Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

Jolene


Κάποτε, πίσω στα μακρινά χρόνια του '70, ο σύζυγος της Dolly Parton (πολυτάλαντη τραγουδοποιός της country και ηθοποιός, από το Τενεσί) γοητεύτηκε από μια κοκκινομάλλα υπάλληλο τραπέζης στο Νάσβιλ που τον φλέρταρε έντονα. Ευάλωτος καθώς ήταν, άρχισε να πυκνώνει τις επισκέψεις του στο εν λόγω υποκατάστημα..

Μήνες αργότερα, μετά από μια συναυλία της, ένα μικρό κοκκινομάλλικο κοριτσάκι πλησίασε τη Dolly Parton και της ζήτησε αυτόγραφο.
Πώς σε λένε χρυσό μου; Κι εκείνη αποκρίθηκε, Jolene. Και τότε η Dolly είπε, λοιπόν, Jolene, Jolene, Jolene. Τι όμορφο όνομα..! Σχεδόν μοιάζει με τραγούδι. Ε, λοιπόν, θα γράψω ένα τραγούδι γι' αυτό.

Jolene, Jolene, μη.. σε ικετεύω.. μη σε παρακαλώ, μη μου πάρεις τον άντρα μου! Jolene, Jolene, σε παρακαλώ μη μου τον πάρεις επειδή και μόνο μπορείς..
Υπεράνω σύγκρισης η ομορφιά σου, με τις πυρόξανθες μπούκλες στα καστανέρυθρα μαλλιά σου, το αλαβάστρινο σώμα σου και τα σμαραγδένια μάτια σου. Άνοιξη μοσχοβολά το χαμόγελό σου, σα καλοκαιρινή βροχή η φωνή σου.. Πώς να συγκριθώ μαζί σου, Jolene..
Δεν περνά νύχτα που να μην αναφέρει τ' όνομά σου και κάτι να κάνω δε μπορώ να μην κλαίω, Jolene. Και ναι, μπορώ να καταλάβω πόσο εύκολα μπορείς να μου τον πάρεις.. μα δεν ξέρεις τι σημαίνει εκείνος για μένα, Jolene!
Εσύ μπορείς να έχεις όποιον θες, μα εγώ δε θα μπορέσω να αγαπήσω ποτέ ξανά.. είναι ο μοναδικός για μένα, Jolene. Και σου κάνω τώρα αυτή την κουβέντα επειδή ακριβώς η ευτυχία μου βρίσκεται στα χέρια σου και στο τι θα επιλέξεις Jolene.
Jolene, Jolene, μη.. σε ικετεύω.. μη σε παρακαλώ, μη μου πάρεις τον άντρα μου! Jolene, Jolene, σε παρακαλώ μη μου τον πάρεις έστω κι αν μπορείς..

Έκτοτε η Dolly Parton συχνά εκμυστηρεύεται ότι με νύχια και με δόντια πάλεψε με την κοκκινομάλλα υπάλληλο για τον άντρα της. Κι απ' ότι φαίνεται νίκησε..


* Η ιστορία και μια ελεύθερη απόδοση του τραγουδιού "Jolene" (1974). Ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία της Dolly Parton. Γνώρισε πολλές δημοφιλείς εκτελέσεις. Ακούστε το εδώ από την Dolly Parton, εδώ από τους White Stripes (live) και εδώ από τη Norah Jones (live), που θα συμπεριλάβει διασκευή του τραγουδιού στο ερχόμενο CD της.

Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012

the weeping meadow

* του Tonino Guerra

Θυμάμαι πάντα τον τρόπο με τον οποίο στεκόταν δίπλα στο μπαρ του caffé Centrale στο Santarcangelo, αφοσιωμένος στο φλυτζάνι του καφέ. Μικρές γουλιές, με μια αιωνιότητα απόσταση η μία από την άλλη. «Εσείς πίνετε τον καφέ», μου λέει ο Θόδωρος για να δικαιολογήσει το μακρύ τελετουργικό, «εγώ τον απολαμβάνω». Εγώ, όμως, αισθάνομαι ότι εκείνος ταξιδεύει στα μονοπάτια των σκέψεών του. Ξαναβλέπω τα μάτια του ανοιχτά, ακουμπισμένα στο χείλος του φλυτζανιού, γεμάτα από ένα εσωτερικό φως. Ακόμα και το τσιγάρο, που ρουφάει αργά, μετατρέπεται σ’ ένα μακρύ καλάμι στάχτης, κάτω από το οποίο κρατάει την παλάμη του χεριού του για να εμποδίσει μια καταστροφική του πτώση στο πάτωμα. Για κείνον η κατάληξη της στάχτης είναι στο τασάκι ή σ’ ένα ποτήρι ή σ’ ένα άδειο πακέτο τσιγάρων. Δε θα ήθελε ποτέ να της δώσει διαφορετικό προορισμό από το δικό της. Μέσα και κατά τη διάρκεια αυτών των αργών χρόνων, τα ερεθίσματα για τις ιστορίες μας έρχονται γρήγορα και πεισματικά, περιπλεγμένα, μέχρι που γίνονται λαβύρινθοι πολύπλοκοι όπου καρφώνουμε τα μάτια για να βρούμε τον πολύτιμο μίτο πάνω στον οποίο θα αναπτυχθεί η ιστορία, φορτισμένη με μια «μεγαλειώδη καρποφορία».


Ένας ιάπωνας μοναχός έγραφε γύρω στα 1.000 μ.Χ.: «Πρέπει να κάνουμε κάτι περισσότερο από την τετριμμένη τελειότητα». Πιθανότατα κάποιο ελάττωμα προκαλεί τη δημιουργία μιας ιστορίας. Με τον ίδιο τρόπο που καταλαβαίνεις ότι η ομορφιά μιας γυναίκας μεγαλώνει όταν ανακαλύψεις ότι είναι ελαφρά αλλήθωρη. Πάντα στις συναντήσεις μας ψάχνουμε την πηγή μιας ιστορίας χρήσιμης και θαυμαστής. Αλλά τι είδους πηγή;

Πριν ένα χρόνο, με τον φίλο Giannini κι έναν γέρο βουνίσιο βαλθήκαμε να ανακαλύψουμε τις πηγές του ποταμού Marecchia, το ποτάμι αυτής της κοιλάδας. Ο γέρος μας οδήγησε στους μυχούς του βουνού Zucca και μας πέρασε από μικρά ρυάκια σημειωμένα, δίχως βεβαιότητα, από πολλούς μελετητές σαν πιθανές πηγές του Marecchia. Σε κάποια στιγμή, ο γέρος μας έδειξε ένα κομματάκι γης από άγριο χορτάρι σ’ ένα σκιερό και υγρό μέρος. Κάθε κλωναράκι χόρτου κρατούσε μικρές σταγόνες δροσιάς που κάθε τόσο έπεφταν στο μαλακό χώμα. Έτσι, αυτό το υγρό χορτάρι σχημάτιζε ένα λεπτό στρώμα νερού, που μετά συσσωρευόταν σχηματίζοντας με τη σειρά του ένα μικρό ρυάκι που κατέβαινε στην κοιλάδα. Αυτή είναι η πραγματική πηγή του Marecchia. Η πηγή ενός ποταμού θα μπορούσε να είναι ένα λιβάδι από άγριο χόρτο.

Πιθανότατα ο Θόδωρος να είναι ένα τέτοιο υγρό λιβάδι, που κάθε τόσο «δακρύζει», έτσι που να σχηματίζει συχνά αυτό το ποτάμι από εικόνες μπροστά στα μάτια αυτής και άλλων κοιλάδων του πλανήτη.

* Στενός συνεργάτης και σεναριογράφος του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Πρόλογος στο βιβλίο «Θόδωρος Αγγελόπουλος - 10 3/4» (εκδ. Αιγόκερως, 1997). Το βρήκα εδώ κι εδώ.

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

2048 ways to crash


Έχεις δυο βδομάδες διορία για εξυπηρέτηση της μιας ώρας. Edit δυο βίντεο στον υπολογιστή, upload και sent link και τέλος.

Έχεις δυο βδομάδες διορία και επιλέγεις την τελευταία Παρασκευή, πριν την τελευταία-τελευταία Κυριακή. Και βάζεις την κάρτα μνήμης στο card reader και διαπιστώνεις ότι δεν ξυπνάει τίποτα. Τζίφος. Και παίρνεις τηλέφωνο τον Α. να σου λύσει το πρόβλημα. Δυνατός λύτης για κάθε πρόβλημα ο Α. Και ανοίγεις τα σπλάχνα του pc και μοντάρεις τα καλώδια σύμφωνα με τις οδηγίες που σου έδωσε ο Α. και για μία ακόμα φορά τον δικαιώνεις που σε βοήθησε από εκατό χιλιόμετρα μακριά. Στα τυφλά. Γιατί το reader παίρνει μπρος και διαβάζει κι εσύ κοπιάρεις ήδη τα βίντεα στο σκληρό.



Today's Soundtrack:
Ν. Πορτοκάλογλου | Α. Μπάμπαλη
"..κι αν είν' αργά, δεν είν' αργά για θαύματα"



Είχες δυο βδομάδες ολόκληρες διορία και συ το άφησες την τελευταία Παρασκευή.. καλά να πάθεις! Γιατί τα βίντεα, παρότι κοπιαρίστηκαν, δεν έπαιζαν στο pc! "Error 2048" σου λέει κι εσύ το κοιτάς σα χάνος! Κι αρχίζεις να ξύνεις το κεφάλι και να συνειδητοποιείς τα 2048 προβλήματα που αυτό σου δημιουργεί. Και γκουγκλάρεις μπας και βρεις λύση, τίποτα! Σβήνεις και ξανά απ' την αρχή.. μπα! Και ξαναπαίρνεις τηλέφωνο τον Α. Είναι ήδη αργάμιση Παρασκευής και ανανεώνεις το deadline για το πρωί του Σαββάτου.

Είχες δυο βδομάδες διορία και βρίσκεσαι ήδη στην παράταση.. στα χασομέρια του πολύ πρωινού του Σαββάτου. Και τριγυρνάς στην έρημη αγορά να βρεις καλώδιο, που σου 'πε ο Α., να συνδέσεις την camera με το usb. Το καλώδιο που φρόντισε να χάσει η αδερφή σου σε μια από τις πέντε μετακομίσεις της.. Μα η αγορά σε απογοητεύει. Σε στέλνει απ' τον Άννα στον Καϊάφα και πάλι πίσω και καλώδιο δε σου βρίσκει. Κι αρχίζουν οι παλμοί σου να ανεβαίνουν στο 2048 απ' τη φούρια και τη μανιώδη καταδίωξη ενός καλωδίου.

Έχεις ξεπεράσει κατά πολύ τη διορία σου, μα λίγο πριν το φινάλε -έτσι δε γίνεται πάντα; στη χειρότερη απόγνωση..- βρίσκεις το ανέλπιστο εκεί που πρώτα θα έπρεπε να είχες ψάξει. Και τρέχεις παράλληλα με το φορτισμένο deadline και επιχειρείς τη σύνδεση. Και πετυχαίνει.. και διαβάζει.. και λειτουργεί.. και ίσα που προλαβαίνεις να ξαναδικαιώσεις τον Α. μέχρι να κρασάρει ο κομπιούτερ..

Οι διορίες τελειώνουν οριστικά εκεί που τελειώνουν οι ελπίδες. Ακόμα και οι προσδιοριζόμενες ως απέλπιδες. Μ' αυτήν σφιχτά και χωρίς εκπνοή ανοίγεις, λύνεις, ξαναδένεις, ξανακλείνεις και πατάς το ΟΝ. Δουλεύει, μπαίνει, παίζει. Εκπνέεις.

Είχες δυο βδομάδες ολόκληρες διορία, μα σου πήρε άλλη μια μέρα. Για εξυπηρέτηση της μιας ώρας, edit δυο βίντεο στον υπολογιστή, upload, sent link και τέλος. Χαλάλι, κάτι έμαθες. Ότι ο Α. έχει συχνά -αν όχι πάντα- δίκιο. Ότι όταν ξεκινάς νωρίς, τελειώνεις και νωρίς. Ότι όπου μπλέκονται μνήμες, καλώδια και άυλες επικοινωνίες υπάρχουν 2048 σενάρια κάτι να πάει λάθος. Και ένα μονάχα να γίνουν όλα σωστά. Θα ξαναπαίξεις με τις πιθανότητες;

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012

Μονάχα δυο λεπτά


Λίγο ακόμα, δυο λεπτά και σηκώνομαι. Μισή ώρα πέρασε και σηκώθηκα μουσκεμένος απ' το στιγμιαίο άγχος της αργοπορίας. Φόρεσα τα δυο ρούχα που κρέμονταν από την προηγούμενη στην καρέκλα και σκόνταψα τρέχοντας βιαστικά προς το μπάνιο. Δυο χούφτες νερό στο πρόσωπο όλο κι όλο το πλύσιμο και γρήγορη ανακούφιση της μύτης με δυο φυσηξιές.

Δυο λεπτά πριν τις 8 σημείωνε το ρολόι μου πιέζοντας το λαιμό μου να ζυγίσω τις δυο επιλογές μου: βιαστικό φεύγα ή περήφανη καθυστέρηση; Επέλεξα το δεύτερο.

Θ' αργήσω δυο λεπτά.. Η φωνή στο άλλο άκρο της γραμμής συγκατένευσε υπομονετικά. Πρόλαβα δυο μπουκιές απ' το προχθεσινό κέικ, δυο γουλιές νερό για να κατέβει. Πού καιρός για ρόφημα.. δυο ώρες θα μ' έπαιρνε! Με δυο σακούλες σκουπίδια στο 'να χέρι, τα δυο γάντια στ' αριστερό, κατέβηκα δυο-δυο τα σκαλιά, πηδώντας με θόρυβο τα δυο τελευταία.

Δυο λεπτά χρειαζόμουν απ' το σπίτι στο αυτοκίνητο. Ευτυχώς η παγωνιά της περασμένης μέρας είχε αντικατασταθεί με μια μικρή υπόσχεση γλυκειάς ηλιακής προσμονής και η μίζα του Ρενώ χρειάστηκε μόλις δυο προσπάθειες να ξυπνήσει την κουρασμένη καρδιά του. Δυο ξερογκαζιές στη βουβαμάρα του πρωινού, δυο πεταχτά βλέμματα ότι όλα κι αυτή τη μέρα είναι συνηθισμένα: δεξιά στο δρόμο.. ησυχία, αριστερά στο πεζοδρόμιο.. τι είναι αυτό; Τι είναι αυτό το φανταχτερά χρωματιστό στο γκρίζο φόντο του πεζοδρομίου; στο γκρίζο φόντο της μέρας (άλλης μιας μέρας), στο γκρίζο των τελευταίων εβδομάδων (μηνών..). Δυο λουλουδάκια πεταμένα χάμω στη γκρίζα πλάκα του πεζοδρομίου.



Διονύσης Σαββόπουλος
"Στον καθρέφτη κάθε βράδυ στα κρυφά,
βλέπουνε να μεγαλώνουν μ' ένα φόβο στην καρδιά"





Δυο λεπτά, κάνω μέσα μου.. Τι γυρεύουν εδώ, τι θέλουν; Με κοιτάνε σα δυο γουρλωμένα μάτια. Με μικρά κοτσανάκια κι από δυο φυλλαράκια το καθένα και δυο μεγάλους μίσχους. Με κοιτάνε, μου γλυκογελάνε σκαστά μες στο μίζερο πρωινό. Τι κι αν είναι ψεύτικα; Μοιάζουν το μόνο αληθινό, το μόνο χρώμα στη μέρα μου, στη βδομάδα μου.

Πού θα ξανάβρω δυο έγχρωμα λεπτά;

Καλημέρα μικρά μου λουλουδάκια! Τι αξία έχουν δυο λεπτά.. Ας τα αργήσω κι αυτά.

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Αφήγηση

* του Μίλτου Πασχαλίδη


Ο Γ. Σεφέρης γράφει για τον άνθρωπο που πηγαίνει κλαίγοντας, χωρίς κανείς να ξέρει να πει γιατί:


«τον συνηθίσαμε, δεν αντιπροσωπεύει τίποτα
και σας μιλώ γι' αυτόν γιατί δε βρίσκω τίποτα
που να μην το συνηθίσατε».



Τρία, τυχαία και φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους, γεγονότα:
1. Ο Ηρακλής έπαψε να υφίσταται ως ποδοσφαιρική ομάδα μέσα σε μια νύχτα.
2. Το ALTER έκλεισε.
3. Η Ελευθεροτυπία έκλεισε.

Θα πεις, εδώ ο κόσμος καίγεται, σε κόφτει μια ΠΑΕ, ένα κανάλι και μια εφημερίδα; Σάμπως δεν έχουμε υπερεπάρκεια κι απ τα τρία; Δεν το λέω γι' αυτό, ούτε αναφέρομαι μόνο στους εργαζόμενους των πιο πάνω εταιρειών που είναι απλήρωτοι για μήνες.


Ξέρω και βλέπω τι γίνεται και στα άλλα μέσα και στις άλλες ομάδες, ξέρω τους απεργούς στη Χαλυβουργία, τα κλειστά μαγαζιά, την κατάργηση κάθε συλλογικής σύμβασης, τους συναδέλφους που είναι άνεργοι, τους "κανονικούς" που ψαχουλεύουν στα σκουπίδια, τους γονείς μου που παίρνουν τη μισή σύνταξη - τα ξέρω και τα βλέπω.

Τα τρία παραδείγματα τα αναφέρω απλά γιατί, αν έλεγες σε κάποιον πριν δύο χρόνια ότι ο Ηρακλής θα εξαφανιζόταν, το ALTER θα κλείσει, το ίδιο και η Ελευθεροτυπία, θα σε έλεγε από Κασσάνδρα μέχρι παλαβό. Και τώρα, μας φαίνεται σχεδόν φυσιολογικό!

Όσο φυσιολογικό ότι τα τρία κανάλια της ΕΡΤ εκπέμπουν σχεδόν αποκλειστικά επαναλήψεις.
Όσο φυσιολογικό ότι πληρώνουμε για δεύτερη φορά τα αγορασμένα σπίτια μας.
Όσο φυσιολογικό ότι ο κατώτατος μισθός πήγε στα 450 ευρώ.
Όσο φυσιολογικό που έχουμε τραπεζίτη, μη εκλεγμένο πρωθυπουργό και όλοι περιμένουμε να γίνει ένα θαύμα.

Μας έχουν κάνει τόσο παραιτημένους, τόσο νωθρούς, τόσο νικημένους, τόσο φοβισμένους και ηττοπαθείς, που όλα τα συνηθίζουμε.

Λυπάμαι, μάγκες. Δεν βρίσκω πλέον τίποτα που να μην το συνηθίσαμε.
Κι αυτή είναι η μεγαλύτερή μας ήττα.

* Άρθρο του στο e-tetRadio. Θα το βρείτε εδώ.
* Ο Μίλτος Πασχαλίδης έχει μελοποιήσει το εν λόγω ποίημα (Αφήγηση) του Σεφέρη, στο δίσκο του Κακές Συνήθειες (1998). Ακούστε το εδώ.

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012

Χιόνια στο Ξυλοχωριό


Θα το έφερνα βαρέως αν δεν άγγιζα χιόνι, αν δεν πατούσα χωριό, αν δεν μύριζα ελάτια, αν δεν βρεχόμουν στο ρέμα, αν δεν αγνάντευα το "χάσιμο" απ' το μπαλκόνι, αν δεν αφουγκραζόμουν το κρατσάνισμα που κάνει το παγωμένο χιόνι καθώς υποχωρεί στο βάρος των βημάτων, στον μαγεμένο δρόμο που βγάζει στο ρέμα. Εκεί που το παρόν χάνει το χρόνο του, εκεί που η ρουτίνα συναντά το όνειρο, εκεί που το παραμύθι υποδέχεται την καλή του νεράιδα..

Ναι, λοιπόν, μετά από χρόνια, ξανά με χιόνια στο Χωριό. Με εκλεκτή παρέα, για λίγο έστω. Φτάνει και τόσο. Χωρίς πολύχρωμα χρώματα, χωρίς κελαηδήματα, χωρίς σκιουράκια και μπλούχους, χωρίς ψυχή να πεις καλημέρα. Χωρίς καφέ στην Ελάτη, χωρίς κάστανα στο μπαλκόνι.. Μονάχα βαθύ πράσινο και κάτασπρο απάτητο λευκό, έτσι, να θυμίζει τη νέα σελίδα που γύρισε ο Χρόνος, κενή, λευκή, έτοιμη να γιομίσει με νέες πολύχρωμες εικόνες, νέες πολύπλευρες μνήμες.




Today's Soundtrack:
Eddie Vedder - «Rise»
"I'm gonna rise up,
find my direction magnetically"




Εκεί που θα επιστρέψω την ερχόμενη Άνοιξη. Έστω και χωρίς χιόνια, χωρίς παγωμένα νερά. Χωρίς το ανατριχιαστικό κρατσάνισμα που κάνει το χιόνι στενάζοντας στο βάρος της μπότας. Μα συντροφιά με τα χρώματα, τους ήχους, τα σκιουράκια που ταλαντεύονται στα γερμένα ελάτια. Στον ίδιο δρόμο που βγάζει στο ρέμα, που καθαρίζει απ' το πετσί τα κουρασμένα λέπια της μπουχτισμένης ρουτίνας. Στο δρόμο που το παρόν ξαναποκτά το χρόνο του. Στο δρόμο που η αλήθεια σμίγει με το παραμύθι σαν βγαίνουν συντροφιά οι καλότυχες νεράιδες..

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

Το sms του Γενάρη



«Δεν θ' αγαπούσες ποτέ μια γυναίκα σαν κι εμένα, έτσι;»
«Αυτές που αγάπησα έφυγαν».
«Εγώ θα μπορούσα να μείνω. Τίποτε δεν έχω να χάσω».

Τα λόγια της μ' αναστάτωσαν.
Ήταν ειλικρινής.
Άνοιγε την καρδιά της.
Προσφερόταν.

«Δεν θα το άντεχα να μ' αγαπάει μια γυναίκα που δεν έχει τίποτε να χάσει. Η αγάπη είναι ακριβώς η πιθανότητα να χάσεις».



* Απόσπασμα από το βιβλίο του Jean-Claude Izzo «Το μαύρο τραγούδι της Μασσαλίας» (εκδ. Πόλις, 2007, σ.188). Μ' αυτή την πιθανότητα ανά χείρας ξεκινώ τα βήματα στο νέο Χρόνο που ξημέρωσε. Την πιθανότητα να χάσω. Αυτή η αγωνία μου, αυτή και το κίνητρό μου.
* Η φωτογραφία με τίτλο «Αυτό είναι αγάπη», είναι του Γιώργου Χατζησταύρου, από την έκθεση "Rrose Selavy ou Eros c'est la vie". Τη βρήκα εδώ.