Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2021

χαριτωμένη αυθάδεια

Εκείνη κάνει μια χειρονομία, μια ωραία χειρονομία, από αυτές που δεν ξεχνάς όταν τις έχεις δει από κοντά κι έχεις αισθανθεί το αίμα να χτυπάει στους κροτάφους σου. Μια χειρονομία που έκανε και η μητέρα μου όταν ζεσταινόταν. Μια χειρονομία της επαρχίας· βύθισε τα δάχτυλά της στο ποτήρι με το νερό και ύστερα χάιδεψε το σημείο ανάμεσα στα στήθη της, εκεί όπου λιμνάζει ο ιδρώτας· σαν να ήθελε να ξεπλυθεί. Μια χειρονομία ενστικτώδης, μιας και έχει την ίδια αυθάδεια με το να βάζεις το δάχτυλό σου στη μύτη ή να βγάζεις ένα κομματάκι κρέας ανάμεσα από τα δόντια σου.

* Roberto Saviano, Το αντίθετο του θανάτου, εκδ. Πατάκης.



Τρίτη 31 Αυγούστου 2021

λίγο ακόμα μείνε

 

Είναι κι αυτές οι αχόρταγες μνήμες που καλπάζουν σαν κρικρί σε απόκρημνες πλαγιές των Λευκών Ορέων, όταν βρίσκομαι ξανά σε γνώριμα μέρη, όταν περπατώ στις ίδιες γωνιές, δίνοντας πρόσωπο σε ανώνυμες σκιές πριν τις ρουφήξει το σκοτάδι.

Είναι κι αυτές οι αχόρταγες μνήμες που απλώνονται σαν παχιά ομίχλη σε υγρή κοιλάδα ένα παγωμένο βράδυ του χειμώνα. Σαν αίμα πηχτό σε σκηνή φόνου που ξεφεύγει απ' το περίγραμμα του κορμιού ή σαν το σοκολατούχο γάλα που σκόρπισα στο γραφείο μου προχθές και στάλα στάλα λέκιαζε το λευκό πάτωμα.

Είναι κι αυτές οι αχόρταγες μνήμες που μπλέκουν το υφάδι τους με το στημόνι των ποιητών. Και κάπως έτσι, στον ιστορικό Κήπο Café, ανάμεσα στους γέρικους φίκους και τις λιμνούλες με τα παπιά, έσμιξε ο Άλκης Αλκαίος με τον Bob Dylan και τη δική σου σκιά.

Μείνε ακόμα λίγο, μέχρι που να ξεφύγω
και κράτησέ με αν θες όσο κρατάει ένας καφές.
One more cup of coffee for the road
One more cup of coffee 'fore I go..
Μα μείνε ακόμα λίγο, αχόρταγη μνήμη, κράτα λίγο ακόμη, όσο κρατάει ένας καφές στα όρθια, για το δρόμο. Όσο ένα τσιγάρο που τώρα ανάβει ή ένα σπίρτο, έστω, που ήδη μαυρίζει την κόκκινη καύτρα του.

Μείνε ακόμ..

 

 

Σάββατο 31 Ιουλίου 2021

της χελώνας ο μύθος

Έχεις δει ποτέ χελώνα να πηγαίνει προς τα πίσω; Να κάνει όπισθεν εννοώ.

Το φαντάστηκα πως όχι.

Μπορεί όταν φοβάται να κλείνεται στο καβούκι της, όπως κάνεις κι εσύ συχνά, άλλωστε. Μα όταν το πάρει απόφαση γοργά και αποφασιστικά βαδίζει προς τα εμπρός, συνήθως στο άγνωστο, στο ανεξερεύνητο.

Ναι, γοργά, γιατί σε παραξενεύει; Πρέπει κάποτε να τη δεις να περνά κάθετα στην απέναντι άκρη του δρόμου, πώς σηκώνει το καύκαλο, πώς εφαρμόζει αποφασιστικά την τετρακίνηση και πηγαίνει ίσως πιο γρήγορα απ' όσο εσύ κι εγώ αποφασίζουμε να αλλάξουμε πεζοδρόμιο. Είναι, βλέπεις, που εμείς συνεκτιμούμε τους κινδύνους και τις περισσότερες φορές μένουμε κολλημένοι at the safe side.

Γι' αυτό αγαπάω τις χελώνες, τις θαλάσσιες, του γλυκού νερού, της ορεινής γης. Γιατί πορεύονται μπροστά. Ξεκινούν θαρρετά και ό,τι έρθει, όταν έρθει, το αντιμετωπίζουν αναλόγως. Στη σχετική ιστορία, τελικά, μύθος δεν είναι ότι νικάει η χελώνα τον λαγό, αλλά που σχεδόν ρατσιστικά αναφέρουν και έχει επικρατήσει καθολικά ότι περπατάει αργά.

Μια επόμενη φορά θα σου πω και για τις χελώνες τις θάλασσας, τις ανταμώσεις μας και τον βαθύ σεβασμό μου γι' αυτές. Τώρα όμως είναι αργά, ήρθε ώρα να μπω ξανά στο καβούκι μου.



Τρίτη 25 Μαΐου 2021

May-be

Πολύς κόσμος δεν πήρε χαμπάρι ότι χθες, στις είκοσι και τέσσερις του Μάη, είχε γενέθλια ο..

(είχα την αυθόρμητη επιθυμία να γράψω "ο μοναδικός", αλλά γρήγορα έσβησα τον χαρακτηρισμό, θα ταίριαζε σε πολλούς και θα μείωνε τελικά τον συγκεκριμένο· οπότε το αφήνω σκέτο)

..Bob Dylan. Έκλεισε τα ογδόντα του χρόνια και για άνθρωπο με τόσες περιπέτειες και καταχρήσεις, το λέει κανείς και κατόρθωμα. Πολλοί, λοιπόν, ακούγοντας τα δεκάδες αφιερώματα στα ραδιόφωνα, με κορυφαίο όλων αυτό του Γιάννη Πετρίδη, που έπαιξε αποσπάσματα από τις πρόσφατες -θρυλικές ήδη- ραδιοφωνικές εκπομπές του Μπομπ..

("ο θρύλος", να ένας χαρακτηρισμός που θα ήταν εύστοχος για τον Μπομπ, αλλά δυστυχώς παραπέμπει σε άλλες καταστάσεις)

..πολλοί λοιπόν -επανέρχομαι γιατί εκτροχιάζομαι- νόμισαν ότι είχε περάσει στην άλλη ζωή και τα ρεφλέξ των σταθμών ήταν από συγκλονισμό και θλίψη. Ευτυχώς, όμως, όχι. Είχε γενέθλια, ο Μπομπ, χθες.

Ούτε εγώ το ήξερα, γιατί αλλιώς θα το θυμόμουν. Όπως συνεχίζω να θυμάμαι, ας πούμε, τα δικά σου γενέθλια, μια μέρα πριν του Μπομπ, όπως καμιά φορά θυμάμαι και κάτι άλλα ανώφελα γενέθλια μια μέρα μετά του Μπομπ. Κάποτε όλα αυτά είχαν μια κάποια σημασία και τα θυμόμουν. Τώρα πια, που δεν έχουν καμία σημασία, κοίτα να δεις, εξακολουθώ να τα θυμάμαι. Δεν ξέρω γιατί, μάλλον γιατί έχει μια κάποια σημασία να θυμάται κανείς, κι ας μην έχει σημασία γιατί.

Άκουσα κι ένα καινούριο τραγούδι, ολόφρεσκο σημερινό, σήμερα κυκλοφόρησε δηλαδή, προορισμένο να έχει γενέθλια μια μέρα μετά του Μπομπ..

(όχι, δε θα σου παίξω Μπομπ σήμερα, γιατί χθες ήταν το αφιέρωμα, του χρόνου πάλι· ούτε αυτό θα σου το παίξω, γιατί είναι πολύ ωραίο και θέλω να το χαρώ μόνος μου)

..και μου φάνηκε ταιριαστό γιατί πυροδότησε κατάλληλα τη μνήμη μου· ξανά.

I was just your May baby, just a maybe on your mind
and May's too many months to make any of it fine

Άντε, χρόνια πολλά, Μπομπ· κι εσύ μια μέρα πριν, κι εσύ μια μέρα μετά, ποιος νοιάζεται και ποιος πλέον ρωτά.

 

 

Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

Τελευταία

Σε τελική ανάλυση,
κοιτάζοντας γύρω σε αυτόν τον θρυμματισμένο κόσμο,
το μόνο που άξιζε ήταν να έχει ο ένας τον άλλο.

* Harald Gilbers, Germania - Οι τελευταίες μέρες, εκδ. Μεταίχμιο.



Παρασκευή 9 Απριλίου 2021

το αυθεντικόν του Σάλιντζερ

Ξαναδιάβαζα το διήγημα Νόκερ του Δημοσθένη Παπαμάρκου, από τη συλλογή Γκιάκ (εκδ. αντίποδες τότε, Πατάκης τώρα). Αντιγράφω:

«Αλλά το ’ξερα ότι η βρωμιά θα μ’ ακολούθαγε. Δέκα χρόνια ήταν αυτά. Άντρας δεν έγινα με τη δουλειά, όπως οι άλλοι, αλλά με το σκοτωμό. Κι ήξερα καλά ότι θα ξαναρχόταν, γιατί και που τελείωσε ο πόλιεμος εγώ πάλι έψαχνα τα αίματα. [...] Έπρεπε να βάλω χαλινό στην ψυχή μ’, γιατί άμα συνέχιζα έτσ’ αργά ή γρήγορα θα κατέληγα στο απόσπασμα».

«Έτσ’ κάθσα και σκέφτκα και τότες κατάλαβα ότι η βρωμιά δεν είναι παντού βρωμιά. Να σ’ το πω αλλιώς, άμα δεις έναν ζευγά με τις λάσπες μες στην εκκλησία, βρωμιάρη θα τον πεις. Άμα τον δεις όμως με τις λάσπες στο χωράφ’ θα τον πεις άξιο. Επειδή το λοιπόν αυτές οι λάσπες δεν καθαρίζουνε ποτές από τα παπούτσια κανενός, γιατί απ’ αυτές είναι φτιαγμένη η ψυχή τ’, πρέπει να κοιτάξεις να βρεις το σωστό χωράφ’. Είπα, αφού τα αίματα έμαθες, Αργύρη, στα αίματα θα πορεύεσαι».

 

Και συνειρμικά -σε συνέχεια ή σε αντιδιαστολή, δεν είμαι βέβαιος από τα δύο τι- ήρθε στη θύμησή μου μια ρήση του J.D. Salinger, σ' ένα από τα τελευταία κείμενά του, σαν απόφθεγμα της μοναχικής ζωής του,

«Αμέσως μετά την καλοσύνη, η αυθεντικότητα είναι ένα από τα πιο συναρπαστικά πράγματα στον κόσμο, κι απ' τα πιο σπάνια, επίσης»

Και αναρωτιέμαι τι είναι άραγε πιο αποδεκτό ανθρωπινά, η συχνότατη καλοσυνάτη διπλοπροσωπία με δόσεις ιδιοτελούς απατεωνιάς ή μια όλο και πιο διαδεδομένη άτεγκτη αυθεντικότητα με μια πρέζα αναίσθητης σκληρότητας; Διότι σπάνια δεν είναι ούτε η καλοσύνη, ούτε η αυθεντικότητα τελικά· σπάνια είναι η αυθεντική καλοσύνη (ή η καλοσυνάτη αυθεντικότητα, γι' αυτούς που τους αρέσουν τα ..ανάστροφα μηνύματα).

Και το λέω αυτό εγώ, ένας καλοσυνάτος απατεώνας, που πολύ θα ήθελε να γίνει ιδιοτελής και αυθεντικά αναίσθητος.



Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

hey

Παρακολουθώ τώρα, εκτάκτως μεσημέρι Κυριακής, το Μουσικό Κουτί της περασμένης Τετάρτης, παρέα με μια γενναία μερίδα λιγκουίνι με ντοματίνια, συνοδεία του εξαιρετικού ροζέ που κάθε χρόνο φτιάχνει ο νονός μου στο κτήμα του. Και, να, μόλις έχει αρχίσει η εκπομπή και με πιάνει μια συγκίνηση εύκολη πλην όμως αναπάντεχη, από την εισαγωγή κιόλας, από τις πρώτες μουσικές νότες· με το πρώτο ριφ του Νίκου Πορτοκάλογλου από το My my, hey hey του αγαπημένου μου Neil Young.

Ακούστε πώς πάει..

Ήταν ίσως το πρώτο ξένο τραγούδι που άκουσα ποτέ ή μάλλον το πρώτο ξένο τραγούδι το οποίο θυμάμαι -με εξαιρετική διαύγεια μνήμης- να ακούω στο παλιό Sanyo του πατέρα, μικρός, στην προ-προ-Πετρίδη εποχή. Είχα βρει ψαχουλεύοντας στα κουτιά του μπαμπά, μαζί με τις κασέτες με τα αγαπημένα του δημοτικά τραγούδια, και μία με την ετικέτα ξένη μουσική, χωρίς άλλες λεπτομέρειες. Πρώτο τραγούδι της ήταν αυτό το χιλιοπαιγμένο αριστούργημα του Neil Young. Τα υπόλοιπα έχω ξεχάσει ποια ήταν, μπορεί να μην τα άκουσα και ποτέ, να μην προχώρησε καν παρακάτω η κασέτα, παρά να έμεινε σε ένα αέναο rewind & play. Κόλλησα.

Έχουμε κολλήσει με τις παρέες και μ' αυτή την εκπομπή, το Κουτί. Και κάθε Τετάρτη σχολάμε κάθε άλλη δουλειά ή υποχρέωση νωρίς και συντονιζόμαστε στις δέκα στην ερτ. Και σχολιάζουμε live με τον Άλεξ και τον Αντώνη τις ευφάνταστες διασκευές των μουσικών, τα τραγούδια των ερμηνευτών που μας ενθουσιάζουν με τη Μαρίνα και τον Νίκο. Με τον Άκη επιβεβαιώνουμε κάθε φορά την αγάπη μας για τον Πορτοκάλογλου, ενώ πρήζω συνέχεια τη Φανή για την αξεπέραστη γοητεία και τα φουστάνια της Ρένας.

Έτσι και τώρα, στέκω γοητευμένος από την υπέροχη συνάντηση του Κουτιού με τον Μητσιά και την Νταγάκη, που μπαίνει άνετα στο τοπ-3 των αγαπημένων μου έως τώρα Κουτιών. Συγκινημένος μ' ένα ριφ απ' το πρώτο δευτερόλεπτο.

Είναι κι ο Μανώλης που ψέλνει στη νύχτα να την πάρει γιατί τη σκέφτομαι ξανά, είναι κι η Γεωργία που σκαλίζει γλυκιές αναμνήσεις στα παλιά σινεμά, στην πρώτη σειρά αγκαλιά, στο λαιμό φιλιά.

Είναι κι αυτά τα ανεμίσματα της φούστας της Ρένας.

Είσαι κι εσύ, αγάπη, που σε λέγαμε πότε Περσεφόνη, καμιά φορά νεαρά κι άλλοτε Εκάβη.



Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

σε γνωρίζω από την κρέπα

 

Στο σημείο που φτάσαμε, ήρθε η ώρα να πούμε αλήθειες, χωρίς περιστροφές ή άλλα εμπόδια. Έφτασε η στιγμή να αποκαλύψω την αειθαλή μου λαχτάρα να σ' ανταμώσω, ν' αγγίξω λαίμαργα τα κρουστά σου χείλη, τη γλυκιά σου γεύση να απολαύσω μ' αυτή τη μοναδική επίγευση αλμύρας που αφήνεις σε κάθε ρουφηξιά.

Σε είχα στο νου μου διαρκώς, καθώς πλησίαζαν οι μέρες να έρθω στην πόλη. Τ' ομολογώ ότι όταν είμαι μακριά δε μου λείπεις πολύ. Να, η καθημερινότητα, οι έγνοιες, οι άλλες συντροφιές που απολαμβάνω κάποια βράδια, όλα αυτά δε μου αφήνουν κενό να σε θυμάμαι· ξεχνιέμαι, να με συμπαθάς. Δεν είναι ότι δε σε ποθώ ή δε σε θέλω, μην το πάρεις έτσι, κι όσο κλισέ κι αν ακουστεί δεν είναι αυτό που νομίζεις· αλήθεια. Κάθε άλλο, θα έλεγα, ξεπερνάς κάθε προσδοκία και κάθε μου λαχτάρα για οποιαδήποτε άλλη. Θυμάσαι -και το ξέρεις- από τότε που άρχισα να τριγυρνώ σε διάφορα μέρη, όσο κι αν προσπάθησα δε βρήκα άλλη να σου μοιάζει, παρότι αυτό που αναζητούσα ήταν πάντα μια δική σου αντιγραφή, μια κόπια. Τον ίδιο πάντα τύπο ερωτευόμαστε, δε λένε; και πάντα από την ίδια ..παθολογία νιώθουμε έλξη. Από την Πάργα ως τη Μυτιλήνη κι από τη Θεσσαλονίκη ως την Κρήτη, καμμιάς το γλυκάλμυρο φιλί δεν έστειλε ηλεκτρισμένα κύματα ωκυτοκίνης κατευθείαν στην καρδιά μου σαν το δικό σου. Μακάρι η αναζήτηση να είχε θετικό αποτέλεσμα -ψέματα δε θα πω- μακάρι να είχα βρει κι αλλού μια να σου μοιάζει· θα είχα έτσι πιο συχνή την αίσθηση πληρότητας που νιώθω όταν στα χέρια μου σε κρατώ.

Μα σαν πλησιάζει ο καιρός του ερχομού μου, σαν βγάζω τα εισιτήρια και μελετώ το πρόγραμμα της αδείας, σαν κλέφτης μπαίνεις στη σκέψη μου και διεκδικείς χρόνο και χώρο απ' το κορμί μου. Μα πες μου, σου χάλασα ποτέ χατήρι, πέρασα ποτέ από τα μέρη σου και σε αγνόησα; δε θυμάμαι. Κι αν έγινε ποτέ, είναι σαν να μην έγινε διότι και για σένα έρχομαι εδώ. Γι' αυτό και την τελευταία φορά, προτού καν πατήσω το πόδι μου στην αποβάθρα του σταθμού, είχα ήδη αποφασίσει ότι θα σου αφιερώσω όλα τα βράδια της διαμονής μου, επτά μέρες για μένα, επτά νύχτες για σένα. Και το έκανα. Και δεν είδα να σε χάλασε. Ούτε μένα φυσικά, γιατί να το κρύψω. Αλήθειες σήμερα, είπαμε, θα πούμε.

Με είχες δικό σου κάθε βράδυ, σε απόλαυσα, σε χόρτασα, και πάλι απ' την αρχή, ξανά και ξανά. Έφυγα πλήρης, έφυγα ευτυχισμένος. Φυσικά και θα μου λείψεις ως την επόμενη φορά· ήδη μου λείπεις. Αν είχα άλλες επτά ημέρες στη διάθεσή μου, θα συνεχίζαμε το ίδιο βιολί για άλλες επτά νύχτες, αμφιβολία μην έχεις καμμία γι' αυτό. Και μη στενοχωριέσαι που αποχωριζόμαστε, θα 'ναι ξανά η προσδοκία της αντάμωσης μεγάλη· ήδη είναι.

Χάρηκα και για έναν ακόμη λόγο. Θυμάσαι την περασμένη φορά, το πρώτο βράδυ που πέρασα απ' τη γειτονιά σου, όταν με είδε ο γεννήτοράς σου δεν κατάλαβε στην αρχή ποιος είμαι. Έπρεπε να του εξηγήσω ποια αναζητώ, να σε περιγράψω, να σε παινέψω για να θυμηθεί, α, εσύ είσαι! δεν σε κατάλαβα με τη μάσκα.. Τούτη τη φορά όμως με γνώρισε κατευθείαν και προτού τελειώσω τον χαιρετισμό έβαζε φωνή να έρθεις. Το χάρηκα αυτό, δεν είμαι πλέον κάποιος, είμαι εκείνος· ο ξεχωριστός εκείνος που σ' αναζητώ μ' αυτόν τον τρόπο τον μοναδικό. Δε μ' αρέσουν οι υποσχέσεις, γιατί θέλω ελεύθερα να ανταποκρίνομαι σ' αυτό που ποθώ. Και η δική μου κλίση είναι να σε θέλω, κι αυτή είναι η μεγαλύτερη αλήθεια που θα πω σήμερα, ίσως και η μοναδική.

Θα έρθει κάποτε η στιγμή μιας άλλης αλήθειας, όταν όσοι θα με βλέπουν να έρχομαι για σένα θα λένε, σε γνωρίζω από την κρέπα του tykoz την αλμυρή, η οποία εγώ κι εσύ θα ξέρουμε μόνον ότι είσαι κατά βάση τόσο μα τόσο γλυκιά.



Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

24 καράτια

«Ώστε από τα Τρίκαλα είσαι!» είπε, και το πρόσωπο του γηραιού ιερέα φωτίστηκε με μια ειλικρινή χαρά. Ήμουν στην οδό Ισαύρων στα Εξάρχεια και είχα απέναντί μου τον μητροπολίτη κεντρώας Αφρικής, ο οποίος είχε βρεθεί για λόγους υγείας μερικές εβδομάδες στην Αθήνα.

Του αποκρίθηκα δεύτερη φορά καταφατικά και περίμενα να συνεχίσει τις διερευνητικές ερωτήσεις του. Όμως εκείνος συνέχισε με κάτι που δεν το περίμενα. «Έχετε ένα διαμάντι εκεί στα Τρίκαλα», είπε με ύφος υπαινικτικό σαν να συμμετείχαμε σε παιχνίδι ερωτήσεων. «Ξέρεις ποιο είναι αυτό;» Περνούσαν διάφορα από τον νου μου, ωστόσο ένιωθα τέτοια αμηχανία σαν να είμαι στην τελευταία πίστα του trivial persuit, όπου κρίνονται όλα από τα λόγια μου. Οπότε του ζήτησα από ευγένεια να συνεχίσει εκείνος την αποκάλυψη της ερώτησής του, αλλά και για να μην ντροπιαστώ με μια πιθανά άσχετη απάντηση. «Έχετε στα Τρίκαλα τον π. Διονύσιο!» αποκρίθηκε δίνοντας ένταση στη φωνή του, και φυσικά δεν ήταν στις πιθανές απαντήσεις που σκεφτόμουν. «Ο π. Διονύσιος είναι ένα διαμάντι· και μάλιστα εικοσιτεσσάρων καρατίων», συνέχισε, αυτή τη φορά με χαμηλή σταθερή φωνή απόλυτης σιγουριάς, «και δεν ξέρω αν γνωρίζετε πόσο τυχεροί είστε που τον έχετε δίπλα σας».

Αυτό είχαμε μαζί μας, ένα διαμάντι εικοσιτεσσάρων καρατίων, και μπορεί πράγματι να πέρασαν χρόνια μέσα στην πολύχρονη σχέση μας μέχρι να το καταλάβουμε, όμως το βίωμα μαζί του μας αποκάλυπτε σιγά σιγά τα γράδα της καρδιάς του. Και τώρα που έφυγε, είναι σαν να πληρώθηκαν και τα εικοσιτέσσερα καράτια, και να λάμπουν περήφανα στις θύμησες και στις εμπειρίες μας κοντά του.

«Ώστε ήρθες στα Τρίκαλα!», έλεγε κάθε φορά· «σου έδωσαν μήπως καναδυό μήνες άδεια να σε χαρούμε παραπάνω;»· έτσι θα τον θυμάμαι, με την ειλικρινή χαρά στο πρόσωπό του κάθε φορά που τον συναντούσα, κι ας συνοδευόταν συχνά το αντάμωμα με κάποια "αγγαρεία" ή κάποια γλυκιά αυστηρότητα στις κατ' ιδίαν επικοινωνίες μας.

Μαζί με τις εμπειρίες έμειναν τώρα και λίγα δάκρυα από το βούρκωμα των αναμνήσεων, τα παίρνω, τα σφουγγίζω με μετάξι και στιλβώνω μ' αυτό τις παρειές του διαμαντιού· να λάμψει ολοκάθαρο στο δικό μου στερέωμα, έτσι όπως ακριβώς αρμόζει στα εικοσιτέσσερα καράτια.



Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

γιατί πρέπει όλα να είναι έτσι;


Γιατί, γαμώτο, πρέπει όλα να είναι έτσι; Μα, γιατί ακριβώς όλα είναι έτσι και όχι αλλιώς. Να είναι άραγε εφικτό να γυρίσει κανείς πίσω και να διορθώσει αδικίες και λάθη και παρεξηγήσεις;

Δεν είναι εφικτό, αν και μπορείς ακόμα να είσαι ακατανίκητος, μονολογούσε, όταν μέσα στη σκοτεινιά ανακάλυψε την ιδιότροπη πτήση εκείνου του λευκού περιστεριού που ξεπηδούσε από κάποιο όνειρο ή χλεύαζε τις συνήθειές του, συνήθειες ζώου ημερόβιου, και αψηφούσε τη φλογισμένη νύχτα και έπαιρνε ύψος σε μια μόνιμη κατακόρυφο και κατόπιν δίπλωνε τις φτερούγες του και έκανε κάτι παράξενες πιρουέτες, λες και εκείνη ακριβώς τη στιγμή ανακάλυπτε την ιλιγγιώδη αίσθηση της πτώσης στο κενό, μέχρι που το έχασε από τα μάτια του, πίσω από ένα κτήριο σαρακοφαγωμένο από τα χρόνια.

Εγώ είμαι αυτό το περιστέρι, σκέφτηκε, και σκέφτηκε ότι, όπως κι εκείνο, δεν είχε τίποτε άλλο να κάνει· μόνο να ξαναρχίσει την πτήση μέχρι να χαθεί στον ουρανό και στη νύχτα.


* Από το αστυνομικό μυθιστόρημα του Leonardo Padura, Μάσκες, εκδ. Μεταίχμιο.

 

 

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

βρήκα μια πεταλούδα παγωμένη στο μπαλκόνι μου

 

Ακριβώς αυτό· βρήκα μια πεταλούδα παγωμένη στο μπαλκόνι μου.

Θυμίζει αυτές τις φράσεις που πολλοί πληκτρολογούν στις μηχανές αναζήτησης, <είδα σκουριά στην πόρτα του αυτοκινήτου μου> ή <πόνεσαν τα δάχτυλά μου ύστερα από δεκαπέντε χιλιόμετρα περπάτημα, τι να κάνω;> Μου θυμίζει και τον στίχο από το παλιά αγαπημένο τραγούδι των Πυξ Λαξ <είμαι ένα γέλιο κρεμασμένο στο μπαλκόνι σου>.

Πρώτη φορά την παρατήρησα την επομένη της κακοΜήδειας. Από νωρίς το πρωί ο ανέφελος ήλιος έλουζε με φως το μπαλκόνι μου, μετά από μέρες παγωμένου βοριά και χιονόβροχου. Στεκόταν σε μια γωνία δίπλα στο μαζεμένο λάστιχο. Με τα κατάμαυρα φτερά της και τις άσπρες και πορτοκαλί πιτσιλιές της έκανε τέλεια αντίθεση και ταυτόχρονα άριστο ταίριασμα με το κεραμιδί πλακάκι και το πράσινο λάστιχο. Ακίνητη εκείνη, όπως κι εγώ γερμένος στα κάγκελα, απολαμβάναμε συντροφιά τη ζεστασιά του πρωινού.

Την ξαναείδα σήμερα το πρωί, αυτή τη φορά παραπετούσε μπροστά στη μπαλκονόπορτα. Παραξενεύτηκα που για τρίτη μέρα βρισκόταν στη γειτονιά μου, ειδικά μια μουντή μέρα σαν κι αυτή, δίχως ήλιο, χωρίς ζεστασιά. Τι γυρεύεις πάλι εδώ αδέσποτη πεταλούδα μου; Βγήκα έξω να την παρατηρήσω. Σε κάθε ήπια ριπή του αέρα τα φτερά της τεντώνονταν και πετούσε δυο πόντους ακανόνιστα· μια δεξιά, μια αριστερά· ξέψυχα, μονοκόματα, χωρίς φτερούγισμα· εμφανώς χωρίς ζωντάνια.

>>>

Βρήκα, λοιπόν, μια πεταλούδα παγωμένη στο μπαλκόνι μου. Θυμάμαι όταν ήμουν μικρός να μου λέει ο θείος μου ο φυσικός ότι αν ψεκάσω με οινόπνευμα μια πεταλούδα, τότε από την άμεση εξάτμιση του οινοπνεύματος, η οποία είναι μια ενδόθερμη διεργασία, η ευαίσθητη πεταλούδα θα παγώσει ακαριαία. Έτσι τις πιάνουν οι διάφοροι συλλέκτες για τις συλλογές τους, μου έλεγε, μα εγώ ουδέποτε τόλμησα να σκεφτώ μια τέτοια απόπειρα. Τώρα όμως που την είχα τελειωμένη μπροστά μου, την έπιασα από το κοκαλωμένο της φτερό και την έφερα στο σπίτι. Άνοιξα μια μηχανή αναζήτησης και πληκτρολόγησα μηχανικά, <βρήκα μια πεταλούδα παγωμένη στο μπαλκόνι μου, τι να κάνω;> Μα η μηχανή δεν έβγαλε κατάλληλη απάντηση καμία. Στο εξής αυτή η ανάρτηση θα είναι και η μόνη εύστοχη απόκριση των μηχανών στο εν λόγω ζήτημα.

Την παρατήρησα ξανά, τα παγωμένα της φτερά με τις άσπρες και πορτοκαλί πιτσιλιές, το λεπτό της κορμάκι και τα λεπτά ποδαράκια της σταυρωμένα ανά δύο σαν ωραία κοιμωμένη.

Θυμάσαι που σε ρώτησα,
τις μέρες του χιονιά,
νεαρή μου πεταλούδα του βοριά,
αν είναι ζεστό το σπίτι σου.
Και μου 'πες τότε ναι.
Τότε τι μου 'ρθες παγωμένη;
Φταίω μήπως εγώ; φταις άραγε εσύ;
ή φταίει πάλι ο κακός μας ο καιρός
κι η εποχή;

Έλειπαν ωστόσο οι δυο της κεραίες. Ίσως γι' αυτό να βρέθηκε στο μπαλκόνι μου εξαρχής· χάθηκε. Και η τόσο αφιλόξενη παρέα μου δημιούργησε την ενδόθερμη διεργασία που αποδείχθηκε μοιραία. Και πάγωσε.

 

<επτά tips να προσελκύσεις πεταλούδες στην αυλή σου>
<εικοσιπέντε φυτά που φέρνουν πεταλούδες στον κήπο μας - τα μυστικά>
<πώς να φροντίσετε τις πεταλούδες>

Κρατώ καβάτζα τις δεύτερες απαντήσεις της μηχανής, η οποία μπορεί να μην απάντησε στο πρόσκαιρο πρόβλημα <βρήκα μια πεταλούδα παγωμένη στο μπαλκόνι μου, τι να κάνω;> ωστόσο μάλλον απάντησε στην πραγματική μου διαχρονική δυσκολία, ότι δεν έρχονται πεταλούδες στο μπαλκόνι μου· μα τι να κάνω..

Μελετώ τα tips, αντιγράφω τα μυστικά
και περιμένω να ξανάρθεις
όμορφη πεταλούδα μου,
στον κήπο, στην αυλή μου.
Με τα πιτσιλισμένα σου φτερά
και τα μελιά σου μάτια,
τα άδετα μακριά σου μαλλιά.

Κι ελπίζω ότι αυτή τη φορά θα ξέρω τι να σε κάμω, πώς να σε προσεγγίσω και τι να σου προσφέρω. Μου το έμαθε πλέον η μηχανή, πώς να φροντίζω πεταλούδες.



Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2021

το παρασύνθημα

Γι’ αυτό θα έρθω.
Σύνθημα: η Aγάπη.
Παρασύνθημα: η Ειρήνη.
Αλλά για να σε φτάσω
θα πρέπει
να σκοτώσω το φρουρό.

* του Βασίλη Βασιλικού, Ποιήματα της αυτοεξορίας [1967-1973], εκδ. Ιωλκός, το διάβασα εδώ.


Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021

silly games

 

[♪] Oh, baby
everytime I hear your name [/♪]

 

Την ώρα που η σιγανή μουσική ενώνεται με τα τύμπανα σε ύφος ρέγκε, αρχίζουν να λικνίζονται νωχελικά στον ρυθμό, στους ήχους. Η σάλα, η μουσική, η διάχυτη ερωτική ατμόσφαιρα, και τα σώματα δυο-δυο να χορεύουν ενωμένα, παραδομένα στο υπνωτιστικά αισθησιακό παρόν τους. Χέρια αιωρούμενα να περιγράφουν τις νότες, χέρια που αγγίζουν να περιγράφουν το αντικρινό κορμί· τα πόδια σταθερά στο πάτωμα, μα ακούραστα στη ζεστασιά του λικνίσματος πλεγμένα. Είναι και τα κεφάλια που γέρνουν στη ζήση της στιγμής, τα μάτια που γεύονται πιο καλά ασφαλισμένα. Νοτίζει η γλώσσα τα αδρόσιστα χείλη, που πόθο να σμίξουν με τα απέναντι έχουν.


[♪] Oh, baby
It's a tragedy that you hurt me
We don't even try [/♪]


Και μετά αγκαλιάζονται. Τα μαλλιά της στον ώμο του, στο λαιμό της τα φιλιά του. Μια σταγόνα την πλαϊνή ταπετσαρία αυλακώνει· πράγματι, είναι φορές που και οι τοίχοι ιδρώνουν. Οι κινήσεις σταματούν, ζεστές οι ανάσες το δέρμα χαϊδεύουν. Πώς ο χρόνος να μη χάσει μια στιγμή, πώς της καρδιάς ο παλμός να μη χάσει έναν χτύπο, όταν η μουσική πρόταση φτάνει στην κορύφωσή της.


[♪] I know you feel the same
I can see it in your eyes [/♪]


Σε λίγο το τραγούδι τελειώνει, τα σώματα ξεκολλάνε, κι από ένα ντροπαλό χαμόγελο φωτίζει τα ξαναμμένα πρόσωπα.


***


Σε σένα που δεν το είδες γιατί ίσως η τύχη δεν σ' άφησε, σε όλους μας που φέτος δεν το βιώσαμε γιατί ένας αόρατος σπόρος δεν μας άφησε, σου μετέφερα με γράμματα μια σκηνή, ένα τραγούδι, έναν αισθησιακό χορό από το "Lovers Rock", της μίνι σειράς Small Axe του Steve McQueen, ο οποίος μας πλημμύρισε με κάθε δυνατό οπτικοακουστικό τρόπο αυτά που χάσαμε τον χρόνο που πέρασε· τα τρυφερά αγγίγματα, τις μουσικές αγκαλιές, των κλειστών ματιών τα όνειρα, των χειλιών το γλυκό μοίρασμα, την απάνεμη κρυψώνα του λαιμού του αγαπημένου προσώπου.


[♪] But I've got no time to live this lie
No, I've got no time to play your silly games [/♪]


Είναι χρόνος, πια, το ανόητο αυτό παιχνίδι να τελειώνει· νομίζω.


Janet Kay, "Silly Games", by Dennis Bovell

 

* Το κείμενο αποτέλεσε συμμετοχή στο κάλεσμα του περιοδικού Cinematek σε μια ειδική έκδοση με θέμα Ο κόσμος που λιώνει. Η ευθύνη για τη μη πρόκριση ανήκει αποκλειστικά στον συντάκτη του :-(

 

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2021