Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

τσαφ!

«Ωραία, και τώρα γυρίστε από την άλλη. Ξαπλώστε».
«Ορίστε; Είπατε να ξαπλώσω;»
«Μα ναι, να κάνουμε τα άλλα δύο».
«Εχμ, και πού ακριβώς θα γίνουν τα άλλα δύο;»
«Εεε.. από πίσω».
«Μα δεν γίνεται να τα κάνουμε στο μπράτσο και αυτά;»
«Μα φυσικά και όχι, δεν κάνουμε τίποτα μετά!»
«...»
«...»
«Δηλαδή να ..ξεκουμπωθώ;»
«Ε.. χαλαρώστε το λιγάκι!»

>>>

Μου θύμισε την πολύ πρόσφατη -εξαιρετική από κάθε άποψη- εμπειρία που είχα με οδοντίατρο. Που «γεια σας, θα ήθελα να κλείσω ένα ραντεβού για καθαρισμό» ήταν η πρώτη κουβέντα και το πλάνο στο σύνολό του μαζί με ένα γενικό τσεκάπ, για να καταλήξει η υπόθεση ένα μήνα μετά να φεύγω από το ιατρείο με ένα σφράγισμα και δύο εξαγωγές. Και έναν καθαρισμό φυσικά. Όμως επρόκειτο για πέρα ως πέρα επιτυχημένη διάγνωση ενός σοβαρού προβλήματος, σωστή συμβουλή και εντελώς ανώδυνη εμπειρία στην -κατά τα φαινόμενα και χωρίς υπερβολή- καλυτερότερη οδοντίατρο του κόσμου. Τση κρήτης τουλάχιστον!

Με διάθεση μικρής αμφιβολίας έφτασα, λοιπόν, στα γραφεία πρόληψης νοσημάτων του υγειονομικού, προκειμένου να λάβω τη ..δόση μου κίτρινου πυρετού, ως προληπτική ετοιμασία για μακρινό ταξίδι. Εγώ που μικρός, όπως κάθε μικρός που σέβεται τα νιάτα και τους φόβους του, έτρεμα στην αίσθηση της βελόνας, παρότι με εξίταρε ιδιαίτερα η θέα της μυτερής άκρης που καρφώνεται στο στόμιο του φυαλιδίου, που γεμίζει αργά αργά τον εσωτερικό της θάλαμο καθώς το έμβολο οπισθοχωρεί και, τέλος, που ρεύεται δυο τρεις σταγόνες στη δοκιμαστική συμπίεση του τελευταίου στα δάχτυλα του ειδικού. «Ένα τσίμπημα είναι» σκεφτόμουν και προετοίμαζα το λιπόσαρκο μπράτσο μου για τούτη τη λεπτότατη μυική διακόρευσή του. Νόμιζα.. Ήταν να μην καθίσω στην καρέκλα του γραφείου ενημέρωσης. Πρώτη δουλειά: ιστορικό.


Να μην τα πολυλογώ, όλα τα τσιμπήματα που έκανα (και άλλα τόσα που απέφυγα) από τότε που ήμουν παιδί αποδείχτηκαν ληγμένα και ανενεργά. «Μα στο στρατό κάναμε τρία εμβόλια», αναφώνησα με παρρησία, «δεν μετράνε;» Φρούδες οι ελπίδες να βγω δικαιωμένος, πολλά τα περασμένα χρόνια. Λίγα κλικ αργότερα τυπώθηκε η συνταγή για τον φαρμακοποιό: τρία τσιμπηματάκια συν φυσικά το ένα για το οποίο εξαρχής είχα πάει.

>>>

«Θέλω να καθίσετε στο κρεβάτι», μου είπε. «Σηκώστε το αριστερό μανίκι και χαλαρώστε το χέρι. Όσο πιο χαλαρό, τόσο λιγότερο θα πονέσετε. Δεν θα πονέσετε δηλαδή, αλλά θα το νιώσετε πολύ λιγότερο».

«Με ποιο θα ξεκινήσουμε»; ρώτησα, έχοντας επίμονα καρφωμένο το βλέμμα μου στις τέσσερις βελόνες που ήταν στη σειρά τοποθετημένες στο ειδικό σκεύος. Τις οποίες με λαχτάρα είχα προσέξει, με κάθε λεπτομέρεια, καθώς τις προετοίμαζε η ευγενική ιατρός.

«Μμμ, λέω να ξεκινήσουμε με αυτό της ηπατίτιδας». Χαλαρώστε το χέρι, πάρτε μια ανάσα τώρα» και τσαφ! Πρώτα το τσίμπημα, μετά η διείσδυση, τρίτη η συμπίεση, τέλος το τράβηγμα. «Αυτό ήταν. Πόνεσε;»

«Καθόλου» αποκρίθηκα, σχεδόν αλήθεια δηλαδή, έκπληκτος με τον εαυτό μου που είχε παρακολουθήσει όλη τη διαδικασία, αντί να στρέψω αντανακλαστικά το κεφάλι από την άλλη μεριά.

Ακολούθησε το δεύτερο εμβόλιο στο δεξί μπράτσο, με την ίδια σβέλτη και άψογη-ανώδυνη εκτέλεση της ιατρού. «Αναμφίβολα δεξιοτέχνης», σκέφτηκα και αναθάρρησα. 

«Ωραία, και τώρα γυρίστε από την άλλη, ξαπλώστε, να κάνουμε τα άλλα δύο» είπε με τον πιο φυσικό και ανάλαφρο τρόπο και έκλεισε τη μισάνοιχτη πόρτα.

>>>

Πρέπει να έχουν περάσει καμιά τριανταριά χρόνια από την τελευταία φορά που θυμάμαι να μου κάνουν εμβόλιο στον πισινό, με δέλεαρ μια καραμέλα ή ένα σοκολατάκι. Ήταν εκείνος ο υπερήλικας παιδίατρός μας, ο Γρηγορίου -κι αν δεν τον έλεγαν έτσι, ως τέτοιον εγώ θα τον θυμάμαι- ο οποίος κάθε φορά μας προκαλούσε το γέλιο γιατί επέμενε να φωνάζει την αδερφή μου Αναστασία. Κι ήταν αυτά τα τσιμπήματα στον πισινούλη μου που μ' έκαναν να απεχθάνομαι τις βελόνες. Και μόλις τις προάλλες αντιλήφθηκα ότι το πρόβλημα της απέχθειας έγκειτο στο γεγονός ότι στην ..πισινή ένεση δεν υπάρχει η δυνατότητα παρακολούθησης! Και ως εκ τούτου δεν είναι κανείς ποτέ έτοιμος για την κρίσιμη εκείνη στιγμή που η κορυφή της βελόνας διαπερνά τα ανώτερα στρώματα του δέρματος και σημαίνει συναγερμό στα τοπικά νεύρα.

>>>

«Χαλαρώστε ξανά.. Μια ανάσα πάλι» και τσαφ! Μια σύσπαση των μυών που διατρέχουν τον γλουτό ξέφυγε από τον περιορισμό της χαλάρωσης και παραδόθηκε στο ξάφνιασμα του τσιμπήματος. «Δεν πόνεσε, ε;»

>>>

Από τη στιγμή εκείνη ο κίτρινος πυρετός άρχισε να κυλά στις φλέβες μου. Πάντα κυλούσε τώρα που το σκέφτομαι, ακόμα πιο έντονα τώρα που πλησιάζουν και τα ντέρμπι της κιτρινόμαυρης ομάδας :-) |Περιμένω πλέον με αγωνία τον οργανισμό μου να παράξει αντισώματα καταπολέμησης του ιού. Αυτό κι αν θα 'ναι ντέρμπι. Αλλά εδώ νικήσαμε τις βελόνες, τι άλλο να φοβηθούμε;!

Αν και τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα, μιλώντας για φόβο, πρέπει να έχουν περάσει καμιά τριανταριά επίσης χρόνια από το τελευταίο μου υπόθετο..


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου