Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

θαλασσινό κοχύλι


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια βάρκα..




Today's Soundtrack:
Ν. Καββαδίας | Θ. Μικρούτσικος | Χ & Π Κατσιμίχας
ύρμα που εκόπηκε στα δυο και πώς να το ματίσω;"





..που έπλεε αμέριμνη στο απέραντο πέλαγος των αιώνιων επιθυμιών. Λεπτή, μικροκαμωμένη, μα καμαρωτή και περήφανη, από ακριβό λουστραρισμένο ξύλο οξιάς, όμορφα εφαρμοσμένο πέτσωμα στη γάστρα και προσεκτική στεγανοποίηση όλων των αρμών. Μικρής ικανότητας, μα εξαιρετικής ασφάλειας!

Κι έβαλε πλώρη στις ήσυχες θάλασσες, σκίζοντας τα νερά με χαρά, με θάρρος, πότε γοργά κι ανάλαφρα, πότε αργά και απολαυστικά. Ποτέ όμως προβληματισμένα. Μ' έναν -ίσως- μικρό εγωισμό που δεν ταίριαζε στο μπόι της. Πόσο της άρεσε όμως! Πότε στις μπουνάτσες, πότε στα μπουρίνια, δεν την πολυ-ένοιαζε, είχε την ασφάλεια, την περηφάνια της, την τόση-δα ικανότητά της.

Κι ήρθε μια μέρα μια νέα επιθυμία. Χρόνια τόσα αρμένιζε, χωρίς σταματημό, χωρίς παράπλευρες σκέψεις. Περνούσε τόπους και ομορφιές.. και προσπερνούσε. Κοιτούσε, μα δε λαχταρούσε. Είχε την ασφάλειά της, την τόση-να! περηφάνια της. Τόσα και τόσα λιμάνια προσπερνούσε και θαύμαζε.. αλλά τώρα πεθύμησε, ένα λιμάνι κι αυτή, να μπει, να δει, να ζήσει την άγνωστη ομορφιά του γιαλού, την άγνωστη πολιτεία της ακροθαλασσιάς.

Και περνούσε λιμάνια αριστοκρατικά, με υποδοχές και παροχές που ποτέ δε σκέφτηκε, με πολυτέλεια που κατά βάθος ποτέ δε λαχτάρησε. Αλλά πώς κολλά ο νους καμιά φορά σ' αυτά που ποτέ δεν τόλμησε να φανταστεί.. Πώς να μπει, πώς να εισέλθει, καλοφτιαγμένη μεν, μα φτωχική, ταπεινή. Δεν έφτανε πια η τόση-δα ικανότητα, ούτε η τόση-να περηφάνια. Και προσπερνούσε. Προσπερνούσε πατικώνοντας στο βάθος της γάστρας της μία-μία τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες της.

Πέρασε όμως κι από λιμάνια φυσικά. Πανέμορφους όρμους και κολπίσκους, ιδανικά χαραγμένους στις άγριες παρειές των νησιών. Λιμανάκια κρυφά απ' τον υπόλοιπο κόσμο, χαριτωμένα με κάθε κάλλος, που έστεκαν εκεί, χωρίς υποδοχή, χωρίς παροχές, μονάχα με τη φυσική περηφάνια τους, αλλά και τη σιγουριά ότι όποια βάρκα περάσει, δει, εκτιμήσει και εισέλθει, ω, αυτή η βάρκα θα 'ναι η πλέον εκλεκτή και ικανή. Θα 'ναι η βάρκα που τόλμησε και κέρδισε το λιμανάκι της.

Κάποτε ζήλεψε ένα από δαύτα, μαγεύτηκε απ' το μυστήριο που έβγαζε η όψη του, σαν σπάνιο κλειστό κοχύλι, κι έβαλε πορεία στο χάρτη να το πλησιάσει. Με την πρώτη ματιά έκρυβε τα πλεονεκτήματά του, μα όσο πλησίαζε και άλλαζε η γωνία προσέγγισης, τόσο αποκαλυπτόταν οι ομορφιές του βάθους του, οι δυνατότητές του, τα χαρίσματά του. Μα αποκαλύφθηκε και η ιδιαίτερα περίπλοκη είσοδός του. Η βάρκα κοντοστάθηκε και μέτρησε τις δυνάμεις τις. Τσίμπησε τόσο-δα κι άλλο την ικανότητά της, φούσκωσε ακόμη κι άλλο την τόση-να περηφάνια της και έκανε να κινήσει την προσέγγιση. Ασκήσεις ακριβείας και τέλειας ισορροπίας. Από τη μια το σύμπλεγμα των βράχων, από την άλλη τα υπόγεια ρεύματα και οι ύφαλοι. Έπρεπε να βρει τον κατάλληλο εκείνο ελιγμό και τη ρεγουλαρισμένη ορμή για να διέλθει το στενό στροφιλίκι, που θα την εισήγαγε επιτυχημένα στον απάνεμο όρμο που τόσο λαχτάρησε.

Ξέχασε όμως, πάνω στην έξαψη των στιγμών, την ασφάλειά της. Δε σιγούρεψε το σκελετό, δεν τσέκαρε το πέτσωμα. Δεν έψαξε για τυχόν πόρους στη στεγάνωση. Παρασύρθηκε κι απ' τη λαχτάρα, μαγεύτηκε από τα φυσικά και κρυφά χαρίσματα του όρμου και όρμηξε σε επικίνδυνα νερά, εκεί που δεν την έπαιρνε. Υπερεκτίμησε την ικανότητά της.. νόμισε θα την σώσει η περηφάνια της, χεχ! Και στην πορεία λιποψύχησε, έχασε το βηματισμό της, το μπούσουλά της για κείνο το δυσεύρετο θαλασσινό κοχύλι. Δε βοήθησε και το λιμανάκι, που αγωνιούσε μεν για την έκβαση της προσπάθειας, επευφημούσε την ικανότητα των ελιγμών, αλλά δεν έκανε μια κίνηση καλής θελήσεως. Δεν ημέρεψε τα ρεύματα, δεν υπέδειξε τους υφάλους..

..Και το θαλασσινό κοχύλι, το δυσεύρετο εκείνο μικρό λιμανάκι έμεινε απροσπέλαστο στη μοναξιά του πελάγους. Να στέκει μπερδεμένο, να σκέφτεται ξανά και ξανά απ' την αρχή όλα τα βήματα της τελευταίας προσέγγισης, να αναρωτιέται μην έκανε λάθος. Να φοβάται μήπως φοβήθηκε το λάθος κι έδιωξε με την αδράνειά του τη βάρκα.

Και η καλή μας βάρκα; Χάθηκε πια απ' το πέλαγος των επιθυμιών, τσακισμένη απ' τη συνειδητοποίηση ότι οι μικρές χαριτωμένες βάρκες, με την τόση-δα ικανότητα και την τόση-να περηφάνια, δεν είναι ούτε περήφανες αρκετά για τα λουσάτα λιμάνια, ούτε, όμως, ικανές αρκετά για τα όμορφα φυσικά αγριο-λίμανα.


Κάποιοι είπαν -νόμισαν- ότι την είδαν να σαλπάρει στις ζεστές θάλασσες της ελπίδας. Αλλαγμένη, αλλοιωμένη, χωρίς ούτε τόση-δα ικανότητα, χωρίς ούτε τόση-να περηφάνια. Αφημένη αδειανή, στ' απάνεμα νερά της ελπίδας. Χωρίς μπούσουλα, χωρίς πορεία στο χάρτη.

Αλλά πάλι μπορεί να έκαναν και λάθος..


* Η ιστορία (μέρα που είναι, δώρα κάνω!) είναι από καρδιάς αφιερωμένη σ' εκείνους κι εκείνες που κατάφεραν να φτιάξουν (ή ο Θεός τους χάρισε) τη ζωή τους σαν όμορφα, γραφικά φυσικά λιμανάκια, απομακρυσμένα από τα λάγνα αδιάκριτα βλέμματα. Που κρύβουν επιμελώς τις χάρες και τα χαρίσματά τους. Μικρά και όμορφα, σαν δυσεύρετα θαλασσινά κοχύλια, που λέει κι ο ποιητής. Τους εύχομαι να έχουν, όμως, και την τόλμη να ενθαρρύνουν τις μικρές βαρκούλες που ορθώνουν τη λειψή περηφάνια και ικανότητά τους και επιχειρούν μια προσέγγιση. Ποιος ξέρει.. μπορεί και οι βαρκούλες αυτές, κι ας μοιάζουν ταπεινές, να είναι το ίδιο σπάνιες και δυσεύρετες! Ο άγιος Νικόλαος, που σήμερα τιμούμε, ας φωτίσει και τα λιμανάκια και τις βαρκούλες και ας ..ξεστραβώνει -κάθε φορά- το γιαλό ανάμεσά τους, να διευκολύνεται η προσέγγιση.. :-)
* Η δεύτερη φωτογραφία της ιστορίας είναι από εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου