεχε. Τη ρούφηξε και ακούμπησε το μέτωπό της στο στέρνο του, νιώθοντας το πρόσωπό της να αχνίζει. Η καρδιά του για πρώτη φορά χτυπούσε ακανόνιστα.
«Μην κλαις, Λούλου, τίποτα δεν θα συμβεί. Θα δεις, κάτι θα γίνει. Δεν λένε ότι κανείς δεν χάνεται;»
«Μ' αγαπάς;»
«Ρωτάς;»
«Ναι. Θα μ' αγαπάς ο κόσμος να χαλάσει;»
«Ο κόσμος έχει ήδη χαλάσει κι εγώ ακόμα σ' αγαπώ».
 
Πίεσε τα χείλια του δυνατά στο μέτωπό της κι άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί τριγύρω. Έψαξε με την άκρη του ματιού του στο παρκάκι με την ελπίδα ότι θα έβλεπε κάτι να γυαλίζει στα σκουπίδια. Τίποτα όμως δεν ξεχώριζε γύρω απ' τις βρώμικες σακούλες, παρά μόνο στίβες πεταμένα free press.
 
«Πάμε για ύπνο» είπε σφίγγοντας απαλά το χέρι της. Μπήκαν μέσα χωρίς να αποχαιρετίσουν τα φαντάσματα των μπαλκονιών που χάνονταν ένα ένα όσο ξημέρωνε. Θα τα συναντούσαν πάλι αύριο.

* Απόσπασμα από το βιβλίο της Βάσιας Τζανακάρη «Τζόνι & Λούλου» (εκδ. Μεταίχμιο, σ.59-60). Η φωτογραφία είναι λεπτομέρεια από το εξώφυλλο.
* Grazie mille Φ!

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Το sms του Δεκέμβρη


Μέρες σαν φαντάσματα..
Ώρες σαν ίλιγγος..
Λεπτά σαν μέγγενη που δε λέει να ξεσφίξει.

Είναι τ' ακριβό τίμημα για το βύθισμα στα χρώματα, το κολύμπι στο φως.

Κανείς δεν περνά αναίμακτα απ' το μονοπάτι της αγάπης.


* Βασισμένο σε κείμενο της Νίνας Κουλετάκη, από το blog της. Διασκευασμένο στα μέτρα του παρόντος ιστολογίου.