Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

my modular biblio project




Ήταν αρχές του περασμένου Νοέμβρη. Η κρητική παρέα πείστηκε να ακολουθήσει δυο τρικαλινούς σ' ένα ταξίδι στα θεσσαλικά λημέρια, στα βουνά, τις λίμνες, τις γεύσεις και τις πόλεις. Ένα από τα βράδια μας σε γνωστό μπαράκι της κεντρικής πλατείας Τρικάλων, γυρνώντας ο Δημήτρης από το μέρος εκείνο όπου -λέγεται ότι- και ο βασιλιάς πηγαίνει(;) μόνος του, μου ανακοινώνει ότι υπάρχει μια σύνθεση στο πίσω μέρος που θα μου άρεσε. Ήξερε για την αγωνία μου να σχεδιάσω μια βιβλιοθήκη για τα καινούρια μου έντυπα αποκτήματα, η οποία όλο καθυστερούσε και χρόνιζε σαν βαριά ασθένεια που δεν φεύγει. Είχε έρθει η ώρα να επισκεφτώ κι εγώ τα μέρη μοναξιάς του βασιλιά.

Επανήλθα στην πόλη μερικές βδομάδες αργότερα, καφές με Γιώργο και Άκη και Λάμπρο και Βάιο(;). Πλησίασα τη σύνθεση, τη μελέτησα από κοντά. Θέλετε κάτι κύριε, να βοηθήσουμε; Θα ήμουν από παράξενο μέχρι θλιβερό θέαμα. Μέτρησα πάχη και συνδέσεις, χοντρικά τις διαστάσεις.

Με την επιστροφή στον Νότο έγιναν τα πρώτα σκαριφήματα, τα δεύτερα. Τράβηγμα από δω, τέντωμα από κει, απλοποίηση παραπέρα. Τσάτρα-πάτρα βγήκε το πρώτο ικανοποιητικό σχέδιο, τα χριστούγεννα το έδειξα στον ξυλουργό ξάδερφο. Εύκολο! Πώς σου το στέλνω είναι το θέμα. Ε μα, αυτό ήταν το θέμα. Ξανά στον Νότο, με τις τελικές προσαρμογές στο σχέδιο, το οποίο έδειχνα δω κι εκεί, καμωμένο τρισδιάστατο στο autocad. Ο πατέρας μου θα στο κάνει! Μαζί με τον Μίλτο. Η Μαρία.

Σχέδιο 1:1 -για να μου φύγει η όποια αμφιταλάντευση είχα για τις διαστάσεις- κρίθηκε απαραίτητο. Κι άλλες διορθώσεις, τελευταίες πινελιές, έτοιμο. Μετά να μιλήσουμε με τον Μίλτο για υλικά και, το σημαντικότερο, για χρώματα. Ζόρι. Από μονόχρωμη σε δίχρωμη· κατέληξε πεντάχρωμη. Διαστάσεις κουτιών, αγορά υλικών, μεταφορά στο εργαστήρι. Σε μια βδομάδα έτοιμη, όρθια! Μεγάλη συγκίνηση, να την βλέπω όρθια και στεκούμενη, με τους όγκους και τις ακμές της, τα βάθη της. Έτοιμες και οι συνδέσεις της, έξυπνα και απλά.

Και μετά στον λακαδόρο για βαφή. Επί τόπου στο δεκάλεπτο επιλέξαμε τα χρώματα και χαιρετήσαμε. Το βράδυ κάτι με τριβέλιζε, μια ανικανοποίητη αίσθηση για τις επιλογές, τις αποχρώσεις, λατέρνα με τόσα χρώματα. Έστειλα ραβασάκι στον λακαδόρο να μην προχωρήσει. Κι αφού τρέλανα τον Σπύρο -μέχρι που βαρέθηκε- και την Φανή -τότε που τρέξαμε στην Κοζάνη, τι διαδρομή κι αυτή!- άλλαξα τα πάντα και ανηφόρισα ξανά στο χώρο του βαφείου με τις νέες επιλογές.

Δέκα μέρες πέρασαν και τα κουτιά παραδόθηκαν έτοιμα, γυαλιστερά και φρεσκομύριστα στο καθιστικό μου. Και λίγες ακόμα μέρες έπειτα (συναρμολόγηση, στερέωση), αυτό.

Την βλέπω μπροστά μου τώρα, που χτυπώ αυτές τις λέξεις στο πληκτρολόγιο. Απέναντί μου. Φορτωμένη με τα βιβλία των τριών και κάτι χρόνων που έχω βλέποντας την πατρίδα απ' τα κάτω προς τα πάνω. Πάνω της βρήκε θέση και το δώρο των κουμπάρων, μάλλον ειδικά γι' αυτό σχεδιάστηκε μια εξοχή, αλλά και τα σουβενίρ από το Περού, την Αλεξάνδρεια (αχ..). Όλα τους να θυμίζουν κάτι, να στέκουν σημάδια βιωμάτων και συναισθημάτων· ωρών ατελείωτων βύθισης σε λευκές σελίδες και πολύχρωμα εξώφυλλα.

Μου μπαίνουν κάποιες σκέψεις ..αριστερές, ότι αντί των βιβλίων -έτσι θα πρέπει- είναι η βιβλιοθήκη ο πρωταγωνιστής. Τις αντιπαρέρχομαι με αποφασιστικότητα, ότι θα εμπλουτιστεί με τέτοια βιβλία που θα κρατούν πάντα τον πρώτο ρόλο. Ώρες καλές και ατελείωτες, των πολύχρωμων βιβλίων με τις σελίδες τις λευκές!