Όχι ένα, ούτε δύο.. τρία και φαρμακερά άκυρα έφαγα χθες το απόγευμα. «Πάει, πέρασε η μπογιά μου πια», σκέφτηκα, αλλά δε λάκισα. Έσφιξα καλά στη μέση την μπανάνα και συνέχισα τη διαδρομή που είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου. Προσπέρασα τον άγ. Νέστορα, εκεί όπου τόσες και τόσες μεγαλοσαρακοστές λάμβαναν το τέλος που τους άξιζε, κάπως έτσι κι εγώ μ' αυτή τη διαδρομή έδινα το τέλος που του έπρεπε στο δικό μου φετινό γολγοθά.
>>>
«Κερνάω απόψε βόλτα, σπίτι-κάστρα-σπίτι, τι λες;» Η πρώτη κρούση. Χλωμή απάντηση.
«Κι αν σου πω ότι θα περιλαμβάνει ..pit-stop μπύρας στο "Τοίχο-Τοίχο" και απονομή σαμπάνιας στο μπαλκόνι σου, τι ξαναλες; Δεν σε πείθει;», η δεύτερη απανωτή κρούση. Ξανά αρνητική απάντηση και γείωση Νο1. Δε θα το έβαζα κάτω.
>>>
Η αγ. Δημητρίου έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα.. φαρδύ πεζοδρόμιο. Που από πέρσι με την εφαρμογή του ποδηλατόδρομου αυξήθηκε αισθητικά η απόσταση πεζού-αυτοκινήτου. Και δέντρα. Που το καλοκαιράκι φουντώνουν τα φύλλα τους σε σημείο ενοχλητικό! Δεν ξέρουμε τι θέλουμε μου φαίνεται.. Μέχρι να φτάσω στη Φυσικομαθηματική είχα καταφέρει να μουσκέψω τις μασχάλες και τον ξυρισμένο σβέρκο μου. Κουφόβραση, και δεν ευνοούσε καθόλου το στενούτσικο παντελόνι και το εφαρμοστό (απ' το πλύσιμο) τι-σέρτ. Ε, δε μπορούσα να πάω και με βερμούδα στα Ινστιτούτα! Τι.. σερτ; χεχ! Ας όψεται η ελπίδα της δροσιάς εκεί ψηλά. Μ' αυτή την ελπίδα συνέχισα.
>>>
«Μετά τα προφορικά ξεκινώ για ονειρεμένη βόλτα σπίτι-κάστρα-σπίτι.. θα 'θελες να γεμίσεις το διάλειμμά μου;» Είπαμε, με την ελπίδα σα μόνιμη οδοντογλυφίδα στα χείλη ήμουν απ' το πρωί. «Για τι ώρα μιλάμε;» Άσε, κατάλαβα, δεν κατάλαβα; Δεν ήθελε και πολύ φαντασία να προβλέψει κανείς την εξέλιξη. «Λυπάμαι πολύ..», ήρθε sms λίγο πριν ξεκινήσω, «..δεν θα μπορέσω». Κρίμα, κι εγώ λυπάμαι.. «καλή καρδιά», απάντησα. Γείωση Νο2.. ν' αρχίσω ν' απογοητεύομαι;
>>>
Πήρα λοξά την Ολυμπιάδος και την περπάτησα ανηφορο-κατηφορίζοντας μέχρι τον προφήτη Ηλία. Εκεί κάπου έστριψα δεξιά και σε λίγα δευτερόλεπτα χάθηκα στα στενά του τσιναριού. Άλλος κόσμος, άλλη αίσθηση εντελώς. Σοκάκια, πλακόστρωτα, πέτρινα σπίτια, γραφικά ταβερνάκια, επ! να κι ο "Κήπος". Κι όλο ανηφόρα ε.. Ξέφυγα απ' την κεντρική διαδρομή να εξερευνήσω τα πέριξ. Απ' τ' ανοιχτά παράθυρα έβγαιναν ήχοι τηλεόρασης, μαχαιροπήρουνα που βροντούσαν σε πιάτα, διακριτικές συζητήσεις. Ήσυχη γειτονιά, παρότι σφιχτομαζεμένη. Μου άρεσε.
>>>
«Έλα βρε, τι γίνεται.. περνώ από το σπίτι σου κάτω.. σε μαζεύω και πάμε βόλτα στα κάστρα, χμ;» Ήμουν σίγουρος ότι αυτό το πρόσωπο δεν θα με απογοήτευε. Χεχ-φευ-και όλα τα ξέπνοα τριγράμματα! Το τελειωτικό άκυρο ήρθε και προστέθηκε στ' άλλα δύο. Δε βαριέσαι.. Υπάρχει καλύτερη παρέα απ' τη μοναξιά μου; «Δεν υπάρχει», σκέφτηκα, σαν άλλοτε που απολάμβανα μονάχος σινεμά στον Έσπερο και το Μακεδονικόν.
>>>
Τώρα πια έσταζα για τα καλά.. αλλά η διαδρομή έφτανε στο τέλος της. Χώθηκα στο μισού μέτρου πλάτους στενάκι που βγάζει σε μια παραπόρτα στα Τείχη και πέρασα απ' την άλλη μεριά! Ένας καλός χαμός από παιδάκια-μητέρες-παπούδες και μια φασαριόζικη παρέα στο "Τοίχο-Τοίχο". Χωρίς χασομέρια κίνησα για τον Πύργο Τριγωνίου, στη βορειοανατολική γωνιά των τειχών, για το καλύτερο μπαλκόνι προς την πόλη. Το σκηνικό μου θύμισε Οία. Με τον κόσμο να κοιτάει το πουθενά, τα ζευγαράκια ν' αγκαλιάζονται, οι παρέες να σιωπαίνουν τις κουβέντες. Μόνο η θέα. Και οι φωτογραφίες. Ευτυχώς χωρίς χειροκροτήματα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου