Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

αμπούμπουρα

- Από πού είσαι νεαρέ;
- Από τα Τρίκαλα (μπαμ κάνω ότι είμαι ξένος;)

Ο κυρ Νίκος κούνησε το κεφάλι και χαμογέλασε πιάνοντας τη διπλανή αδειανή καρέκλα. Την τράβηξε και κάθισε μαζί μας.
- Στο άλλο τραπέζι είναι μια παρέα κοντοχωριανοί σου. Από τη Λαμία είναι τα παιδιά. Κοντά δεν είναι;
- Ναι... (δυο ώρες και τρία βουνά πιο πέρα)

Ανακάλεσα αυτοστιγμεί τα πειράγματα με την παρέα του Morgan στη Θεσσαλονίκη και τις ευγενικές διαπιστώσεις ότι οι νότιοι δεν έχουν ιδέα από γεωγραφία Μακεδονίας και το αντίστροφο. Ψέμματα;

>>>

Σκαλάνι. Χωριουδάκι έξω από το Ηράκλειο, νοτιοανατολικά, κοντά στην Κνωσσό. Ένα δροσερό μεσημέρι για φαγητό, με τη Μαρίνα και το Δημήτρη, στο πρώτο από τα δύο εστιατόρια του χωριού. «Το εξής ένα. Το άλλο έφαγε x από τη Μαρίνα που ήρθε το περασμένο Σάββατο», είπε χαμογελώντας ο Δημήτρης. Καθίσαμε με μπόλικη όρεξη ανοίγοντας τους λιτούς καταλόγους. «Κι αλήθεια, τι είναι οι χοχλιοί;»

>>>

(Μαρ) - Πώς τα βλέπετε τα πράγματα κυρ Νίκο;
- Πώς να τα βλέπω.. Κοίτα πού φτάσαμε! Εγώ μια ζωή ψήφιζα νέα δημοκρατία, στο λέω κορίτσι μου.
(Δημ) - Νέα δημοκρατία;; Πρέπει να 'στε από τους ελάχιστους εδώ στο Ηράκλειο!
- Μας κορόιδεψαν όλοι, όμως. Κι ετούτη τη φορά από μένα δεν έχει!

>>>

Χοχλιοί μπουμπουριστοί: σαλιγκαράκια με το κέλυφος μαζί, στο τηγάνι με αλάτι, λάδι και δεντρολίβανο.

- Εγώ δεν αγγίζω, ξέκοψε αμέσως ο Δημήτρης.
- Ε, δε θα τους φάω όλους μόνη μου.. Νίκο;;
- Χοχλιούς να δοκιμάσει το κοπέλι, είπε χαμογελώντας ο σερβιτόρος και έφυγε με την παραγγελία μας.

Σε λίγη ώρα θα 'ρχότανε μαζί με τα ντολμαδάκια και τους κολοκυθοκεφτέδες και το πιάτο με δυο ντουζίνες λαχταριστά σαλιγκάρια!
- Ξε'ς πώς τα τρώνε;
- Θα του δείξω εγώ, είπε η κοπέλα της παρέας πιάνοντας το πιρούνι μου. Το γύρισε με την καμπούρα προς τα πάνω και με το ακροτελευταίο δόντι κάρφωσε το μαλακό κρέας του σαλιγκαριού ωθώντας το προς τα έξω με περιστροφή του καρπού της. «Η σειρά σου τώρα», μου είπε, κάτω από τις επιδοκιμασίες και τα χαμόγελα του σερβιτόρου. «Πρώτα όμως το βάζεις στο στόμα να ρουφήξεις τη νοστιμιά του και ύστερα θα πιάσεις πιρούνι». Πράγματι, και παρά το φόβο του πρωτάρη, αρμύρα και δεντρολίβανο προκάλεσαν τη γλώσσα μου και μια γεύση από εξοχή απλώθηκε στο στόμα μου.

>>>
[♪] στο background τώρα παίζει, Του Λασιθιού η στράτα [/♪]
- Εσύ από πού είσαι;
- Από την Αθήνα.
- Αα, κι εσύ;
- Από δω είμαι 'γω από την Κρήτη!
- Άντε καλέ που είσαι από δω, δεν είσαι.
- Μα πώς... ζιατί; Απ' το Λασίθι είμαι, δε φαίνομαι; είπε γελαστά η Μαρίνα σε επιτηδευμένη κρητική προφορά προκειμένου να μην αφήσει αμφιβολία στον παππού που κάθισε για λίγο στην παρέα μας. Την ίδια ώρα έδενε στον ουρανίσκο μας η γλυκοπικράδα απ' το σπιτικό γλυκό πορτοκάλι μαζί με το καθάριο κάψιμο της παγωμένης τσικουδιάς.

>>>

Κι όπως ακάλεστος ήρθε, έτσι και έφυγε, με το μπαστουνάκι του, το θερινό σακάκι του ριγμένο στους ώμους μ' απέραστα τα μανίκια. Ίσως και με τη νέα δημοκρατία ακόμα στη σκέψη του, ελπίζω και στη μετάνοιά του :-ρ

Εγώ πάντως έφυγα με μια ντουζίνα χοχλιούς μπουμπουρισμένους για τα καλά στο στομάχι μου, το οποίο τελικώς και αισίως επιβίωσε πανηγυρικά της δοκιμής της νέας γεύσεως. Η πολυετής νηστεία από νδ και σία θα έβαλε κι αυτή το ευεργετικό λιθαράκι της.
♪ κι εγώ τση λέω τση καρδιάς, βάστα καρδιά μου βάστα.

* Το επίθετο «μπουμπουριστός» προέρχεται από την κρητική λέξη «αμπούμπουρα» που σημαίνει με τη μούρη προς τα κάτω, αυτό που στην υπόλοιπη Ελλάδα λέμε μπρούμυτα. Λαχταριστή -τουλάχιστον στις φωτογραφίες- συνταγή για χοχλιούς μπουμπουριστούς, εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου