Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017

Να μη γυρίσεις

Εκείνο το καλοκαίρι ο Γουές νοίκιασε ένα επιπλωμένο σπίτι βόρεια του Γιουρίκα από έναν πρώην αλκοολικό που τον έλεγαν Σεφ. Μου τηλεφώνησε λοιπόν και μου ζήτησε να τα παρατήσω όλα και να πάω εκεί πέρα και να ζήσω μαζί του. Είπε πως είχε κόψει το ποτό. Ήξερα τι κόψιμο ήταν αυτό. Αλλά δεν δεχόταν κουβέντα. Τηλεφώνησε ξανά και είπε, Έντνα, από το μπροστινό παράθυρο βλέπεις τον ωκεανό. Μυρίζεις το αλάτι στον αέρα. Τον άκουγα να μιλάει. Δεν μπέρδευε τα λόγια του. Του είπα, θα το σκεφτώ. Και το σκέφτηκα. Μια βδομάδα αργότερα τηλεφώνησε ξανά και είπε, θα έρθεις; Του είπα πως το σκεφτόμουν ακόμα. Είπε, θα ξεκινήσουμε πάλι απ' την αρχή. Είπα, αν είναι να έρθω εκεί, θέλω να μου κάνεις μια χάρη. Πες το, είπε ο Γουές. Είπα, θέλω να προσπαθήσεις και να είσαι ο Γουές που ήξερα κάποτε. Ο παλιός Γουές. Ο Γουές που παντρεύτηκα. Ο Γουές έμπηξε τα κλάματα, κι εγώ το πήρα σαν ένδειξη των καλών του προθέσεων. Κι έτσι είπα, καλά λοιπόν, θα έρθω.
Ο Γουές είχε παρατήσει τη φιλενάδα του, ή τον είχε παρατήσει εκείνη - δεν ήξερα και δεν μ' ένοιαζε. Απ' τη στιγμή που πήρα απόφαση να πάω με τον Γουές, έπρεπε να αποχαιρετήσω τον φίλο μου. Ο φίλος μου είπε, κάνεις λάθος. Είπε, μην μου το κάνεις αυτό. Τι θα γίνει μ' εμάς; είπε. Είπα, πρέπει να το κάνω για το καλό του Γουές. Προσπαθεί να ξεκόψει απ' το ποτό. Θυμάσαι πώς είναι αυτό. Θυμάμαι, είπε ο φίλος μου, αλλά δεν θέλω να φύγεις. Είπα, μόνο για το καλοκαίρι. Μετά βλέπουμε. Θα ξαναγυρίσω, είπα. Είπε, κι εγώ τι θα γίνω; Το δικό μου καλό; Να μη γυρίσεις, είπε.

Από το διήγημα του Raymond Carver «Το σπίτι του Σεφ», συλλογή «Καθεδρικός ναός», μετάφραση Γιάννης Τζώρτζης, Μεταίχμιο.