Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

Ο ελέφαντας και το τέρας



Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας ελέφαντας.
Που έβαλε σκοπό στη ζωή του να αποδείξει ότι ..δεν ήταν ελέφαντας.

Δ. Χατζάκος | Δ. Ζερβουδάκης
"Στα χαμηλά και στα ψηλά
τα π' αγαπώ σκορπίσανε
και φύγανε και πάνε"





Η πρώτη φορά που κοιτάχτηκε στον καθρέφτη ήταν και η τελευταία. Είδε στο είδωλο μια πρωτοφανή ασχήμια. Κάτι η σκληρόπετση σάρκα, λίγο τα τέσσερα χοντροπόδαρα χωρίς δάχτυλα, πολύ η μακρουλή προβοσκίδα και τα βαθουλωτά μάτια. Αμ κι εκείνα τα αυτιά σαν αλεξίπτωτα.. Ασχήμια! Του μαύρισε την ψυχή. Έδωσε μια  με την προβοσκίδα του και το τέρας εξαφανίστηκε από μπρος του, φυλακισμένο στα χίλια κομμάτια του καθρέφτη.

Βάλθηκε λοιπόν ν' αλλάξει ζωή. Αρχικά αποφάσισε να ασχοληθεί με το δέρμα του. Πήγε στους καλύτερους αισθητικούς και έβαλε ένα σωρό κρέμες και προϊόντα ομορφιάς, που με τον καιρό έκαναν το δέρμα του λείο και απαλό. Και μετά με την κατάλληλη θεραπεία απέκτησε λαμπερό και στιλπνό τρίχωμα σαν όλα τα άλλα ζώα του δάσους. Τώρα θα μπορώ κι εγώ να κυκλοφορώ χωρίς ντροπή σκέφτηκε ο ελέφαντας και καμάρωσε για το αποτέλεσμα. Έλα όμως που καθώς περπατούσε πλάι στο ρυάκι, με το περίγραμμά του να λαμποκοπά στα ήρεμα νερά, ένα μικρό λαγουδάκι σκούντηξε χαχανίζοντας το πόδι της μαμάς του φωνάζοντας κοροϊδευτικά  «μαμά, κοίτα ένας ελέφαντας με γούνα!»

Έσκασε απ' το κακό του ο ελέφαντας και έτρεξε ντροπιασμένος στη σπηλιά του. Μα πώς να μην τον αναγνωρίσει ένας λαγός.. η προβοσκίδα και τα αυτιά τον μαρτυρούσαν από χιλιόμετρα. Κι έβαλε μεγαλύτερο πείσμα απ' το πρώτο και χτύπησε την πόρτα των καλύτερων πλαστικών χειρούργων, με στόχο να αποκτήσει κι αυτός μια μύτη σαν όλα τα άλλα ζώα κι ένα ζευγάρι κανονικά αυτιά. Και ύστερα από πολυέξοδες και πολύ κοπιαστικές εγχειρίσεις, η επιστήμη κατάφερε να του δώσει μια καλλίγραμμη γαλλική αλεπουδίσια μύτη -καταργώντας μια για πάντα την αντιαιθητική προβοσκίδα- και δυο πεταχτά ζαρκαδένια αυτιά!

Και τι χαρές δεν έκανε σαν είδε το πρόσωπό του στο νερό. Πλέον μπορούσε να μυρίσει κανονικά τα λουλουδάκια και τα δέντρα του δάσους, ν' ακούσει τόνους και ήχους των πουλιών μυστικούς έως τότε. Και το κυριότερο, να περπατά καμαρωτός σαν μορφονιός πρωτευουσιάνος κι όχι σαν κάποιος άξεστος του βουνού. Απ' τη βαθιά, ανείπωτη χαρά του, άφησε να του ξεφύγει ένα ατέλειωτο γέλιο ευτυχίας, χοροπηδώντας τριγύρω στη γέρικη βαλανιδιά. Κι όπως ταρακουνήθηκε η γη απ' τα ποδοβολητά, σηκώθηκε αλαφιασμένο απ' τον ύπνο του ένα σκιουράκι που είχε κατασκηνώσει στο δεύτερο κλαδί. Βλέποντας τη μοναχική γιορτή που είχε στηθεί κάτω απ' το σπίτι του, του ξέφυγε του σκίουρου ένα φωναχτό παράπονο. «Ούτε μια ώρα ησυχίας δε μπορεί να βρει κανείς σ' αυτό το δάσος; Είχαμε όλη μέρα τα πουλιά, έχουμε τώρα κι αυτόν τον ελέφαντα!».

Μαράζωσε σαν τ' άκουσε αυτό ο ελέφαντας, πάγωσε η χαρά στο πρόσωπό του. Έσκυψε το κεφάλι του και όπου φύγει-φύγει. Γύρισε πικραμένος στη σπηλιά του μην μπορώντας να χωνέψει ότι όσο κι αν αλλάξει το σώμα του, σμιλέψει το σουλούπι του, απαλύνει τα χαρακτηριστικά του, κατά βάθος δε θα είναι τίποτα άλλο παρά ένας άξεστος χοντροκομμένος ελέφαντας. Στη γλώσσα, στους τρόπους, στη συμπεριφορά. Θυμήθηκε όμως μες στη θλίψη του δυο φίλους του κι έτρεξε να τους βρει στο στέκι τους. Και να τους πείσει να του κάνουν όσα μαθήματα χρειαστεί για να αποκτήσει κι αυτός ευγενικούς τρόπους και γνώσεις και αιθέριες κινήσεις. Κι έτσι η κουκουβάγια ανέλαβε τη μόρφωσή του, την καλλιέργεια του πνεύματος, ενώ η ζέμπρα βάλθηκε να του μάθει εκλεπτισμένες κινήσεις και στάσεις. Και ύστερα από μήνες εντατικών μαθημάτων νυχθημερόν, καμάρωσε με χαρά το πτυχίο του με άριστα! Πλέον ήταν έτοιμος να κυκλοφορεί με χάρη στα μεγάλα σαλόνια και να συναρπάζει τις συναναστροφές του με την πλούσια γνώση του, με πηγαίες ιστορίες και περίτεχνα ευφυολογήματα.

Κι όταν μετά από λίγο καιρό συνάντησε το πιο όμορφο πλάσμα που είχαν δει ποτέ τα μάτια του, έβαλε στόχο να κατακτήσει την καρδιά της ανέμελης ελαφίνας, no matter what! Με κάθε κόστος. Την πλησίασε με ευγένεια που θα έλιωνε και τον πιο παγωμένο κρύσταλλο, με τρυφερότητα που θα ημέρωνε και το πιο άγριο λουλούδι. Και της πρόσφερε τα πάντα. Όλον τον ξεκαινουργωμένο εαυτό του. Κι εκείνη αποκρίθηκε, ντροπαλή, μα χαρούμενη! Και τι δεν έκαναν μαζί. Και περιπάτους όλο ομορφιά και χορούς όλο πάθος. Και εκδρομές όλο περιπέτεια και κουβέντες όλο γλύκα. Ώσπου μια μέρα σουλατσάροντας στις όχθες του ρυακιού, κοντοστάθηκαν, κοιτάχτηκαν στα μάτια κι αγκαλιάστηκαν τρυφερά. Έλα όμως που ο ελέφαντας δεν ήλεγξε τη στιβαρή δύναμή του και πίεσε -άθελά του- παραπάνω απ' όσο η λεπτεπίλεπτη ελαφίνα μπορούσε ν' αντέξει. Κλονίστηκε εκείνη, ένιωσε να ασφυκτιά, να πιέζεται αφόρητα κι έτσι ζήτησε απ' τον αγαθό ελέφαντα να της δώσει χώρο και χρόνο ν' ανασάνει, να ξεμπλοκάρει, να σκεφτεί.

Μάζεψε τη θλίψη του ο ελέφαντας και κίνησε για ένα ατέλειωτο περιδιάβασμα στα όρια του δάσους. Τσακισμένος απ' την αλήθεια που βομβούσε μέσα του σαν σειρήνα σε συναγερμό, ότι ό,τι κι αν κάνει με τον εαυτό του, θα παραμείνει ένας χοντροκομμένος ελέφαντας. Ένας άγριος, άχρηστος ελέφαντας. Ένας άσχημος ελέφαντας. Ένας ελέφαντας τέρας, σαν εκείνο το τέρας που σκόρπισε στα χίλια κομμάτια του καθρέφτη. Και που τώρα γυρνούσε ξαφνικά πίσω κι απλωνόταν σ' όλη του την ψυχή. Κι όπως βάδιζε μονάχος στα όρια του δάσους, κοντά στην άκρη του τελευταίου γκρεμού, γλύστρισε από απροσεξία κι άρχισε να τσουλάει επικίνδυνα προς το χείλος. Έκανε να γυρίσει με την πλάτη του μήπως και σταματήσει με την τριβή, αλλά πλέον δεν είχε τραχύ δέρμα.. το στιλπνό τρίχωμα που είχε αποκτήσει γλίστρησε ακόμα περισσότερο και τον έφερε κοντά στην κόψη. Γυρνώντας στ' αριστερά, είδε ένα δεντράκι να στέκει άφοβο και να θωρεί αγέρωχο το χάος. Κι έκανε με την προβοσκίδα του ν' αρπαχτεί απ' τα κλαδιά να σωθεί, μα με τρόμο συνειδητοποίησε ότι δεν είχε πλέον προβοσκίδα να τον σώσει. Την είχε θυσιάσει στο βωμό της αλλαγής. Κι ενώ το πρώτο δάκρυ έκανε να κυλήσει παγωμένο από τα βαθουλωτά του μάτια, θυμήθηκε τα μαθήματα χορού και κάνοντας μια αποφασιστική κίνηση, γράπωσε το πίσω δεξί του πόδι στο τελευταίο κλαδί του δέντρου, την ώρα που το κεφάλι του ήδη έχασκε στο κενό της αβύσσου.

>>>

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας ελέφαντας.
Που έβαλε σκοπό στη ζωή του να αποδείξει ότι δεν ήταν ελέφαντας...

..μέχρι που το τελευταίο κλαδί υποχώρησε απ' το υπέρβαρο ελεφαντίσιο βάρος του.


* Αφιερωμένο σ' όλους εκείνους που στο βωμό της κοινωνικής αποδοχής και αρέσκειας έχασαν τον εαυτό τους. Και ξέχασαν ότι η αλήθεια και η αυθεντικότητα δεν κρύβουν ποτέ τέρατα. Συγνώμη..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου