Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011

Η γυναίκα με το μαύρο μαντήλι

* της Νίνας Κουλετάκη

Ο Νικόλας εκτελέστηκε το χάραμα της 21ης Απριλίου του 1967, την ίδια ώρα που στην Αθήνα τα τανκς είχαν βγει στους δρόμους. Ο Νικόλας δεν πρόλαβε να μάθει για τη χούντα. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Το χωριό κρεμόταν στη μέση της διαδρομής για το βουνό, στην ανατολική πλαγιά. Πετρόχτιστο και γραφικό, καλοσυντηρημένο από τους νοικοκυραίους του, χιονισμένο τους χειμώνες και δροσερό τα καλοκαίρια, μάζευε πάντα τουρίστες στα πλακόστρωτα δρομάκια του.Και όλοι σταματούσαν να δροσιστούν και να τσιμπήσουν κάτι πρόχειρο στο καφενείο του Νικόλα.

Από τον πατέρα του κληρονομημένο, το καφενείο ήταν μια από τις πιο ανθηρές επιχειρήσεις του χωριού. Μα κι ο Νικόλας νοικοκυρόπαιδο, το είχε κάνει σωστό παλάτι: είχε ανανεώσει τον εξοπλισμό, είχε στηρίξει την κληματαριά που είχε φουντώσει και χάριζε παχιά σκιά στους πελάτες που ξαπόσταιναν από κάτω της. Είχε και τη μάνα του στην κουζίνα και μαγείρευε μεζέδες που τους σέρβιρε ο Νικόλας με τσίπουρο.

Είχε και μιαν αγάπη ο Νικόλας, μα ήταν κρυφή και παράνομη. Αγαπούσε τη Δόμνα, από τότε που ήταν 18 χρονών κι εκείνη 16. Και είχε, πια, κλείσει τα 40 κι η Δόμνα ήταν ήδη 20 χρόνια παντρεμένη με τον Μηνά, αδελφικό του φίλο και κουμπάρο. Ποτέ δε θέλησε να δέσει τη ζωή του με άλλη ο Νικόλας και είχε κρατήσει τον έρωτά του μυστικό από όλους, ακόμα και από εκείνη. Μέχρι πριν δυο χρόνια, στο πανηγύρι της Αγίας Κυριακής. Κάτι το κρασί, κάτι η γλύκα της καλοκαιριάτικης νύχτας, κάτι ο Μηνάς που ήταν φευγάτος στην Αθήνα να δει έναν συμβολαιογράφο, έγινε το μοιραίο. Καλό–κακό, δεν ήξερε ο Νικόλας, τίποτα δεν ήξερε πια. Μέχρι το όνομά του κόντεψε να ξεχάσει στην αγκαλιά της Δόμνας. Κι από τότε δεν είχαν αποχωριστεί. Πρόσεχαν πολύ να μη δώσουν δικαίωμα στο χωριό, συναντιόταν στη μέση της νύχτας, όταν ο Μηνάς και τα παιδιά της Δόμνας ήταν βυθισμένοι στον πιο βαθύ ύπνο. Έσμιγαν όπου μπορούσαν: στον αχυρώνα, στον πίσω τοίχο της αυλής, στην αποθήκη δίπλα στα εργαλεία του Μηνά. Δυο χρόνια κι ούτε μια νύχτα χαμένη, χωρίς έρωτα.

Έτσι κι εκείνη τη νύχτα. Την περίμενε στον αχυρώνα κι εκείνη φάνηκε στις δύο ακριβώς, όπως κάθε άλλη φορά. Έκαναν έρωτα σαν να ήταν η τελευταία τους φορά. Και ήταν, μόνο που κανείς τους δεν το ήξερε ακόμη.

Την άλλη μέρα το χωριό ήταν ανάστατο. Ο Φώτης ο Αστρίτης είχε βρεθεί σφαγμένος στο πέρασμα του Γέρακα. Την προηγούμενη μέρα μεθυσμένος τα είχε σπάσει στο καφενείο του Νικόλα, κι εκείνος τον πέταξε έξω. Κάποιος βρέθηκε να πει πως σαν να είχε πάρει το μάτι του το Νικόλα να τρέχει κοντά στον τόπο που έγινε το φονικό.

Τον συλλάβανε και τον πέρασαν από δίκη. Δεν είχε άλλοθι, η μάνα του είπε πως σηκώθηκε να πάει προς νερού της και ο Νικόλας έλειπε από το σπίτι: το κρεβάτι του ήταν απείραχτο. Η Δόμνα ήταν μέσα στην αίθουσα, με το Μηνά στο πλάι της, έναν Μηνά να απειλεί θεούς και δαίμονες και να ωρύεται για τη σίγουρη αθωότητα του φίλου του. Ο Νικόλας δεν έβγαλε άχνα για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, μόνο για μια στιγμή κοίταξε τη Δόμνα κατάματα.

Όταν ανακοινώθηκε η απόφαση που τον καταδίκαζε στην εσχάτη των ποινών, ο Μηνάς ξέσπασε σε λυγμούς και η Δόμνα άκουγε σα μαρμαρωμένη.

Ο Νικόλας εκτελέστηκε το χάραμα της 21ης Απριλίου του 1967, την ίδια ώρα που στην Αθήνα τα τανκς είχαν βγει στους δρόμους. Ο Νικόλας δεν πρόλαβε να μάθει για τη χούντα. Κάθε νύχτα, γύρω στις δύο, μια γυναίκα με ένα μαύρο μαντήλι στο κεφάλι, πάει στο νεκροταφείο και σπαράζει πάνω από τον τάφο του.

Την έχω δει και ψέματα δε λέω.

* Μυθιστορηματική διασκευή του τραγουδιού "The Long Black Veil" (1959), των Danny Dill και Marijohn Wilkin, τραγουδισμένο αρχικά από τον Lefty Frizzel, τραγουδιστή της Country, της δεκαετίας του '50. Στη συνέχεια το τραγούδι γνώρισε πολυάριθμες διασκευές, με πιο γνωστές αυτές του Johnny Cash, του Mig Jagger, της Joan Baez, των Dave Matthews Band, κ.ά.
Ακούστε το original track του Lefty Frizzel εδώ και την live εκτέλεση του Johnny Cash με την Joni Mitchell εδώ.
Άρθρο και σχόλια θα τα βρείτε εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου