Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

πΘ

Τρίκαλα, 1986
Ο παπα-Θ. σηκώθηκε νωρίς εκείνο το απόγευμα. Ντύθηκε, ετοιμάστηκε, πήρε τη μεγάλη ομπρέλλα με το γυριστό χερούλι και χαιρέτησε την παπαδιά. Ήθελε κείνη τη μέρα να είναι από νωρίς στην ενορία, για τον εσπερινό. Μεγάλη μέρα, Κυριακή. Παραμονή της καθαρο-Δευτέρας κι ο εσπερινός της Συγχωρήσεως (όπως λέγεται εκείνη μονάχα την Κυριακή του χρόνου) θα ξεκινούσε στις 6μμ. Περπάτησε ως εκεί, δεν ήταν μακριά και τα πόδια του τον βαστούσαν ακόμα. Πότε πότε στηριζόταν στη μυτερή ομπρέλλα που περήφανα έπαιρνε το ρόλο του μπαστουνιού. Φτάνοντας στο προαύλιο του ναού ένευσε ανόρεχτα σε μερικούς περαστικούς και μπήκε από την πόρτα του ιερού κατευθείαν στο εσωτερικό του. Ξεκούμπωσε την κάπα του και τρέκλισε προσπαθώντας να την ακουμπήσει στην κρεμάστρα. «Δε νιώθω καλά», πρόλαβε να πει σ' έναν από τους νεωκόρους, «σαν να ζαλίζομαι».

>>>

Η παπαδιά παρακολουθούσε την πρωινή Λειτουργία με την ευλάβεια της λαϊκής, «αμόρφωτης
» πίστης, που δεκαετίες βιωμάτων την είχαν θεμελιώσει ακλόνητα μέσα της. Λίγο πριν το «δι ευχών» και την απόλυση, βλέπει τον παπά της, τον παπα-Θ., τον άντρα της, να βγαίνει καμαρωτός στην ωραία πύλη και να νεύει στο εκκλησίασμα. «Μπα, σε καλό του...», μονολόγησε.
«Αδελφοί μου, Κυριακή της Συγχωρήσεως σήμερα, να με συγχωράτε και μένα για τις αδυναμίες μου», φώναξε ο παπα-Θ. με τη βροντερή φωνή του.
..Παράξενο, δυο δεκαετίες τώρα, ποτέ δεν είχε ξαναμιλήσει ο παπάς της, σπάνια ποτέ καμια ανακοίνωση.
«Κι αν δεν τα ξαναπούμε, καλή Σαρακοστή. Σ' όλους σας!» κι έκανε με το δεξί του χέρι μια κυκλική κίνηση χωρώντας στην περιφέρειά της όλους τους πιστούς που τον άκουγαν καρτερικά.
Δυο κουβέντες όλες κι όλες, μίλησε όπως ποτέ δεν τον είχε εκείνη ξανακούσει.

>>>

Τον καθίσανε γοργά σε μια καρέκλα, κάποιος έκανε αέρα. Άλλος έτρεξε για νερό. Λες κι αυτό είναι το γιατρικό για όλα. Ο παπα-Θ. δεν πρόλαβε να ψελλίσει πολλά. Ό,τι είχε να πει, το 'χει πει το πρωί, φάινεται ήξερε.

Μια κάπα κουβαριασμένη στο πάτωμα του ιερού, μια ομπρέλλα με ξύλινο γυριστό χερούλι πεταμένη παραδίπλα και τ' αδειανό κορμί του παπα-Θ. σωριασμένο στην ξύλινη καρέκλα. Η ψυχή είχε δραπετεύσει γι' άλλα μέρη.

>>>

Μπορώ να θυμηθώ δεκάδες πράγματα, σκηνές και φάσεις της προσχολικής ζωής μου. Απ' το σπίτι το παλιό, το χωριό, τον παιδικό σταθμό και τ' απογεύματα στο σπίτι της γιαγιάς. Απ' τον παππού μου, ωστόσο, δε μου 'μεινε τίποτα παρά τρεις μονάχα εικόνες. Τρία συγκεκριμένα στιγμιότυπα της παρουσίας του στη ζωή μου. Ένας λεβέντης παππούς. Ένας λεβέντης παππούς-παπάς σε τρία εσταντανέ. Χωρίς λόγια, χωρίς κίνηση, αλλά τόσο δυναμικά και χαρακτηριστικά της κυρίαρχης παρουσίας του.

Εικοσιπέντε χρόνια περάσαν, σαν σήμερα. Άργησα μεγαλώνοντας να συνειδητοποιήσω για ποιο λόγο μαζεύονταν όλες οι αδερφές κι ο γιος στη μάνα-παπαδιά κάθε παραμονή της καθαρο-Δευτέρας. Και μαζεύονταν στην κουζίνα διώχνοντας εμάς τα παιδιά στα υπόλοιπα δωμάτια. Με τα χρόνια οι πόρτες των δωματίων και της κουζίνας άνοιξαν και σμίξαν οι ηλικίες και οι θύμησες κι ας λιγόστευαν πια τα δάκρυα.

Εικοσιπέντε χρόνια και σήμερα ξανά εκεί. Χωρίς δάκρυα, μόνο θύμησες. Και γέλια. Γέλια των μικρών δισέγγονων που μπορεί να μην τα πρόλαβε ο παππούς, αλλά απολαμβάνει διπλά η γιαγιά-παπαδιά (εννιά τα 'χει κι όλο αυξάνονται). «Ευτυχώς» που κάποιοι λείπουν, δεν θα μας χωρούσε αλλιώς το σπίτι.

>>>

Κυριακή της Συγχωρήσεως κι απόψε, καθαρο-Δευτέρα από αύριο.
Καλή Σαρακοστή σ' όλους σας. Χωρίς σιγουριά, μα μ' ελπίδα ότι θα τα πούμε σύντομα κι από κοντά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου