Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Ο ασυμβίβαστος

Σαν σήμερα, παραμονή του προφήτη Ηλία, τον είδα για τελευταία φορά σε τούτη τη ζωή. Ανήμπορο.. κουλουριασμένο σαν κόμπο στο γυμνό κρεβάτι. Με δυσκολία με αναγνώρισε. Με δυσκολία έκρυβα το βούρκωμά μου. Δυο μέρες αργότερα άφησα το ..κρυφτό και απελευθέρωσα τα ρέματα της συγκίνησής μου. Ήταν λεβέντης ο παππούς, μέχρι την τελευταία εκείνη μέρα.

Και κάθε του αη-Λιός δε μπορώ να μην τον θυμάμαι. Την τελευταία συνάντηση τρία χρόνια πριν, την παραμονή, το χειρότερο πανηγύρι ανήμερα, τον αποχαιρετισμό της επομένης. Έκτοτε δεν έχω ξανανέβει στο πανηγύρι. Με τι κουράγιο βρε! Να τα βράσω και τα φασόλια που φέτος -Τετάρτη- θα προσφερθούν. Τέτοια μέρα και φέτος τον θυμάμαι. Και του ξαναστέλνω τα χαιρετίσματά μου, όπως τα αποτύπωσα στο ετήσιο μνημόσυνό του. Κάτι μου λέει ότι δε θ' αργήσω να τονε δω!

>>>

Πέρσι ήταν πανηγύρι-ντεμί του αη-Λιός στο χωριό. Κόσμο είχε, δεν ήταν αυτό. Κυριακή κιόλας, λιακάδα, μαζεύτηκαν απ' τις γύρω πόλεις οι Τχαϊώτες να τιμήσουν τον άγιο. Όλα για τον προφήτη στο χωριό, έναν τον είχαμε, έναν τον έχουμε ακόμα. Από τότε που έπεσε η παλιά εκκλησία και την ξαναχτίσαμε τούβλο-τούβλο 100 ιδρωμένα χέρια, έγινε "δικός μας" ο άγιος. Και το πανηγύρι του στις 20 "τ' αλωνάρ'", το κατακαλόκαιρο, έγινε το δικό μας ετήσιο αντάμωμα. Όλο το χρόνο να μη σε τραβάει το χωριό, του αη-Λιά θα είσαι εκεί. Να καθαρίσεις, να ετοιμάσεις αποβραδίς την εκκλησία, να ανάψεις τη φωτιά στα καζάνια, να φας το κεμπάπ (το καλό, το πρόβειο!), να ακούσεις παλιές ιστορίες για κλέφτες και νεράιδες. Για θάματα και δυσκολίες, για το σχολειό που γκρεμίζεται... Και την επομένη στο πανηγύρι από νωρίς, λίγο στην εκκλησία, λίγο στο μαγειριό. Και μετά στη διανομή της μανέστρας. Παχιά η προβατίνα και φέτο...

Πέρσι ήταν πανηγύρι-ντεμί στο χωριό. Όλοι ήταν εκεί σχεδόν. Ο μπαρμπα-Νίκος, άλλωστε είχε χρόνια να έρθει, δεν μετρούσε η απουσία του. Δεν άντεχε τη φασαρία; Το χειμώνα την έτρωγε στη μάπα στην πόλη. Δεν παίζει. Δεν άντεχε τη συγκίνηση; Πιο πιθανό. Ο παππούς δεν άντεχε τη μοναξιά, αυτό είναι σίγουρη αλήθεια. Και του κόστιζε που δεν ερχόταν, του κόστιζε, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.


Πέρσι, όμως, ήταν το πρώτο πανηγύρι, η πρώτη τ' αη-Λιός που τον έβρισκε στο κρεβάτι, 80-90-100 ποιος ξέρει τώρα πόσα χρόνια. Τον βάρυναν τα χρόνια; Το χειμώνα στην πόλη μέρα παρά μέρα στο ΚΑΠΗ
«που έχει τσάμπα τον καφέ για μας τους άνω των 90» έλεγε με καμάρι. Δεν παίζει. Τον βάρυναν οι θλίψεις μιας ζωής; Πιο πιθανό. 50 χρόνια που έχασε την κυρά, 40 το πρώτο παλικάρι του, στην πορεία άλλα 2 παιδιά του, όλα τ' αδέρφια του. Τι άλλο Θέ μου; Ο παππούς δεν άντεχε τη μοναξιά, αυτό είναι σίγουρη αλήθεια. Και του κόστιζε που δεν ερχόταν.

Πέρσι, όμως, ήταν εκεί νομίζω. Στο πανηγύρι, ναι. Είχα την ευκαιρία να το βεβαιώσω αυτό 2 μέρες ...πριν, όταν τον είδα τελευταία φορά. Κατάλαβα ότι θα ήταν εκεί. Άντεξε παππού, 2 μέρες ακόμα, άντεξε.

-
«Παππού είναι το πανηγύρι ταχιά».
-
«Πανηγύρι;» ρώτησε ξέψυχα, ξυπνώντας από το μόνιμο λήθαργο των τελευταίων εκείνων ημερών.
-
«Τ' αη-Λιός παππού... θα σε πάρουμε στο Τχάι;»
Χαμογέλασε ο παππούς κι αναστέναξε σαν απ' τα τελευταία.

Και ήρθε το πανηγύρι, με το μυαλό στα Τρίκαλα, μες στην αγωνία. Κι άντεξε ο μπαρμπα-Νίκος. Εμ, μη χαλάσει το πανηγύρι! Και την επομένη το πρωί αποφάσισε πως ήρθε η ώρα.
«Άντε, να την κάνουμε από δώ, καιρός ήτανε» είπε η 97χρονη ψυχή του και έφυγε για άλλα πανηγύρια. Κι έγινε το μεγαλύτερο αντάμωμα ever στο χωριό. Και γέμισε η εκκλησιά, γέμισε κι η αυλή. Όλος ο λόφος γέμισε. Κούρσες και αγροτικά, δεν είχαν πού να παρκάρουν. Είδες βρε παππού, σε ανεβάσαμε στο Τχάι, ήθελες - δεν ήθελες. Κάτι μου λέει πως το ήθελες πολύ...

***


Φέτος, σήμερα, μετά από χρόνια δεν είμαι στο πανηγύρι. Εργάσιμη μέρα κλπ... Βλακείες! Δεν ήθελα πες. Ήμουν εκεί όμως την Κυριακή. Για τον παππού, ένα χρόνο μετά. Και τι να λέει... (πολλά!). Εκείνος όμως δεν ήταν εκεί. Κι ας πήρε τη θέση την καλή στο κοιμητήριο. 6 χρόνια που το 'φτιαξε το χωριό, 10 προνομιούχες θέσεις και φούλαρε σχεδόν. Θα αιτηθώ να μου φυλάξουν μια γωνιά, τι στο καλό, Τχαϊώτης δεν είμαι και γω;

Έμαθα η προβατίνα ήταν καλή φέτος. Και η μανέστρα έδεσε καλύτερα.

4 σχόλια:

  1. Ανώνυμος21/7/11, 2:21 μ.μ.

    Νίκο, τι εννοείς όταν λες οτι "Κάτι μου λέει ότι δε θ' αργήσω να τονε δω";

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. H politically correct απάντηση θα ήταν ότι τώρα που θ' ανέβω μια βόλτα στο χωριό, θα περάσω μια βόλτα να τον "δω". Αλλά, χεχ, όταν το έγραφα δε σκεφτόμουν ακριβώς έτσι.
    Ποιος ρωτάει; για να δω πόσα μπορώ να πω..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος22/7/11, 4:55 μ.μ.

    Νίκο, αντιλαμβάνομαι ότι αυτό που κάνω ίσως θεωρηθεί ιεροσυλία: Πώς είναι δυνατόν να αναγκάζω τον "ποιητή" να δώσει εξηγήσεις για τις βαθύτερες σκέψεις του; Επειδή όμως υποψιάστηκα ότι δεν σκεφτόσουν το politically correct, όταν έγραφες το κείμενο, γι' αυτό θα με ενδιέφερε να γνωρίζω τι εννοείς. ΣΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ΟΚ, μου δίνεις ωραία αφορμή για νέα ανάρτηση, άμα τη επιστροφή μου από την κατασκήνωση. Ως τότε, σε χαιρετώ με τους ταξιδιάρικους στίχους του Καζούλη.
    Το ξέρω θα 'θελες περισσότερες ευκαιρίες να βρίσκεσαι εδώ, αλλά ελπίζω κι αυτές έστω οι σύντομες καλοκαιρινές σφήνες να δημιουργούν έντονες θύμισες!

    «Την κιθάρα μου κάνω κατάρτι
    στο γαλάζιο να ταξιδεύω
    σε ποια θάλασσα και σε ποιο χάρτη
    την αγάπη μου να την ξοδεύω»

    ΑπάντησηΔιαγραφή